Φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων: Η «Οδύσσεια» ενός φόρου

ειδικός φόροςΓράφει ο Δημήτρης Κορδεράς στο Marketing Week

Σε Οδύσσεια φαίνεται να έχει εξελιχθεί η τελική μορφή εφαρμογής του φόρου 20% επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων, φόρος που με τη σημερινή του μορφή προέκυψε εκ νέου το 2010. Λίγες ημέρες πριν τις νέες βουλευτικές εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, η καταβολή του αποφασίστηκε να γίνεται πλέον μηνιαία και η είσπραξή του ξεκινά από τον επόμενο μήνα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, Κατερίνας Σαββαϊδου, αλλάζει η διαδικασία πληρωμής του. Η δήλωση θα υποβάλλεται πλέον σε μηνιαία βάση – μέχρι την 20η μέρα του επόμενου μήνα – για τα έσοδα που πραγματοποιούν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης από τις διαφημίσεις του προηγούμενου μήνα. Ειδικά για τα έσοδα που εισέπραξαν τα τηλεοπτικά κανάλια από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως και 30 Απριλίου 2015 η δήλωση θα πρέπει να υποβληθεί μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2015. Επίσης, η δήλωση για τα έσοδα που εισπράχθηκαν από την 1η Μαίου 2015 έως τις 31 Αυγούστου 2015 θα πρέπει να υποβληθεί μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2015.

Η σχετική απόφαση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με αριθμό φύλλου 1836 και ημερομηνία 25 Αυγούστου 2015. Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη απόφαση προέβλεπε την υποβολή της σχετικής δήλωσης μέχρι την 20η Ιανουαρίου για τα έσοδα των τηλεοπτικών διαφημίσεων του προηγούμενου χρόνου. Αυτό σήμαινε ότι τα κανάλια θα εξοφλούσαν τον φόρο για το 2015 τον Ιανουάριο του 2016. Ωστόσο, πλέον αυτό αλλάζει, ο φόρος πρέπει να εισπράττεται από τους διαφημιζόμενους κάθε μήνα και να αποδίδεται από τα κανάλια τον επόμενο μήνα για τον προηγούμενο.

Σε μια περίοδο που η τηλεοπτική αγορά «στενάζει» μέσα σε ένα ασφυκτικό οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον που προκλήθηκε από το κλείσιμο των τραπεζών τον προηγούμενο Ιούλιο, την επιβολή των capital controls και στη συνέχεια, το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας, ο φόρος αυτός προσθέτει άλλο ένα πονοκέφαλο στα κανάλια, αλλά και στους διαφημιζόμενους. Εστιάζοντας δε στα κανάλια, ενώ το 2014 είχε οδηγήσει σε μια κάποια σταθεροποίηση, το 2015 και ειδικότερα μετά το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου, αποδεικνύεται ιδιαίτερα επώδυνο γι’ αυτά. Αποτέλεσμα είναι αυτά να προχωρούν σε αλλαγή στρατηγικής με βάση τα νέα δεδομένα, η οποία εστιάζει εκ νέου στην περικοπή λειτουργικού κόστους. Κάτι που αφορά και στα μεγάλα κανάλια, όπως π.χ. τον ΑΝΤ1 και το Mega.

«Δεν υπήρξε αιφνιδιασμός»
Παρόλα αυτά, η αγορά εκτιμά ότι η εξέλιξη αυτή δεν την αιφνιδίασε, αφού η πρόθεση της προηγούμενης κυβέρνησης να νομοθετήσει την μηνιαία καταβολή του φόρου ήταν γνωστή, εκδηλώνονταν από στελέχη της σε κάθε ευκαιρία και ήταν θέμα χρόνου να συμβεί. Μάλιστα, όπως αναφέρει στο Marketing Week ο Πρόεδρος του ΣΔΕ, Γρηγόρης Αντωνιάδης, πολλοί διαφημιζόμενοι από την αρχή του 2015 είχαν προϋπολογίσει τον φόρο αυτό και τον έχουν αποδώσει, οπότε δεν αιφνιδιάστηκαν. Ωστόσο, υπήρχαν πολλοί που δεν το έκαναν, οπότε πλέον θα πρέπει να τον αποδώσουν, με ότι σημαίνει αυτό για τα προϋπολογισθέντα διαφημιστικά τους κονδύλια.

