Ενάμισι χρόνο τώρα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διατυμπάνιζε τον πόλεμο κατά της διαπλοκής και της διαφθοράς. Αποδείχθηκε, όμως, με την πρόσφατη δημοπρασία, πως (και) στο σύστημά της όλα αγοράζονται και όλα πωλούνται, ανάμεσα τους και το δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης. Άλλωστε, μέχρι σήμερα, ούτε μια φορά δεν έθιξε και δεν απαίτησε κανόνες στο τοπίο της τηλεοπτικής ενημέρωσης. Δεν απαίτησε και δεν ήλεγξε ποτέ την ποιότητα του προγράμματος των καναλιών, ούτε την έθεσε ως μία από τις προϋποθέσεις για την απόκτηση μιας από τις πολυπόθητες άδειες. Αντιθέτως, πριμοδότησε τον σφιχτό έλεγχο με την ηγεμονία της στη νέα κρατική τηλεόραση, την αλλαγή κανόνων στην αγορά της διαπλοκής ώστε να επιδοτήσει, τα δικά της συστήματα προπαγάνδας και χειραγώγησης. Καταρχήν στο Διαδίκτυο και στον Τύπο και πλέον σε ραδιόφωνο και τηλεόραση.
Απολύτως προκλητική και εξοργιστική είναι, επίσης, η στάση της αντιπολίτευσης και ειδικά των δύο κομμάτων που αντιπροσωπεύουν την «παλιά διαπλοκή», με την οποία είναι γνωστό ότι (με τη σύμπραξη και του αμαρτωλού τραπεζικού συστήματος) είχαν αναπτύξει στενότατους δεσμούς σε όλα τα επίπεδα, όπως ακριβώς αρμόζει σε μια μαφιόζικη φαμίλια.
ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, φυσικά και το Ποτάμι, διαμαρτύρονται και καταγγέλλουν όχι διότι τους ενδιαφέρει ο πλουραλισμός -ποιος, άλλωστε, μπορεί να ισχυριστεί κάτι τέτοιο μετά τα όργια που έγιναν σε όλη τη διάρκεια των μνημονίων, με αποκορύφωμα την περίοδο του δημοψηφίσματος- αλλά διότι φοβούνται ότι θα χάσουν την κυρίαρχη και προνομιακή τους θέση στο σύστημα της προβολής και της προπαγάνδας.
Όσο για τα δήθεν δάκρυα που χύνουν ορισμένοι -και πάντοτε δημοσίως- για τους εργαζόμενους που θα μείνουν άνεργοι, εδώ και αν πρόκειται για ρεσιτάλ υποκρισίας. Τόσο από την πλευρά των πρώην βαρόνων της διαπλοκής και των μεγαλοδημοσιογράφων, που μέχρι σήμερα όχι απλώς ανέχονταν, αλλά στήριζαν ενεργά τις μαζικές απολύσεις, τις μειώσεις μισθών, τις καθυστερήσεις στις πληρωμές, την κλοπή των ασφαλιστικών ταμείων και τις συνθήκες γαλέρας στα περισσότερα ΜΜΕ (ειδικά τα διαδικτυακά). Όσο και από την πλευρά της πλειοψηφίας των συνδικαλιστικών ενώσεων, που έχουν επανειλημμένως πουλήσει τα μέλη τους και τα έχουν αφήσει έρμαια στις άγριες και ανθρωποφάγες διαθέσεις των εκδοτών και καναλαρχών, των εκάστοτε κυβερνήσεων και του νέου μεσαίωνα που έχουν επιβάλει εδώ και επτά χρόνια τα ευρω-μνημόνια.
Και ένα υστερόγραφο για το ΚΚΕ: Με το έγκλημα που διέπραξε στην περίπτωση του 902, θα όφειλε τουλάχιστον να σιωπά…
Η μέθη της επιτυχίας του Νίκου Παππά να πουλήσει ακριβά το τομάρι της τηλεοπτικής νομιμότητας, ήτοι με 246 εκατομμύρια ευρώ σε τέσσερις διάσημους επιχειρηματίες της εγχώριας διαπλοκής, οδηγεί την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε παραλήρημα ανοησίας. Ναι, είναι γεγονός πως με τη διαδικασία της τυφλής δημοπρασίας που επιλέχθηκε, η κυβέρνηση κατάφερε τους καναλάρχες, παλιούς και υποψήφιους, να βάλουν βαθιά το χέρι στην μέχρι σήμερα υποτιθέμενη τρύπια τσέπη τους, και να βγάλουν κάποιες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ στο τραπέζι. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι τις ιαχές νίκης περί πάταξης της διαπλοκής και της διαφθοράς υπάρχει η μικρή απόσταση της πολιτικής εξαπάτησης και της υποκρισίας.
