Μετά την ηχηρή “σφαλιάρα” της έκθεσης του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου-IPI με την αρνητική αξιολόγηση σε όλους τους δείκτες “μέτρησης” της ελευθερίας του Τύπου και της πολυφωνίας στη χώρα μας, έρχονται οι “Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα-RSF” να τινάξουν στον αέρα το βόλεμα του Μαξίμου ότι ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης και όλους τους δημοσιογράφους.
Σε αποκλειστική ανταπόκριση από την Αθήνα η διεθνής οργάνωση η οποία δημοσιοποιεί κάθε χρόνο και την κατάταξη της ελευθερίας του Τύπου σε όλο τον κόσμο, αποκαλύπτει ότι “Το ελληνικό Ανώτατο Δικαστήριο προσπαθεί να θάψει βασική έρευνα για ένα σκάνδαλο μαζικής παρακολούθησης που στόχευε δημοσιογράφους”!
Πρόκειται για το γνωστό πια σκάνδαλο του predator gate με τη χρήση του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού για τις παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων από την ΕΥΠ. Η κυβέρνηση που αρχικά είχε απορρίψει το “σκάνδαλο” αλλά μετά από τις σφοδρές διεθνείς αντιδράσεις αναγκάστηκε να το παραδειχτεί, κατάφερε να “βγει λάδι” με το περίφημο πόρισμα της αντιεισαγγελέως του Αρείου Πάγου στο οποίο κρίθηκε ότι “δεν υπήρξε ελληνική κρατική υπηρεσία που να χρησιμοποίησε το Predator”. Δυόμισι σχεδόν μήνες μετά εκείνο το πόρισμα, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης “θάβει” για 2η φορά το σκάνδαλο με την οριστική απόρριψη του αιτήματος του δημοσιογράφου Σταύρου Μαλιχούδη να έχει πρόσβαση στον φάκελο της έρευνας σχετικά με την παρακολούθηση του από την Ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ).
Τι καταγγέλλουν οι Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα
Στην αποκλειστική αναφορά των RSF σημειώνεται ότι “πριν τρία χρόνια, ο δημοσιογράφος Σταύρος Μαλιχούδης ανακάλυψε ότι οι Έλληνες αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών παρακολουθούσαν το τηλέφωνο του, ήταν η πρώτη από τις πολλές περιπτώσεις στο σκάνδαλο παρακολούθησης «Predatorgate». Σήμερα υπάρχει πρόσφατη δικαστική απόφαση με την οποία προστατεύονται οι δράστες των παρακολουθήσεων από το να παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη”
Όπως υπογραμμίζεται, στις 24 Οκτωβρίου, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης απέρριψε οριστικά το αίτημα του δημοσιογράφου Σταύρου Μαλιχούδη να έχει πρόσβαση στον φάκελο της έρευνας σχετικά με την παρακολούθηση του από την Ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ). Η απόρριψη κοινοποιήθηκε μέσω χειρόγραφου σημειώματος, το οποίο βρίσκεται στην κατοχή της η RSF. Το σημείωμα δεν παρέχει καμία ουσιαστική αιτιολόγηση για την απόφαση – η οποία εκδόθηκε σχεδόν τρία χρόνια μετά την αποκάλυψη της αυθαίρετης παρακολούθησης – και απλώς αναφέρει ότι ο δημοσιογράφος “δεν ήταν άμεσο θύμα”.
Όπως είναι φανερό ο δημοσιογράφος δεν έχει πλέον κανένα μέσο να αμφισβητήσει την απόρριψη και ελάχιστη ελπίδα ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη. “Έτσι ακριβώς θα ενεργούσε κάποιος που ήθελε να θάψει την έρευνα για την αυθαίρετη παρακολούθηση του Σταύρου Μαλιχούδη”, υπογραμμίζουν οι RSF και καλούν τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου να δώσει εξηγήσεις για αυτή την απόφασή του. Πρόκειται για “επίθεση στην προστασία των πηγών των δημοσιογράφων, τον ακρογωνιαίο λίθο της ελευθερίας του Τύπου και δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητη. Η Ευρώπη παρακολουθεί κύριε Αχιλλέα Ζήση”, σημειώνει η διεθνής ένωση.