Ο συγκεκριμένος φόρος ωστόσο έχει προκαλέσει στο παρελθόν εντάσεις στα πολιτικά κόμματα της χώρας, οι οποίες προέκυπταν από τις διαρκείς αναβολές εφαρμογής του, που οδηγούσαν σε απώλειες εσόδων για το ελληνικό δημόσιο, έσοδα που τα είχε και τα έχει ανάγκη. Μάλιστα, πριν μερικούς μήνες σχετική ερώτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε καταθέσει και ο Αντιπροέδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, ο οποίος ζητούσε να μάθει τους λόγους της μη εφαρμογής του τα τελευταία 5 χρόνια.

Ο Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Πιέρ Μοσκοβισί, απάντησε μόλις πριν μερικές ημέρες, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «κάθε ερώτηση που αναφέρεται σε έλλειψη ή ανεπαρκή εφαρμογή θεσπισθείσας εθνικής νομοθεσίας στην Ελλάδα πρέπει να απευθύνεται στις ελληνικές αρχές» και τονίζοντας ότι «από την έναρξη το 2010 του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, η Επιτροπή έχει επανειλημμένως προβεί σε παραινέσεις προς τις ελληνικές αρχές για τη δίκαιη κατανομή του βάρους της προσαρμογής σε ολόκληρο τον πληθυσμό και ιδίως για την προστασία των πλέον ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων». Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσε ο Δημήτρης Παπαδημούλης, η μη εφαρμογή του ειδικού φόρου στις διαφημίσεις στέρησε μόνο για το 2014, 50-60 εκατ. ευρώ έσοδα από το ελληνικό δημόσιο.

Η ιστορία του φόρου
Η ιστορία του φόρου αυτού είναι μεγάλη και σαφώς δεν προέκυψε λόγω της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Εμφανίστηκε αρκετά χρόνια πριν, το 1983, και μάλιστα το ποσοστό ήταν τότε 30% επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων. Η κατάργησή του αποτελούσε πάγιο αίτημα των θεσμικών οργάνων του ευρύτερου κλάδου της Επικοινωνίας, της ΕΔΕΕ και του ΣΔΕ, ιδιαίτερα από το 1987 και μετά, όταν επιπλέον επιβλήθηκε και ο φόρος προστιθέμενης αξίας, με την φορολογία της τηλεοπτικής διαφήμισης να φθάνει στο 48%, στο οποίο περιλαμβανόταν ο ειδικός φόρος διαφήμισης στην τηλεόραση και 18% ΦΠΑ. Ωστόσο από το 2004 ξεκίνησε η μείωσή του.

Ο φόρος μειώθηκε από το 30% στο 25% από την 1η Ιουλίου του 2004 και στο 20% την 1η Ιουλίου του 2005. Παρόλα αυτά, ακόμη και μετά τις μειώσεις, η φορολογία παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, αφού μέχρι τότε οι τηλεοπτικές διαφημίσεις φορολογούνταν με συντελεστή 39% μετά και την αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ κατά 1%. Τέλος, τον Νοέμβριο του 2007 εξαλείφθηκε εντελώς, δίνοντας ανάσα στην αγορά ( Ν.3427/05, άρθρο 38). Ωστόσο, το 2010, με την χρεοκοπία της χώρας, ο φόρος αυτός επανήλθε από την κυβέρνηση του Γιώργου Α. Παπανδρέου, η οποία τον συμπεριέλαβε τον Μάιο του 2010 στο πρώτο μνημόνιο που υπέγραψε η χώρα με τους εταίρους της (Ευρωπαϊκή Ένωση και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και το ΔΝΤ (Ν. 3845/2010).

