Συνέντευξη στην εφημερίδα “Εποχή”, της Ιωάννας Δρόσου
Το τοπίο αλλάζει. Πλέον υπάρχει μια απόφαση από το ΣτΕ, το σκεπτικό της οποίας ακόμα δεν έχει δημοσιευτεί, που ορίζει αντισυνταγματική τη διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών. Πώς κρίνεις αυτή την εξέλιξη;
Διαφαίνεται πως το Συμβούλιο της Επικρατείας θεώρησε αντισυνταγματικό το γεγονός ότι ο υπουργός αποφασίζει για τη διαδικασία αδειοδότησης των ιδιωτικών καναλιών. Πράγματι, είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε το σκεπτικό της απόφασης για να την κρίνουμε. Ωστόσο, μπορούμε να βγάλουμε κάποια πρώτα συμπεράσματα από την ανακοίνωση της απόφασης. Η μεγάλη διαμάχη που εξελίσσεται στο δημόσιο διάλογο αφορά την κρίση της απόφασης του ΣτΕ. Νομίζω, όμως, ότι αντί να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε αυτή τη στιγμή στο ερώτημα της συνταγματικότητας, πρέπει να σταθούμε στην ερμηνεία της στάσης του ΣτΕ.
Δεν είμαι νομικός, αλλά από τη θέση μου ως ειδικού των ΜΜΕ από τη σκοπιά των κοινωνικών επιστημών, δεν μπορώ να μη διαπιστώσω τις αντιφάσεις. Το ΣτΕ, στην περίπτωση της ΕΡΤ, αναγνώρισε το 2014 πως ο κυβερνητικός παρεμβατισμός είναι αποδεκτός. Στο νόμο 4339 απορρίπτει τον κυβερνητικό αυτό παρεμβατισμό. Και εδώ διακρίνω μια αντίφαση, η οποία διαβάλλει το κύρος των αποφάσεων του ΣτΕ, ενώ ταυτόχρονα θέτει εμπόδια στη διαμόρφωση ενός σταθερού πλαισίου άσκησης επικοινωνιακής πολιτικής στην Ελλάδα. Η απόφαση αυτή κρίνω πως είναι προϊόν πολιτικών συσχετισμών, διότι αν δει κανείς αυστηρά το γράμμα του νόμου, στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 15 του συντάγματος αναγνωρίζεται ο έλεγχος της αδειοδότησης σε αυτόν που ασκεί τον άμεσο έλεγχο στη ραδιοτηλεόραση, δηλαδή στο κράτος. Επομένως, η απόφαση βασίστηκε στην ερμηνεία του συντάγματος και όχι στην κυριολεξία των επιταγών του.
Επιπλέον επιστρέφουμε στο προηγούμενο καθεστώς ανομίας, χωρίς να δίνει μια κατεύθυνση το ΣτΕ για το πώς να επιλυθεί αυτή η κατάσταση που το ίδιο έχει κρίνει αντισυνταγματική.
Πράγματι, επανερχόμαστε στο προηγούμενο καθεστώς, χωρίς σαφή χρονικό ορίζοντα για το πότε θα βγούμε από αυτό το καθεστώς της ανομίας και χωρίς κάποια ένδειξη για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί. Το ΣτΕ υπαγορεύει τη συγκρότηση του ΕΡΣ, το οποίο θα αποφασίσει τον τρόπο που θα αδειοδοτηθούν τα κανάλια. Συμφωνώ και εγώ με αυτή τη σκέψη, άλλωστε από θέση αρχής θεωρώ πως αυτές οι αρμοδιότητες πρέπει να μη βρίσκονται στα χέρια της κυβέρνησης. Όμως, τι μας εγγυάται ότι τα κόμματα θα συναινέσουν στη συγκρότηση του ΕΡΣ; Για παράδειγμα, η Νέα Δημοκρατία είχε ζητήσει την απόσυρση του νόμου Παππά για να συναινέσει στο ΕΡΣ. Η απόφαση του ΣτΕ δεν απορρίπτει το νόμο, αλλά κρίνει το άρθρο που προβλέπει τη διαδικασία. Επομένως, είναι ερώτημα ποια θα είναι η στάση της τώρα. Με άλλα λόγια, μπαίνουμε σε μια περίοδο μεγάλης κρίσης, όσον αφορά τα τηλεοπτικά. Επομένως, η απόφαση του ΣτΕ δεν σήμανε το τέλος της ανομίας, αλλά εγκαινίασε μια νέα περίοδο κρίσης, από την οποία δεν ξέρουμε πότε θα βγούμε και πώς.
Βλέπεις κάποια διέξοδο από αυτή τη νέα περίοδο κρίσης;
Εξαρχής είχα επισημάνει μία από τις αδυναμίες του νόμου 4339, που ήταν η απόδοση της εποπτείας της κρατικής τηλεόρασης και της ιδιωτικής στα χέρια του υπουργού. Η παρέμβαση του κράτους στα κανάλια μπορεί να γίνει με άλλους τρόπους, οι οποίοι δεν προβλέπονται από το νόμο 4339, ο οποίος προσπάθησε να διασφαλίσει το συγκεντρωτισμό σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των μέσων επικοινωνίας. Το ζήτημα τώρα ενδέχεται να περιοριστεί στη συγκρότηση του ΕΡΣ, την οποία είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήσουν κόμματα της αντιπολίτευσης για να ασκήσουν πολιτική πίεση στην κυβέρνηση. Κατά τη γνώμη μου, η κυβέρνηση έχει μόνο μια διέξοδο. Να διαμορφώσει ένα αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτικών σταθμών, ώστε να είναι αδιανόητη η οποιαδήποτε άντληση δημόσιων πόρων και θα αντιμετωπίζει έτσι τη διαπλοκή. Ίσως τελικά η απόφαση του ΣτΕ, ενώ είχε άλλες προθέσεις, να καταλήξει στο να τεθούν δομικά εμπόδια στη διαπλοκή, διότι η κυβέρνηση δεν έχει πια τη δυνατότητα να ελέγξει τα κανάλια μέσα από την πολιτική διοικητική οδό που είχε διαλέξει με το νόμο 4339. Ίσως έτσι ξεφύγουμε από το έλλασον, δηλαδή πόσα κανάλια θα πάρουν άδεια, και εστιάσουμε στο μείζον, πώς θα αντιμετωπιστεί η διαπλοκή στο τηλεοπτικό τοπίο.
* Ο Γ. Πλειός είναι καθηγητής κοινωνικής θεωρίας και μαζικής επικοινωνίας στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ελευθερία του Τύπου και των ΜΜΕ