Δεν κατάφερε να πάρει την άδεια ο χρεοκοπημένος Δημήτρης Κοντομηνάς, αν και έβγαλε στο τραπέζι 73 εκατ. ευρώ, τα κατέφερε ο Βαγγέλης Μαρινάκης, πρόεδρος του Ολυμπιακού και κατηγορούμενος σε σειρά ποινικών υποθέσεων. Έφυγε από τη μέση ο διαπλεκόμενος εθνικός εργολάβος Μπόμπολας και μπήκε ο επίσης έχων εκατομμύρια δάνεια σε τράπεζες, επίσης εργολάβος Καλογρίτσας. Δεν τα κατάφερε να μείνει στο παιχνίδι ο όμιλος Βαρδινογιάννη -επειδή άραγε δεν ήθελε ή επειδή δεν υπολόγισε σωστά τις κινήσεις στο πόκερ της δημοπρασίας;- τα κατάφερε ο Αλαφούζος που φλερτάρει ανοιχτά με τους Χρυσαυγίτες.
Συνοπτικά, οι 4 άδειες κατοχυρώθηκαν στον Βαγγέλη Μαρινάκη έναντι 73,9 εκατ. ευρώ, τον Θοδωρή Κυριακού του ΑΝΤ1 έναντι 75,9 εκατ. ευρώ, τον Χρήστο Καλογρίτσα με 52,6 εκατ. και τον Γιάννη Αλαφούζο του ΣΚΑΙ με 43,6 εκατ. ευρώ.
Με άλλα λόγια, η διαπλοκή που μαστίζει τη χώρα, ελέγχει την πολιτική σκηνή και επιβάλλει την πολιτική ατζέντα και την ενημέρωση, αλλάζει χέρια κατά το ήμισυ. Η κυβέρνηση το γνωρίζει πολύ καλά αλλά προτιμά να δώσει τη μάχη σε επικοινωνιακό και μόνο επίπεδο, υπερτιμώντας τα έσοδα από τη δημοπρασία και εσκεμμένα αποκρύπτοντας τα σοβαρά ζητήματα που ανακύπτουν μετά το τέλος αυτής της δημοπρασίας.
Θα κλείσουν και πώς όσοι δεν πήραν άδεια; Οι δηλώσεις της Όλγας Γεροβασίλη περιορίστηκαν μόνο στην πρόβλεψη πως εντός 90 ημερών η Digea, η εταιρεία που μεταφέρει το τηλεοπτικό σήμα των καναλιών ψηφιακά, οφείλει να εκπέμπει μόνο τα νόμιμα κανάλια. Ποια νόμιμα όμως; Μόνο αυτά τα 4 που θα πληρώσουν 246 εκατ. ή και όλα τα άλλα περιφερειακά μεν, προσωρινά νόμιμα όμως (Kontra, Τηλεάστυ, Action κλπ), για τα οποία δεν έγινε καμία διαδικασία; Λογικά οι σταθμοί Mega, Ε TV Star και Alpha οδεύουν σε λουκέτο. Χωρίς, όπως είναι ξεκάθαρο, να έχει φροντίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον και τα εργασιακά δικαιώματα.
Τι στο καλό μάχη κατά της διαπλοκής είναι αυτή όταν όχι μόνο δεν φροντίζει αλλά ούτε καν δηλώνει για τα μάτια του κόσμου, πώς θα απαιτήσει το δημόσιο τα χρέη σε τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, πως θα υποχρεώσει τους χαμένους καναλάρχες να πληρώσουν τις κάθε είδους υποχρεώσεις τους; Απόδειξη η τραγική κατάσταση στο Mega. Οι τρεις μέτοχοι της διαπλοκής, Βαρδινογιάννης, Μπόμπολας και Ψυχάρης, κρατάνε σε ομηρία 400 και πλέον εργαζόμενους και εκατοντάδες δημιουργούς και καλλιτέχνες, δεν πληρώνουν εδώ και 4 μήνες, δεν πληρώνουν δόσεις, ασφάλιστρα και ταμεία. Χωρίς καμία απολύτως επίπτωση στο εταιρικό τους χαρτοφυλάκιο. Τρομερή μάχη κατά της διαπλοκής δίνει η κυβέρνηση…
Και αν δεν κλείσουν τα κανάλια που δεν έλαβαν άδεια, θα στείλει τα ΜΑΤ ο Νίκος Παππάς να κατεβάσει κεραίες; Το πιθανότερο είναι να κρυφτεί πίσω από την αναμενόμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας. Το οποίο Σεπτέμβριο και Οκτώβριο θα εκδικάσει την ουσία των προσφυγών των τηλεοπτικών σταθμών. Διόλου δεν αποκλείεται για λόγους ισότητας να εξαναγκάσει την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε όλες τις κατηγορίες των τηλεοπτικών αδειών, θεματικές πανελλαδικής εμβέλειας και περιφερειακές. Και μέχρι τότε να μην κλείσει κανένα κανάλι.
