Γράφει ο Marketing Week Editor
Ο χώρος των ΜΜΕ βρίσκεται σήμερα, σε ό,τι αφορά τα μεγαλύτερα από αυτά, σε πλήρη εξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα. Τα δάνεια των τριών μεγαλύτερων εισηγμένων επιχειρήσεων ΜΜΕ το πρώτο εξάμηνο του 2014 ήταν πάνω από 370 εκατ. ευρώ, ενώ ο τζίρος τους το ίδιο διάστημα πέρασε οριακά τα 105 εκατ. ευρώ και οι ζημιές τους το ίδιο διάστημα έφτασαν τα 20 εκατ. ευρώ.
Με τα δεδομένα αυτά, είναι προφανές ότι τα δάνεια αυτά δεν μπορούν ποτέ να πληρωθούν και σε σημαντικό βαθμό θα μετατραπούν σε ζημίες των τραπεζών, δηλαδή ζημίες των ίδιων των φορολογουμένων, μια που οι τράπεζες παραμένουν ως επί το πλείστον κρατικές σε ό,τι αφορά την μετοχική τους σύνθεση. Το ερώτημα το οποίο προκύπτει είναι βέβαια τι θα απογίνει με τις ίδιες τις ζημιογόνες επιχειρήσεις. Τόσο τις συγκεκριμένες, όσο και με άλλες επιχειρήσεις ΜΜΕ που βρίσκονται στην ίδια θέση.
Το ερώτημα αυτό είναι κρίσιμο όχι μόνο για τον χώρο των ΜΜΕ, αλλά και για τις πολιτικές εξελίξεις, αφού τα συγκεκριμένα ΜΜΕ διατηρούν μεγάλο μερίδιο της παραδοσιακής αγοράς ΜΜΕ (όχι όμως και της ταχύτατα αναπτυσσόμενης διαδικτυακής), το οποίο οι υγιέστερες οικονομικά επιχειρήσεις του χώρου καθώς και πιθανοί νέοι επενδυτές, εύλογα θα επιχειρήσουν να αποσπάσουν. Το πρόβλημα περιπλέκεται από το γεγονός ότι και οι ίδιες οι τράπεζες δεν έχουν σήμερα επιτύχει να μετατραπούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Η πλειοψηφία των μετοχών τους συνεχίζει να ελέγχεται από το ΤΧΣ και το γεγονός ότι οι διοικήσεις τους παραμένουν «ιδιωτικές» αποτελεί σε μεγάλο βαθμό επιλογή της παρούσας κυβέρνησης και της τρόικας.
Αν η κυβέρνηση αλλάξει – κάτι που σε περίπτωση που γίνουν πρόωρα εκλογές με αφορμή την προεδρική εκλογή έχει ισχυρή πιθανότητα να συμβεί με βάση τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις-, τότε κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει με τη διοίκηση των τραπεζών και κατά συνέπεια με τις διοικήσεις των εταιρειών με ζημίες και υψηλό επίπεδο δανεισμού ΜΜΕ. Πρόκειται για ένα πολιτικο-οικονομικό γρίφο στον οποίο δεν εμπλέκεται μόνο η ελληνική πλευρά, αλλά και η ευρωπαϊκή, αφού φαίνεται ότι υπάρχουν εκείθεν πιέσεις για επίλυση του θέματος πριν το τέλος του έτους και την επίσημη λήξη του ευρωπαϊκού προγράμματος.
Το συγκεκριμένο κουβάρι δεν είναι εύκολο να επιλυθεί και γιατί τα ίδια κεφάλαια των ζημιογόνων επιχειρήσεων ΜΜΕ είναι πλέον πολύ περιορισμένα και αν οι σημερινοί μέτοχοι επιθυμούσαν να διατηρήσουν τη διοίκηση με μη χαριστικούς όρους θα έπρεπε να βρουν πολύ σημαντικά κεφάλαια, από ίδιους ή άλλους πόρους, σε εγχειρήματα που αντικειμενικά με τις σημερινές συνθήκες δεν παρουσιάζουν για κανονικούς επενδυτές κανένα οικονομικό ενδιαφέρον. Επίσης το θέμα περιπλέκεται έτι περαιτέρω γιατί τα οικονομικά συμφέροντα κάποιων από τους εμπλεκόμενους σε σχέση με τις άλλες δραστηριότητες του ελληνικού κράτους είναι πολύ σημαντικά, αλλά και γιατί η επιρροή των συγκεκριμένων ΜΜΕ σε ό,τι αφορά την παρούσα κυβέρνηση (την οποία έχουν στηρίξει), είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Ορθολογικές λύσεις ασφαλώς υπάρχουν. Παράδειγμα, θα μπορούσε να προχωρήσει η μετοχοποίηση των σχετικών δανείων και η πώληση των μετοχών σε ανοικτούς δημόσιους διαγωνισμούς από την πλευρά των τραπεζών. Διαγωνισμούς που θα διέπονται όμως από ειδική νομοθεσία που (α) θα επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο της σχετικής διαδικασίας με την υπαγωγή της σε ευρωπαϊκές οδηγίες που διέπουν παρόμοιες διαγωνιστικές διαδικασίες, για να αποφευχθούν χαριστικοί διαγωνισμοί, και (β) θα προβλέπει αυστηρές διαδικασίες πόθεν έσχες σε όσους συμμετέχουν σε αυτούς. Το τι θα συμβεί όμως στην πράξη μπορεί κανείς να στοιχηματίσει
ότι θα είναι πιο περίπλοκο και πολύ λιγότερο διαφανές.
