Από τη Ματίνα Παπαχριστούδη
Τελικά σε αυτή τη χώρα το έχουμε συνήθειο να σπάμε τα ρεκόρ. Από τον Ιούνιο του 1989 όταν εκδόθηκε ο νόμος 1866, ο οποίος άνοιξε το δρόμο για τη λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα, πέρασαν 26 ολόκληρα χρόνια. Τα τηλεοπτικά κανάλια λειτούργησαν, μεγάλωσαν, συρρικνώθηκαν, μεταδίδονται ψηφιακά, αποτελούν μια ξεχωριστή «αγορά» με τους δικούς της κανόνες. 26 χρόνια μετά το πολιτικό και επιχειρηματικό ζητούμενο παραμένει ένα. Η αδειοδότηση των καναλιών! Αυτά τα χρόνια ψηφίστηκαν τέσσερις νόμοι για την τηλεόραση και τα ΜΜΕ συνολικά, από τους Ευάγγελο Βενιζέλο, Δημήτρη Ρέππα, Θεόδωρο Ρουσόπουλο, Μιχάλη Χρυσοχοϊδη. Οι δυο από αυτούς αναφερόταν και στην ψηφιακή μετάδοση και ψηφιακή μετάβαση. Πριν γράψουμε οτιδήποτε άλλο να θυμίσουμε απλά, ότι όλοι οι παραπάνω νόμοι ψηφίστηκαν Καλοκαίρι!
Κι έρχεται πάλι Καλοκαίρι, από μια κυβέρνηση που στήριξε σε μεγάλο βαθμό την προεκλογική της πολιτική στον πόλεμο με τους «παράνομους» τηλεοπτικούς σταθμούς, και φέρνει σε δημόσια διαβούλευση ένα νέο σχέδιο νόμου για την τηλεοπτική αδειοδότηση και με σαφείς προεκτάσεις στην ψηφιακή μετάδοση, μέσω ρυθμίσεων για την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών.
Στα ρεπορτάζ γράφουμε για τις ρυθμίσεις που εισάγει το σχέδιο νόμου. Έχει ωστόσο σημασία να επισημανθεί πως υπάρχει πολύς χρόνος μέχρι το συγκεκριμένο σχέδιο να έρθει, προφανώς από Σεπτέμβριο, στη Βουλή. Το επισημαίνουμε γιατί κανείς δεν αποκλείει πως ο Σεπτέμβρης θα είναι ένας προεκλογικός μήνας! Ορίστε λοιπόν πως για μια ακόμη φορά με την 7η ή 8η κατά σειρά κυβέρνηση σε αυτόν τον τόπο, τα τηλεοπτικά κανάλια μετατρέπονται σε ισχυρό στρατηγό στη σκακιέρα της πολιτικής διαπραγμάτευσης. Απόλυτα λογικό, αν σκεφθεί κάνεις πως ακριβώς αυτά τα τηλεοπτικά κανάλια που λειτουργούν χωρίς επίσημες άδειες λειτουργίας αλλά με προσωρινή νομιμότητα, με διαχρονική ευθύνη του κράτους και των πολιτικών εκφραστών του, εμπορεύονται και πουλάνε στην αγορά της επικοινωνίας το πιο πολύτιμο εμπόρευμα. Την ενημέρωση και επιρροή των πολιτών.
Σε αυτό το περιοδικό καθόλου δεν μας ευχαριστεί αυτό το ελληνικό παράδοξο. Γιατί αντί να ασχολούμαστε με την τηλεόραση ως Μέσο, αναγκαζόμαστε να λαμβάνουμε συνεχώς υπόψη μας τις εξελίξεις σε αυτήν, ως Μέσο πολιτικών παιχνιδιών σε ένα διαρκές αλισβερίσι. Χαμένοι η ίδια η τηλεόραση ως Μέσο σε ότι αφορά την τεχνολογία και τη λειτουργία της και οι πολίτες ως δέκτες του Μέσου αυτού.
Η ψηφιακή μετάβαση που ελπίζαμε όλοι πως θα ήταν ικανή να βάλει μια τάξη στο χαοτικό σύστημα τηλεοπτικής ανάπτυξης στη χώρας, μετατράπηκε σε ένα ακόμη γόρδιο δεσμό, με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα.
Το ίδιο το σχέδιο νόμου ως βάση συζήτησης είναι ένα σχεδόν «τέλειο» σχέδιο. Ασαφές εκεί που απαιτείται περισσότερη ευλυγισία και διαπραγμάτευση, απόλυτα σαφές εκεί που το κράτος θέλει να έχει τον έλεγχο. Το κυρίαρχο στοιχείο του είναι ότι δεν προβλέπει τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών ανά κατηγορία, ούτε και το ελάχιστο τίμημα της δημοπρασίας. Λες και περιμένει να εκφραστούν επιχειρηματικά οι ιδιοκτήτες για το τι ακριβώς τους συμφέρει. Αντιθέτως οι προϋποθέσεις για το μετοχικό κεφάλαιο και τους ιδιοκτήτες είναι σαφείς και λεπτομερείς. Το δεύτερο σημαντικό στοιχεία είναι ότι ιδρύει τον κρατικό πυλώνα, ανταγωνιστή της Digea, τον πάροχο δικτύου της ΕΡΤ ως ανεξάρτητη εταιρεία Α.Ε. Δεν θέλουμε να προτρέχουμε αλλά με οδηγό την εμπειρία ποιος θα αποκλείσει μελλοντικά μια πιθανή συνεργασία μεταξύ ΕΡΤ και Digea; Ο ιδιωτικός πάροχος δικτύου πάντως χάνει τον τέταρτο πολυπλέκτη του, εφόσον δεν τον εκμεταλλεύεται!
Πηγή:
Editorial, ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ, τεύχος Αυγούστου 2015