Ωστόσο, η οδύσσεια της εφαρμογής του μόλις εκείνη την στιγμή ξεκίνησε. Η ίδια κυβέρνηση λίγους μήνες μετά την ψήφισή του, τον μετέθεσε για την 1η Ιανουαρίου του 2012, ενώ μέσα στο 2011 μετέθεσε ξανά την ημερομηνία εφαρμογής με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, για την 1η Ιανουαρίου του 2013.Ο νόμος αυτός λοιπόν κρέμονταν διαρκώς ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα τηλεοπτικά κανάλια και την διαφημιστική αγορά, αφού τους μήνες που ακολούθησαν δεν ελήφθη κάποια συγκεκριμένη απόφαση για την τύχη του. Από την μια δεν μπορούσε να εξαλειφθεί τελείως, αφού ανήκε στις μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, από την άλλη δεν μπορούσε να επιβληθεί άμεσα, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης της αγοράς και των καναλιών.

Έτσι, με νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του 2012 μετατέθηκε πάλι η διάταξη για την 1η Ιανουαρίου του 2014, ενώ στα τέλη του 2013, η ημερομηνία μετατέθηκε και πάλι για την 1η Ιανουαρίου του 2015. Το αλαλούμ με τον φόρο τηλεοπτικών διαφημίσεων ωστόσο συνεχίστηκε και τον περασμένο Ιούλιο, όταν το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στην Βουλή στις αρχές του μήνα αυτού από την απερχόμενη κυβέρνηση, με στόχο να ψηφιστεί άμεσα προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για μια νέα συμφωνία Ελλάδας- εταίρων, αν και έκανε λόγο για κατάργηση της αναστολής του, παράλληλα προέβλεπε… την άμεση εφαρμογή της απευθείας τιμολόγησης των διαφημιζόμενων από τα ΜΜΕ που προβλέπεται στον Ν.4279/2014 και λίγες μέρες νωρίτερα η εφαρμογή της είχε μετατεθεί για τον Ιανουάριο του 2016!

Ωστόσο, με παρέμβαση της ΕΔΕΕ προς την τότε κυβέρνηση, το λάθος εντοπίστηκε, ο εν λόγω νόμος μετατέθηκε οριστικά για τον Ιανουάριο του 2016, ενώ την ίδια στιγμή άνοιγε ο δρόμος για την άμεση είσπραξη του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων.

Πάνος Κυριακόπουλος, Πρόεδρος ΕΙΤΗΣΕΕ: «Ο φόρος είναι καταστρεπτικός, δεν είναι πρωτεύον θέμα ο τρόπος καταβολής του»
Ο φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων καταστρέφει ούτως ή άλλως την αγορά, οπότε ο τρόπος καταβολής του δεν είναι το πρωτεύον θέμα, αφού αφορά κυρίως στους διαφημιζόμενους αναφέρει ο Πρόεδρος της ΕΙΤΗΣΕΕ και Διευθύνων Σύμβουλος του Star Channel, Πάνος Κυριακόπουλος, μιλώντας στο Marketing Week. Η πλήρης δήλωσή του για το ζήτημα είναι η εξής: «Η θέση της ΕΙΤΗΣΕΕ είναι ότι ο φόρος των τηλεοπτικών διαφημίσεων καταστρέφει την αγορά και δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ της τηλεόρασης και των άλλων μέσων. Ο τρόπος καταβολής του δεν είναι το πρωτεύον θέμα και αφορά κυρίως τους διαφημιζόμενους οι οποίοι έχουν την ευθύνη καταβολής του. Προφανώς στην αγορά που ζούμε σήμερα οποιοδήποτε μέτρο που δυσκολεύει την ρευστότητα των επιχειρήσεων είναι εξ’ ορισμού μία αρνητική ενέργεια».

