Του Μιχάλη Σιάχου στο dikaiologitika.gr
Πανικός επικράτησε χτες μετά την «είδηση» που δημοσιεύτηκε σε ελληνικές ενημερωτικές ιστοσελίδες ότι «έπεσε τουρκικό ελικόπτερο στο Ίμια», «είδηση» την οποία απέδιδαν σε τουρκικά ΜΜΕ. Για περίπου μια ώρα προκλήθηκε σύγχυση, με τους συντάκτες του υπουργείου Εθνικής Άμυνας να ψάχνουν να βρουν τι έχει γίνει, το αρμόδιο υπουργείο να βγάζει, τελικά, επίσημη διάψευση και τα site να «μαζεύουν» ή να… μπαλαμουτιάζουν την είδηση.
Τον τελευταίο καιρό, με την ένταση στο Αιγαίο κυριολεκτικά να βρίσκεται στο κόκκινο, η στημένη τουρκική δημοσιογραφία των προκλήσεων και της προβοκάτσιας έχει απογειωθεί. Πρακτική και τακτική όχι πρωτόγνωρη, αφού σε κάθε αντίστοιχη φάση επαναλαμβάνεται και κλιμακώνεται από τα καθεστωτικά τουρκικά ΜΜΕ, τα οποία ακολουθούν τις ορέξεις και τις σκοπιμότητες της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας της γείτονος.
Αν έμπαιναν στον κόπο να μεταφράσουν τους τίτλους των τουρκικών site, με τα οποία μάλιστα «έντυναν» το θέμα της υποτιθέμενης συντριβής του ελικοπτέρου, θα διαπίστωναν ότι δεν γράφουν κάτι τέτοιο, αλλά κάνουν λόγο για χαμηλή πτήση πάνω από τα Ίμια. Ούτε αυτό δεν έκαναν, αντίθετα έγραψαν για συντριβή, αφού αυτό κυκλοφόρησε ως φήμη και σίγουρα θα έφερνε μπόλικα «κλικαρίσματα». Οι πρώτες δημοσιεύσεις με την παράθεση, μάλιστα, των τουρκικών site που άλλα έλεγαν: Εδώ η… αλλαγή της είδησης μετά τη διάψευση: Και καλά η «παραδοσιακή» τακτική των τουρκικών ΜΜΕ, αλλά τι συμβαίνει με τα ελληνικά ΜΜΕ και κυρίως με τα ενημερωτικά site; Ακολουθούν –κάποια- κατά πόδας την τακτική των αντίστοιχων της γειτονικής χώρας; Ο εντυπωσιασμός και η με φραμπαλάδες προσέλκυση «κλικαρισμάτων», δηλαδή, κέρδους, έχει ξεχάσει βασικούς κανόνες της δημοσιογραφίας; Μήπως στα ιντερνετικά «μαγαζιά» δουλεύουν κυρίως νέοι, κακοπληρωμένοι και εργασιακά ανασφαλείς συνάδελφοι, οι οποίοι υπό τον φόβο της ανεργίας σε συνδυασμό με την πίεση να ανεβάζουν γρήγορα και πολλά θέματα, δημοσιεύουν ό,τι να ’ναι; Τι από όλα αυτά ισχύει ή μήπως ισχύουν όλα, έχοντας μετατρέψει τη διαδικτυακή ενημέρωση σε ανεύθυνη δημοσίευση φημών. Μήπως η ενημέρωση με όρους ευθύνης και υπευθυνότητας έχει παραχωρήσει τη θέση της σε κουβέντες καφενείου*, μπερδεύοντας τη δημοσιογραφία με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Η χτεσινή «γκάφα» αναδεικνύει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο μια παθογένεια, η οποία ειδικά τα τελευταία χρόνια της κρίσης και της καθολικής εργασιακής ανασφάλειας κατατρώει σαν σαράκι την αξιοπιστία της δημοσιογραφίας. Πάντα το «κυνήγι» της είδησης, της αποκάλυψης, του αποκλειστικού ήταν το άγχος του δημοσιογράφου. Ο δημοσιογράφος, όμως, ήταν κατά κανόνα δεδομένο ότι διπλοτσέκαρε το «λαβράκι» που έβγαζε. Δεν δημοσίευε με διαδικασίες fast food ό,τι άκουγε, ό,τι μάθαινε, ό,τι κυκλοφορούσε στην πιάτσα. Οι εποχές έχουν αλλάξει, θα αντιτείνει κάποιος. Σωστά. Οι εποχές έχουν αλλάξει, η ενημέρωση απαιτεί αμεσότητα και ταχύτητα, το διαδίκτυο έχει άλλες απαιτήσεις για ταχύτητα και ακαριαία αντανακλαστικά. Είναι, όμως άλλο πράγμα το μέσο και οι απαιτήσεις του και άλλο πράγμα το περιεχόμενο και η είδηση. Όσο κι αν αλλάζει κι εξελίσσεται το μέσο, άλλο τόσο θα παραμένει «ακίνητη» η απαίτηση για διασταύρωση, προσοχή και ευθύνη απέναντι στην είδηση και κυρίως απέναντι στους αναγνώστες. Η είδηση δεν εξελίσσεται ανάλογα με τη δυναμική του μέσου. Αντιθέτως, μέσο και είδηση ακολουθούν πορείες αντίστροφες. Όσο μεγαλύτερες οι απαιτήσεις του μέσου για ταχύτητα, τόσο μεγαλύτερες και οι «απαιτήσεις» της είδησης για διασταύρωση και εγκυρότητα. Διαφορετικά, πολύ σύντομα θα μιλάμε για το οριστικό τέλος της δημοσιογραφίας, για το οριστικό τέλος της ενημέρωσης. Η περίφημη «τέταρτη εξουσία» κινδυνεύει να μετατραπεί σε αδειανό πουκάμισο και είναι ευθύνη πρωτίστως του κλάδου συνολικά, αλλά και κάθε δημοσιογράφου χωριστά, να αντισταθεί στις εργοδοτικές πιέσεις για ταχύτητα και «κίτρινο» εντυπωσιασμό, να περιφρουρήσει τη δουλειά του, την αξιοπιστία του και εν τέλει την αξιοπρέπειά του.
** Για τους κακοπροαίρετους: στα καφενεία γίνονται εξαιρετικές συζητήσεις, αλλά σε καμιά περίπτωση τα καφενεία δεν κάνουν δημοσιογραφία και δεν παράγουν ενημέρωση.