Το ιστορικό
Η παρακολούθηση από την ΕΥΠ του Σταύρου Μαλιχούδη, ο οποίος καλύπτει θέματα μετανάστευσης, αποκαλύφθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2021, όταν στην ιστοσελίδα της Εφημερίδας των Συντακτών (efsyn.gr) δημοσιεύθηκε έγγραφο της ΕΥΠ που διέρρευσε και το οποίο αποκάλυπτε ότι οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν κατασκοπεύσει τον δημοσιογράφο σε μια προσπάθεια να μάθουν τις πηγές του. Την υπόθεση ακολούθησε σύντομα αντίστοιχη αποκάλυψη από τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη. Το αναγνωρισμένο πια ως «Predetorgate», ένα μεγάλο σκάνδαλο, αφορούσε περίπου δέκα δημοσιογράφους και υψηλόβαθμους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης που είτε στοχοποιήθηκαν με το spyware Predator είτε τέθηκαν υπό πιο συμβατικούς τύπους παρακολούθησης. Πρόσφατα δημοσιεύματα του Τύπου αποκάλυψαν επίσης την ύπαρξη κέντρου ελέγχου της ΕΥΠ που είναι υπεύθυνο για αυτές τις επιχειρήσεις επιτήρησης. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκοπεία του Σταύρου Μαλιχούδη δεν είναι ακόμη σαφείς.
Στις 30 Ιουλίου, το ελληνικό Ανώτατο Δικαστήριο επέλεξε να μην ασκήσει δίωξη κατά της ΕΥΠ ή των υπευθύνων που είχαν την πολιτική εποπτεία της, παρά τις πολυάριθμες δημοσιογραφικές έρευνες που αποκάλυψαν τη συμμετοχή των υπηρεσιών πληροφοριών στην παράνομη παρακολούθηση δημοσιογράφων και πολιτικών.
“Οι υπηρεσίες πληροφοριών είναι απαραίτητες για τις λειτουργίες του κράτους, αλλά οι ενέργειές τους πρέπει να επιβλέπονται προσεκτικά”, δήλωσε ο Δημήτρης Γεωργακόπουλος, νομικός εκπρόσωπος του Σταύρου Μαλιχούδη. “Η υπόθεση Μαλιχούδη στην Ελλάδα δείχνει ένα σοβαρό πλήγμα για την ελευθερία του Τύπου: ακόμη και οι δημοσιογράφοι που διεξάγουν νόμιμες έρευνες και έχουν πηγές πληροφόρησης, μπορούν να παρακολουθούνται ως “απειλή για την εθνική ασφάλεια” χωρίς να αντιμετωπίζουν κατηγορίες ή να γνωρίζουν τις λεπτομέρειες της παρακολούθησής τους. Κανείς δεν λογοδοτεί και οι δημοσιογράφοι δεν έχουν πρόσβαση στα δικά τους αρχεία. Έτσι θολώνουν τα όρια μεταξύ της εθνικής ασφάλειας και της παράνομης παρακολούθησης των πολιτών”
Παρά το γεγονός ότι τον Φεβρουάριο του 2022 κατέθεσε μήνυση με την οποία απαιτούσε να λογοδοτήσουν οι ένοχοι, ο Σταύρος Μαλιχούδης αντιμετώπισε πρωτοφανή διαδικαστικά εμπόδια. Σε γενικές γραμμές, οι εισαγγελικές έρευνες ολοκληρώνονται είτε με την άσκηση κατηγοριών είτε με την επίσημη αρχειοθέτηση της υπόθεσης και την παροχή ενός λόγου για την απόσυρσή της. Ωστόσο, η υπόθεση του Σταύρου Μαλιχούδη παραμένει ανοιχτή χωρίς καμία αιτιολογία και το θύμα δεν έχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα του φακέλου της υπόθεσής του. Αυτές οι διαδικαστικές ανωμαλίες εγείρουν βαθιές ανησυχίες σχετικά με το εάν η υπόθεση ερευνήθηκε ποτέ πραγματικά.
Αν και η αγωγή κατατέθηκε απευθείας στον Άρειο Πάγο λόγω διακυβευόμενου δημοσίου συμφέροντος, γρήγορα μεταφέρθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών, γεγονός που καθυστέρησε και περιέπλεξε την έρευνα. Η υπόθεση επέστρεψε στο Ανώτατο Δικαστήριο μετά από σχεδόν ένα χρόνο και συνδέθηκε με υποθέσεις Predator Gate. Τον Ιούλιο του 2024, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου εξέδωσε την πρώτη απόρριψη του αιτήματος του Σταύρου Μαλιχούδη, απόφαση που επιβεβαιώθηκε από τη δεύτερη, οριστική άρνηση τον Οκτώβριο του 2024.
Η RSF καλεί τον αναπληρωτή εισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ελλάδας να εξηγήσει την άρνησή του να επιτρέψει στον Σταύρο Μαλιχούδη την πρόσβαση στον φάκελο της έρευνας για την υπόθεσή του και να εγγυηθεί μια ταχεία και αποτελεσματική έρευνα.
** Η Ελλάδα βρίσκεται στην 88η θέση από 180 χώρες στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου του RSF για το 2024 , τη χαμηλότερη κατάταξη χώρας από όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πηγή: neostrategy.gr