Τις τελευταίες δεκαετίες βιώνουμε μία κατακόρυφη άνοδο της χρήσης των συνεχώς εξελισσομένων μεθόδων χειραγώγησης – μέσω των οποίων γίνεται πολύ δύσκολο για τους απλούς ανθρώπους να διακρίνουν τα ουσιώδη σύνορα, μεταξύ της μυθοπλασίας και της πραγματικότητας”, γράφει στο ρεπορτάζ του το 2020, το analyst.gr/ Αναδημοσιεύουμε τον 10λογο, που στηρίζεται στις επισημάνσεις του Νόαμ Τσόμσκι για τη χειραγώγηση των μαζών.
Δέκα βασικότερες στρατηγικές της χειραγώγησης είναι οι εξής:
(1) Η αντιστροφή της προσοχής (παραπλάνηση): Πρόκειται για σκόπιμες ειδήσεις που «πωλούνται» ως οι σημαντικότερες, έχοντας όμως στόχο να κρύψουν τις πραγματικά σημαντικές – όπως στο παράδειγμα της αναθεώρησης του συντάγματος, για να μη δοθεί προσοχή στα νέα μέτρα φτωχοποίησης των Πολιτών, καθώς επίσης στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής (μέσω των αφελληνισμένων τραπεζών) περιουσίας των Ελλήνων.
(2) Η σκόπιμη δημιουργία προβλημάτων, για τα οποία παρέχονται ταυτόχρονα οι ήδη προετοιμασμένες λύσεις: Για να επιτευχθεί ένας δύσκολος στόχος, προκαλούνται ορισμένες προβληματικές καταστάσεις, αφού διαφορετικά ο πληθυσμός επαναστατεί.
Για παράδειγμα, με σκοπό το ριζικό περιορισμό των κεκτημένων της πλειοψηφίας (μισθοί, κοινωνικό κράτος κλπ.), «παράγει» κανείς μία οικονομική κρίση, ενοχοποιώντας τους Πολίτες για τη δημιουργία της – παρέχοντας ταυτόχρονα «λύσεις», όπως η αύξηση της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες δεν αφήνουν μεν το σύστημα να καταρρεύσει, αλλά αυξάνουν τη λεηλασία των πολλών που δεν αντιδρούν, επειδή δεν κατανοούν τι ακριβώς συμβαίνει.
(3) Η διαβάθμιση των δυσάρεστων αλλαγών: Η σταδιακή αλλαγή προς το χειρότερο των υπηρεσιών που προσφέρει το δημόσιο είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί, σε σχέση με την άμεση και απότομη, επειδή η μάζα όταν μία κατάσταση διαρκεί πολύ, τείνει να πέσει στην παγίδα του «όλα θα περάσουν και θα γίνουν καλύτερα».
Παράδειγμα η επιβολή των ακραίων νεοφιλελεύθερων μέτρων στην Ελλάδα σταδιακά μετά το 2010,όπου δημιουργούταν η εσφαλμένη εντύπωση στους Πολίτες ότι, οι εκάστοτε κυβερνήσεις τους προστάτευαν καθυστερώντας, ή πως η κρίση θα είχε καταπολεμηθεί, εάν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτές οι καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, δεν δινόταν καμία σημασία στα πραγματικά νούμερα, τα οποία τεκμηριώνουν ακριβώς το αντίθετο.
(4) Η αναβολή των επιδιωκόμενων αλλαγών: Πρόκειται για τη μετάθεση στο μέλλον εκείνων των αλλαγών που, εάν υιοθετούταν βραχυπρόθεσμα, θα προκαλούσαν μαζικές αντιδράσεις ή/και θα απορρίπτονταν από το σύνολο του πληθυσμού. Μέσω της αναβολής τους αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα αποδοχής τους εκ μέρους των ανθρώπων, επειδή έτσι συνηθίζουν καλύτερα στην ιδέα.
Παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος ακόμη και σε χώρες πλούσιες όπως η Γερμανία, οι οποίες αναβάλλονται μεν, αλλά τελικά επιβάλλονται (όπως θα συμβεί και στη Γαλλία, με τους εργατικούς νόμους). Επίσης η πεποίθηση που έχει δημιουργηθεί ήδη σε όλους τους Έλληνες κάτω των 60 ετών, σύμφωνα με την οποία δεν πρόκειται να πάρουν σύνταξη ή στην καλύτερη περίπτωση θα είναι σημαντικά μειωμένη – γεγονός που διευκολύνει φυσικά την πολιτική των δανειστών.