Μέχρι και τη ΔΕΘ όπου ο πρωθυπουργός, όπως ήδη δήλωσε, θα αναφερθεί αναλυτικά στα έσοδα της τηλεοπτικής δημοπρασίας, το παζάρι μεταβίβασης και ανταλλαγής διαπλεκόμενων σχέσεων εξουσίας, θα χρησιμοποιηθεί επικοινωνιακά προς κατανάλωση από το κοινό του Αλέξη Τσίπρα που κατάφερε ως …μάγκας να τα πάρει από τη διαπλοκή. Πιο όμως θεσμικό όργανο θα ελέγξει και με ποιο ακριβώς τρόπο το πως θα βγουν στον αέρα οι δυο νέοι καναλάρχες, Καλογρίτσας και Μαρινάκης; Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης έχει αποσυρθεί από το πολιτικό σύστημα, το υπουργείο Επικράτειας που έκανε τη δημοπρασία δεν έχει τέτοιες αρμοδιότητες. Καμία απάντηση και για αυτό.
Οι εργαζόμενοι στους τέσσερις τηλεοπτικούς σταθμούς που είτε δεν έλαβαν μέρος στο παζάρι της δημοπρασίας (Μεγα και Ε TV) είτε δεν έλαβαν άδεια (Alpha και Star), είναι ανάστατοι. Χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με καταπατημένα όλα τα εργασιακά τους δικαιώματα διαπιστώνουν πως η πολυδιαφημισμένη μάχη κατά της διαπλοκής τους υπολογίζει ως τα βέβαια θύματα
Στο μεταξύ, μέσα στον ορυμαγδό της δημοπρασίας για τις τηλεοπτικές άδειες, «ξεχάστηκε» φυσικά ένα από τα ουσιαστικότερα σημεία της ισχύουσας νομοθεσίας για τον νέο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Αυτή που εξασφαλίζει την διατήρηση των σχέσεων διαπλοκής μεταξύ των ολιγαρχών και της πολιτικής εξουσίας. Τα εταιρικά σχήματα που θα είναι ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών αδειών μπορούν να λειτουργήσουν με πλήρη αδιαφάνεια έτσι ώστε να έχουν αφανείς μετόχους, μη ονομαστικοποιημένο μετοχικό καθεστώς, να εμπλέκονται με υπεράκτιες εταιρίες. Δηλαδή ένα καθεστώς που δεν θα επιτρέπει να γνωρίζουμε ποιοι πραγματικά βρίσκονται πίσω από τα κανάλια.
Έτσι διασφαλίζεται πλήρως η δυνατότητα τους να αξιοποιούν τα μέσα ενημέρωσης προκειμένου να «κάνουν τις δουλειές τους» με το δημόσιο αποσπώντας κρατικό χρήμα ή ακόμη και να έχουν κατευθείαν συναλλαγή με τα ευρωπαϊκά ταμεία αφού ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων (σύμφωνα με το 3ο Μνημόνιο) περνά μέσα από την περίφημη Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων που «δίνει λόγο» κατευθείαν στις Βρυξέλλες.
Έτσι, στο άρθρο 5 του σχετικού νόμου του υπουργείου Επικράτειας ξεκαθαρίζεται το ποιο θα είναι το εταιρικό καθεστώς λειτουργίας των καναλιών. Αν και στην παράγραφο 1 δηλώνεται πως «οι μετοχές των ανωνύμων εταιριών που υποβάλλουν αίτηση είτε αυτοτελούς είτε ως μέλη κοινοπραξίας για χορήγηση άδειας παρόχου περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης είναι ονομαστικές στο σύνολό τους» στην συνέχει τα πράγματα …αλλάζουν. Κι αυτό διότι έχουν θεσμοθετηθεί μια σειρά εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα περί ονομαστικοποίησης των μετοχών. Πιο συγκεκριμένα εξαιρούνται:
«Ανώνυμες εταιρίες που λειτουργούν νόμιμα κατά το δίκαιο άλλου κράτους, εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Για τις εταιρίες αυτές ορίζεται πως η υποχρέωση ονομαστικοποίησης «επιβάλλεται, εφόσον το δίκαιο της χώρας, στην οποία έχουν την έδρα τους, επιβάλλει, για το σύνολο της δραστηριότητάς τους ή για συγκεκριμένη δραστηριότητα, την ονομαστικοποίηση των μετοχών τους το σύνολό τους μέχρι φυσικού προσώπου». Δηλαδή μια απλούστατη μεταβολή στην μετοχική σύνθεση μπορεί να απαλλάξει οποιαδήποτε από τις εταιρίες που πήραν μέρος στον διαγωνισμό σε ένα ανεξέλεγκτο χώρο εφόσον η εταιρία που θα μπει στο μετοχικό σχήμα έχει έδρα στο Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, την Βρετανία ή κάποιον φορολογικό παράδεισο.