Ο χώρος των ΜΜΕ βρίσκεται σήμερα, σε ό,τι αφορά τα μεγαλύτερα από αυτά, σε πλήρη εξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα. Τα δάνεια των τριών μεγαλύτερων εισηγμένων επιχειρήσεων ΜΜΕ το πρώτο εξάμηνο του 2014 ήταν πάνω από 370 εκατ. ευρώ, ενώ ο τζίρος τους το ίδιο διάστημα πέρασε οριακά τα 105 εκατ. ευρώ και οι ζημιές τους το ίδιο διάστημα έφτασαν τα 20 εκατ. ευρώ.
Με τα δεδομένα αυτά, είναι προφανές ότι τα δάνεια αυτά δεν μπορούν ποτέ να πληρωθούν και σε σημαντικό βαθμό θα μετατραπούν σε ζημίες των τραπεζών, δηλαδή ζημίες των ίδιων των φορολογουμένων, μια που οι τράπεζες παραμένουν ως επί το πλείστον κρατικές σε ό,τι αφορά την μετοχική τους σύνθεση. Το ερώτημα το οποίο προκύπτει είναι βέβαια τι θα απογίνει με τις ίδιες τις ζημιογόνες επιχειρήσεις. Τόσο τις συγκεκριμένες, όσο και με άλλες επιχειρήσεις ΜΜΕ που βρίσκονται στην ίδια θέση.
Το ερώτημα αυτό είναι κρίσιμο όχι μόνο για τον χώρο των ΜΜΕ, αλλά και για τις πολιτικές εξελίξεις, αφού τα συγκεκριμένα ΜΜΕ διατηρούν μεγάλο μερίδιο της παραδοσιακής αγοράς ΜΜΕ (όχι όμως και της ταχύτατα αναπτυσσόμενης διαδικτυακής), το οποίο οι υγιέστερες οικονομικά επιχειρήσεις του χώρου καθώς και πιθανοί νέοι επενδυτές, εύλογα θα επιχειρήσουν να αποσπάσουν. Το πρόβλημα περιπλέκεται από το γεγονός ότι και οι ίδιες οι τράπεζες δεν έχουν σήμερα επιτύχει να μετατραπούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Η πλειοψηφία των μετοχών τους συνεχίζει να ελέγχεται από το ΤΧΣ και το γεγονός ότι οι διοικήσεις τους παραμένουν «ιδιωτικές» αποτελεί σε μεγάλο βαθμό επιλογή της παρούσας κυβέρνησης και της τρόικας. Αν η κυβέρνηση αλλάξει – κάτι που σε περίπτωση που γίνουν πρόωρα εκλογές με αφορμή την προεδρική εκλογή έχει ισχυρή πιθανότητα να συμβεί με βάση τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις-, τότε κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει με τη διοίκηση των τραπεζών και κατά συνέπεια με τις διοικήσεις των εταιρειών με ζημίες και υψηλό επίπεδο δανεισμού ΜΜΕ. Πρόκειται για ένα πολιτικο-οικονομικό γρίφο στον οποίο δεν εμπλέκεται μόνο η ελληνική πλευρά, αλλά και η ευρωπαϊκή, αφού φαίνεται ότι υπάρχουν εκείθεν πιέσεις για επίλυση του θέματος πριν το τέλος του έτους και την επίσημη λήξη του ευρωπαϊκού προγράμματος.
Το συγκεκριμένο κουβάρι δεν είναι εύκολο να επιλυθεί και γιατί τα ίδια κεφάλαια των ζημιογόνων επιχειρήσεων ΜΜΕ είναι πλέον πολύ περιορισμένα και αν οι σημερινοί μέτοχοι επιθυμούσαν να διατηρήσουν τη διοίκηση με μη χαριστικούς όρους θα έπρεπε να βρουν πολύ σημαντικά κεφάλαια, από ίδιους ή άλλους πόρους, σε εγχειρήματα που αντικειμενικά με τις σημερινές συνθήκες δεν παρουσιάζουν για κανονικούς επενδυτές κανένα οικονομικό ενδιαφέρον. Επίσης το θέμα περιπλέκεται έτι περαιτέρω γιατί τα οικονομικά συμφέροντα κάποιων από τους εμπλεκόμενους σε σχέση με τις άλλες δραστηριότητες του ελληνικού κράτους είναι πολύ σημαντικά, αλλά και γιατί η επιρροή των συγκεκριμένων ΜΜΕ σε ό,τι αφορά την παρούσα κυβέρνηση (την οποία έχουν στηρίξει), είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Ορθολογικές λύσεις ασφαλώς υπάρχουν. Παράδειγμα, θα μπορούσε να προχωρήσει η μετοχοποίηση των σχετικών δανείων και η πώληση των μετοχών σε ανοικτούς δημόσιους διαγωνισμούς από την πλευρά των τραπεζών. Διαγωνισμούς που θα διέπονται όμως από ειδική νομοθεσία που (α) θα επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο της σχετικής διαδικασίας με την υπαγωγή της σε ευρωπαϊκές οδηγίες που διέπουν παρόμοιες διαγωνιστικές διαδικασίες, για να αποφευχθούν χαριστικοί διαγωνισμοί, και (β) θα προβλέπει αυστηρές διαδικασίες πόθεν έσχες σε όσους συμμετέχουν σε αυτούς. Το τι θα συμβεί όμως στην πράξη μπορεί κανείς να στοιχηματίσει ότι θα είναι πιο περίπλοκο και πολύ λιγότερο διαφανές.