(5) Η ομιλία στις μάζες σαν να πρόκειται για μικρά παιδιά: Όταν απευθύνεται κανείς στους ανθρώπους μιλώντας τους σαν να είναι παιδιά, τότε νοιώθουν ανάλογα ασήμαντοι – οπότε έχει τη δυνατότητα να τους πει ευκολότερα δυσάρεστες αλήθειες. Ισχύει εν προκειμένω το ότι, όσο πιο ψεύτης είναι κανείς, τόσο πιο εύκολα πείθει – γεγονός που διαπιστώνεται συχνά στην Ελλάδα, όσον αφορά το εκλογικό κοινό και τους πολιτικούς που στέλνει στην εξουσία.
(6) Η έμφαση (επικέντρωση) στα συναισθήματα και όχι στη λογική: Με τη στροφή προς το συναίσθημα εμποδίζεται η κριτική σκέψη, σε βαθμό που δεν μπορεί να φαντασθεί κανείς. Παράδειγμα, η έμφαση στα χείλη του τότε πρωθυπουργού με την έρπη, αντί στα καταστροφικά αποτελέσματα των δήθεν διαπραγματεύσεων του με τους δανειστές τον Ιούλιο του 2015.
(7) Η διατήρηση της κοινωνίας σε άγνοια: Προφανώς οι μάζες δεν πρέπει να είναι σε θέση να κατανοούν τις μεθόδους, καθώς επίσης τις τεχνικές ελέγχου που εξασφαλίζουν τη χειραγώγηση τους. Στα πλαίσια αυτά, όλοι όσοι προσπαθούν να τις «ξυπνήσουν» είτε συκοφαντούνται μεθοδικά, είτε διακωμωδούνται, είτε χαρακτηρίζονται ως οπαδοί θεωριών συνωμοσίας – έτσι ώστε να μην εισακούγονται ποτέ.
Η χειραγώγηση της σκέψης του λαού, έτσι ώστε να πεισθεί πως είναι μία θλιβερή μετριότητα: Όταν οι άνθρωποι πείθονται ότι, είναι «μοντέρνο» να συμπεριφέρονται ανόητα, χυδαία και ματαιόδοξα, τότε είναι πολύ εύκολη η καθοδήγηση τους.
Παράδειγμα ο τρόπος ομιλίας και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στην ελληνική κοινωνία και στη Βουλή, οι οποίες μειώνουν δραστικά το πολιτισμικό επίπεδο της χώρας – οπότε δεν σημειώνονται αναταραχές και εξεγέρσεις, παρά τη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου. Με απλά λόγια, η ευγένεια δεν συμβαδίζει με την παθητική αποδοχή της φτωχοποίησης – οπότε απαιτείται η μείωση του πολιτισμικού επιπέδου, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να επιβληθεί.
(9) Μετάλλαξη της αντίστασης σε ένα συναίσθημα κακής συνείδησης: Χωρίς καμία ενέργεια, δεν υπάρχει καμία άμυνα – όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου είναι ανόητο να περιμένει κανείς κάτι καλύτερο, αφού δεν ενεργεί οπότε δεν αμύνεται. Όταν η κοινωνία τώρα πείθεται συλλογικά ότι είναι ανόητη, διεφθαρμένη και ανίκανη, οπότε είναι η ίδια ένοχος για τα δεινά που της συμβαίνουν (κακή συνείδηση), τότε εξουδετερώνεται πλήρως – αφού αυτός που νοιώθει ένοχος δεν είναι σε θέση να αγωνισθεί, να εξεγερθεί και να επαναστατήσει.
(10) Η γνώση των ανθρώπων καλύτερα από τους ίδιους: Τις τελευταίες δεκαετίες οι γνώσεις στη Νευρολογία (έρευνα του εγκεφάλου), στην Κοινωνιολογία και στην Ψυχολογία έχουν αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό – οπότε η απόσταση που χωρίζει τα πολύ υψηλά εισοδηματικά στρώματα από τη μάζα είναι πια τεράστια. Ως εκ τούτου, ακόμη και η μεσαία τάξη έχει μείνει πολύ πίσω διανοητικά – οπότε είναι σημαντικά ευκολότερη η χειραγώγηση, ο έλεγχος και επομένως η «ληστεία» της.