Όλα αυτά τα …ζητηματάκια μπορούν άλλωστε να επιλυθούν με μία απλή υπεύθυνη δήλωση του κάθε καναλάρχη αφού όπως ορίζει ο νόμος «στην περίπτωση που δεν προβλέπεται υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών κατά το δίκαιο της χώρας στην οποία έχουν την έδρα τους, προσκομίζεται σχετική βεβαίωση από αρμόδια αρχή της χώρας αυτής, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη, διαφορετικά προσκομίζεται υπεύθυνη δήλωση του υποψηφίου»!
Από τις διατάξεις περί ονομαστικοποίησης μετοχών εξαιρούνται επίσης εταιρίες που είναι εισηγμένες σχεδόν σε οποιοδήποτε χρηματιστήριο του πλανήτη. Όπως αναφέρεται στην παρ.3 του αρ.5 «υποχρέωση ονομαστικοποίησης μέχρι φυσικού προσώπου δεν ισχύει για τις μετοχές των εισηγμένων στα Χρηματιστήρια των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) εταιριών». Μάλιστα ο νόμος προβλέπει επίσης ότι «η υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών που προβλέπεται στο παρόν άρθρο ισχύει με τους ίδιους όρους και εξαιρέσεις και για τους ενεχυριούχους δανειστές». Δηλαδή οι ευεργετικές εξαιρέσεις καλύπτουν και όσους τυχόν αποκτήσουν δικαιώματα επί των αδειών εξαιτίας του δανεισμού των καναλαρχών!
Όσο για το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης, ήταν η αναγκαιότητα να είναι συμβατή η νομοθεσία με το ευρωπαϊκό δίκαιο…
Από το 1989 στο 2016 «όλα τριγύρω αλλάζουνε …»
«Αγωνιζόμαστε να επιβάλουμε όρους και πλαίσια στη λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης, ώστε να μην υπάρχει ασυδοσία. Αυτή είναι η δική μας προσπάθεια. Κάποια πλαίσια αρκετά ισχυρά δίνει ο νόμος αυτός». Η δήλωση αυτή -στη Βουλή- δεν έγινε το 2016 από τον υπουργό Επικράτειας Νίκο Παππά, ή από κάποιο άλλο μεγαλοστέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Έγινε το 1989 από τον Μίμη Ανδρουλάκη που ήταν εισηγητής του Συνασπισμού της Αριστερός, όταν αυτός στήριζε την κυβέρνηση Τζανετάκη και με τον νόμο 1766/89 δόθηκε στα ιδιωτικά κανάλια το ελεύθερο να εκπέμψουν.
Το ότι 27 χρόνια αργότερα και για τις νέες άδειες στους καναλάρχες υιοθετούνται τα ίδια πάνω-κάτω επιχειρήματα καταδεικνύει το ότι παραμένει σταθερή η βάση της σχέσης του οικονομικού-μιντιακου κατεστημένου με την πολιτική εξουσία και ίδιος ο ρόλος και των δυο στη στήριξη των κεντρικών επιλογών του συστήματος. Όμως δεν είναι όλα ακριβώς ίδια.
Χρησιμοποιώντας κάποιους -πολύ ταιριαστούς ομολογουμένως- «ποδοσφαιρικούς» όρους μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι κάτω από την επιρροή του δόγματος «ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει» το μιντιακό κατεστημένο διατήρησε σε σχέση με το 1989 τον βασικό κορμό του, κάνοντας όμως και ουσιαστικές «μεταγραφές» και αναβαθμίσεις.
Το 1989 τα δύο πρώτα τηλεοπτικά κανάλια δόθηκαν σταδιακά στους X. Λαμπράκη, Β. Βαρδινογιάννη, Γ. Μπόμπολα, Κ. Τεγόπουλο, Α. Αλαφούζο που έφτιαξαν το MEGA όπως και στον στον Μίνωα Κυριακού και τον Αρη Βουδούρη (Ελεύθερος Τύπος) που έφτιαξαν τον ANTENNA σε συνεργασία με τους εφοπλιστές Γουρδομιχάλη, Ηλιάδη, Ξανθόπουλο και τότε εκδότη Χρήστο Καλογρίτσα, ο οποίος όμως αποχώρησε σύντομα. Έκτοτε τα επιχειρηματικά σχήματα και ο αριθμός των καναλιών άλλαξε. Κάποιοι αποχώρησαν ενώ είχαμε και την είσοδο και νέων «παικτών», όπως ο Κοντομηνάς κ.α.
Φθάνουμε στο Φθινόπωρο του 2016 για να διαπιστώσουμε ότι στο νέο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο που διαμορφώνεται υπό την εποπτεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το μόνο -ουσιαστικά- νέο πρόσωπο είναι ο εφοπλιστής Βαγγέλης Μαρινάκης, ενώ επανακάμπτει πολύ πιο δυναμικά στο προσκήνιο ο Χρήστος Καλογρίτσας.
Είναι προφανές, ότι από μόνη της η παρουσία των εν λόγω εταιρικών σχημάτων μπορεί να «εγγυηθεί» …τη συνέχεια της ιστορίας, τη συνέχεια της διαπλοκής. Από το 1989 μέχρι σήμερα ακριβώς αυτό συνέβαινε. Οι σχέσεις αλληλεξάρτησης με τις εναλλασσόμενες στην εξουσία κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ βάθαιναν επί 25 χρόνια. Το «ένα χέρι ένιβε το άλλο και τα δυο το πρόσωπο» των εκάστοτε πολιτικών επιλογών της εγχώριας και ξένης πλουτοκρατίας. Τα ηλεκτρονικά «μίντια» στήριξαν και διαφήμισαν τα «ορόσημα» της ευρωπαϊκής ενοποίησης, της ένταξης στην Ευρωζώνη και στο Ευρώ, πανηγύρισαν τη φούσκα του Χρηματιστηρίου και την σκανδαλώδη Ολυμπιάδα του 2004. Διαμόρφωσαν «κουλτούρες» για κάθε φάση και δεκαετία, ενώ η ροή των θαλασσοδανείων και των κρατικών συμβάσεων ήταν ολοένα αυξανόμενη.
Το νομοθετικό πλαίσιο για το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο θωρακίζει ακριβώς αυτή την κατάσταση τα επόμενα χρόνια. Συνολικά 5 νομοθετικές ρυθμίσεις ψηφίζονται από τη Βουλή. Το 1995 ο ν.2328 από τον Ευάγγελο Βενιζέλο που νομιμοποιεί την κατάσταση που ίσχυε στα ΜΜΕ. Έρχεται στη συνέχεια επίσης από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ο νόμος 2863 του 2000 που εισάγει τον θεσμό του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης ο οποίος γίνεται πράξη δύο χρόνια αργότερα με τον νόμο 2863/2002 περί ανεξάρτητων αρχών. Καταλήγουμε τέλος στη …φάρσα του 2005 όπου η κυβέρνηση Καραμανλή μιλά για «νταβατζήδες» και ψηφίζει τον νόμο 3130 περί «βασικού μετόχου» που προβλέπει ονομαστικοποίηση μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου για τις εταιρίες που έχουν κανάλια. Η τότε προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει φίλιο μιντιακό τοπίο προσκρούει στην αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο νόμος …επιστρέφεται ως απαράδεκτος από την Κομισιόν και ο τότε υπουργός Θ. Ρουσόπουλος φέρνει νέο νόμο που δεν έχει τέτοιου είδους προβλέψεις.
Όπως φαίνεται η τηλεοπτική πραγματικότητα προσαρμόζεται πλέον στις ανάγκες της κρίσης του συστήματος και στα ζητούμενα της πολιτικής του διαχείρισης. Αυτή έχει ανατεθεί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ενώ όπως έχει διακηρύξει ο επικεφαλής της Αλέξης Τσίπρας οδηγούμαστε «από τον δικομματισμό στον διπολισμό» με ότι αυτό σημαίνει για την πιθανή αναδόμηση του πολιτικού σκηνικού. Προφανώς κάθε άλλο παρά τυχαίος είναι και ο «διπολικός» χαρακτήρας του μοιράσματος των τηλεοπτικών αδειών. Παράλληλα οι δηλώσεις της Κομισιόν δείχνουν την αποδοχή της νέας κατάστασης πράγμα που πιστοποιεί την συμβατότητά της με τα μνημονιακά δεδομένα.