Γρηγόρης Αντωνιάδης, Πρόεδρος ΣΔΕ: «Δεν τίθεται θέμα αιφνιδιασμού, ήταν αναμενόμενη κίνηση»
«Η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη, αφού είχε προαναγγελθεί αρκετές φορές από τα αρμόδια στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης. Δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα αιφνιδιασμού. Ούτως ή άλλως, πολλοί διαφημιζόμενοι απέδιδαν τον φόρο κάθε μήνα και δεν περίμεναν τον Ιανουάριο του 2016 να το κάνουν. Όσοι δεν το έκαναν βέβαια, θα πρέπει να το κάνουν πλέον. Σε κάθε περίπτωση, κάθε φόρος και μάλιστα αυτού του μεγέθους δεν βοηθά στην ανάκαμψη του κλάδου της Επικοινωνίας. Το αντίθετο θα έλεγα, επιφέρει άλλο ένα πλήγμα σε μια αγορά που ήδη μετρά απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ από την έναρξη της κρίσης το 2008».

Μανόλης Παπαπολύζος, Πρόεδρος ΕΔΕΕ: «Το πρόβλημα είναι οι βαρύτατοι έμμεσοι φόροι»
«Με δεδομένο ότι οι εταιρείες του κλάδου απλώς μεταφέρουν τα χρήματα του φόρου από τον διαφημιζόμενο στο Μέσο, θεωρούμε τη νέα ΠΟΛ., από ουδέτερη έως ήσσονος ενδιαφέροντος για τις εταιρείες του κλάδου μας. Το μείζονος σημασίας ερώτημα είναι γιατί η διαφημιστική αγορά, και εν προκειμένω η τηλεόραση, βαρύνεται με έμμεσους φόρους που αθροίζουν 64,5% (Αγγελιόσημο 21,5%, Φόρος Τηλεόρασης 20%, ΦΠΑ 23%). Την ώρα που άλλοι κλάδοι ξεσηκώνονται για την μη επιβολή ΦΠΑ ή για τη μη αύξησή του από το 13% στο 23%, το ποσοστό 64,5% με το οποίο επιβαρύνεται η διαφήμιση είναι αδιανόητο. Ιδιαίτερα όταν η διαφήμιση είναι παραγωγική δαπάνη και όπως αποδεικνύεται από σχετική, πρόσφατη μελέτη της ΕΔΕΕ, κάθε ένα ευρώ που επενδύεται στην διαφήμιση παράγει το 4πλάσιο για την ελληνική οικονομία. Αλλοίμονο αν κάθε παραγωγική δαπάνη επιβαρυνόταν με 64,5%. Σε αυτή τη χώρα, αντί να περικόπτουμε τις άχρηστες δαπάνες, σκοτώνουμε με υπερφορολόγηση τους παραγωγικούς κλάδους. Εκεί βρίσκεται το πρόβλημα και αφορά όλους μας».

Με αριθμούς*
– Η επιβολή ειδικών επιβαρύνσεων που επιβάλλονται από το ελληνικό κράτος επιβαρύνουν περίπου το 64,8% (23% ΦΠΑ, ειδικός φόρος τηλεόρασης 20%, αγγελιόσημο 21,5%, τέλος υπέρ τυφλών 0,3%) της δαπάνης των διαφημιζομένων.
– Η μείωση του κύκλου εργασιών των καναλιών στην περίοδο 2008-2013 ήταν της τάξεως του 48% και βαίνει συνεχώς μειούμενος.
– Από το 2008 μέχρι και το 2013 οι καθαρές ζημίες των καναλιών αυξήθηκαν κατακόρυφα. Αυτό είχε ως συνέπειες την μείωση της εγχώριας παραγωγής κατά 67%, τη μείωση του προσωπικού των τηλεοπτικών σταθμών κατά 17% και συνολικές ζημίες που ξεπέρασαν τα 500 εκατ. ευρώ.
– Η αγορά για να επανέλθει στα επίπεδα του 2009 θα πρέπει να ανέβει κατά περισσότερο από 324%, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται εδώ το τελευταίο χρονικό διάστημα των capital controls.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *