Διαβάζουμε στην Εφημερίδα των Συντακτών
Προτάσεις για νέο νόμο ελευθερίας του Τύπου…
Του Μανώλη Βασιλάκη*
Σκοπός του περί Τύπου νόμου ήταν -υποτίθεται- η προστασία της τιμής και της υπόληψης των πολιτών και η αποκατάσταση σε περίπτωση συκοφάντησης. Δεν είναι ο αθέμιτος πλουτισμός και η δήθεν αποκατάσταση του ενάγοντος όταν έπειτα από χρόνια τελεσιδικήσει η υπόθεση. Ο N. 1178/1981, όπως τον χειροτέρεψαν οι νόμοι Βενιζέλου 2243/94 και 2328/1995, έγινε ακριβώς εργαλείο εκβιασμού, φίμωσης και αθέμιτου πλουτισμού από αυτούς που έχουν κάνει επικερδές επάγγελμα την υπεράσπιση της δήθεν θιγείσης τιμής και υπόληψής τους και το απόλυτο εργαλείο για δημόσια πρόσωπα ώστε να επιβάλουν τη λογοκρισία στην κριτική στην οποία δείχνουν σφοδρή δυσανεξία. Μετατράπηκε σε μάστιγα της ελευθερίας του λόγου και του Τύπου.
Θα μπορούσα να δώσω πολλά παραδείγματα για το πώς ο λεγόμενος «τυποκτόνος νόμος» όχι μόνο δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο υποτίθεται ότι θεσπίσθηκε, αλλά σχεδόν πάντα λειτουργεί υπέρ των εχθρών της ελευθερίας του λόγου.
Καταρχήν, ο εμφανιζόμενος ως θιγμένος δεν ζητά την άμεση ανάκληση όσων υποτίθεται ότι τον έθιξαν βαρύτατα, δεν ζητά την άμεση αποκατάσταση, αλλά με μια αγωγή ζητά αποζημίωση εκατοντάδων χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ευρώ. Και μόνον αυτό αρκεί για να αποδειχτεί ότι ο νόμος είναι κακός και πρέπει να αλλάξει.
Και μόνον αυτό αρκεί για να αποδειχτεί ότι ο ενάγων υποκρίνεται τον θιγμένο, αφού άλλα είναι εκείνα που τον ενδιαφέρουν: θα υπομένει την προσβολή για όσα χρόνια απαιτηθεί ώστε να «αποκατασταθεί» η τιμή του που τιμή δεν έχει, αφενός με την όσο γίνεται μεγαλύτερη χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που δήθεν υπέστη και αφετέρου με τη δήθεν αποκατάσταση διά της καταχώρισης στον Τύπο περίληψης της απόφασης που έκανε δεκτή –έστω και κατά μικρό ποσοστό– την αγωγή του.
Καμιά φράση αυτού του νόμου δεν έχει γραφεί για να υπηρετεί τον υποτίθεται δίκαιο σκοπό του. Δεν υπάρχει διαστροφή του νοήματος της δημόσιας κριτικής, ακόμη και βιασμός του ύφους, που να μην ευνόησε ο νομοθέτης και να μην αποδέχτηκε η εθελοτυφλία της νομολογίας, εξ ου και οι τόσες καταδίκες της χώρας μας στο Στρασβούργο.
Ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα στους ενάγοντες να κακοποιήσουν την ελευθερία του άλλου, την ελευθερία του λόγου και του Τύπου, προκειμένου να διεκδικήσουν ένα μεγάλο ποσόν που θα απαλύνει τον ψυχικό πόνο που υπέστησαν (π.χ. το άλγος που ένιωσε «έξαλλος ακροδεξιός εθνολαϊκιστής» πολιτικός, το οποίο θα εξαλειφθεί με την καταβολή 2 εκατομμυρίων ευρώ).
Και το πραγματικό θύμα, ο διωκόμενος συντάκτης του επίμαχου δημοσιεύματος, δεν έχει το παραμικρό όπλο να αντισταθεί στον παραλογισμό αυτού του άδικου νόμου, παρά μόνο αν έχει την τύχη να χειριστούν την υπόθεσή του δικαστές που δεν αγνοούν τη νομολογία του Δικαστηρίου του Στρασβούργου (και του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ). Σε περίπτωση απόρριψης της αγωγής, που σημαίνει ότι ήταν προφανώς αβάσιμη, καταχρηστική ή και εκβιαστική, παραδόξως δεν θεωρείται ότι προσεβλήθη η προσωπικότητα ή άλλα έννομα αγαθά τού αδίκως εναχθέντος ή ότι υπέστη ηθική βλάβη ώστε να μπορεί να ασκήσει κάποιο ένδικο μέσον.
Με δυο λόγια, με την άσκηση αγωγής, ο ενάγων δεν έχει να χάσει τίποτε, αντιθέτως υπάρχει πιθανότητα να κερδίσει ένα μεγάλο ή καμιά φορά και τεράστιο ποσόν με τα κατώτατα όρια που όρισε με προφανή δόλο ο νομοθέτης. Ακόμη κι αν ο εναγόμενος δικαιωθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αποζημιώνεται από τους Ελληνες φορολογουμένους, ενώ ο αδικοπραγήσας ενάγων μπορεί να απολαμβάνει ανενόχλητος τα χρήματα που αθεμίτως αποκόμισε με τις επανειλημμένες κακοδικίες των ελληνικών δικαστηρίων.
Ο εναγόμενος, στην καλύτερη περίπτωση έπειτα από χρόνια ταλαιπωρίας, θα πρέπει να αισθάνεται δικαιωμένος αν απορριφθεί η αγωγή, στη χειρότερη μπορεί να χάσει το σπίτι ή την περιουσία του και σε κάθε περίπτωση ένα μέρος της ελευθερίας του και την ψυχική του ηρεμία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εχει συμβεί ακόμη και το ακραίο κρούσμα να υποβάλλονται πολλές πανομοιότυπες αγωγές για το ίδιο κείμενο και να προσδιορίζονται σε διαφορετικές ημερομηνίες ώστε ο εναγόμενος να καταστρέφεται οικονομικά και ψυχολογικά διά της δικαστικής διαδικασίας και μόνο.
Θα μπορούσα να συνεχίσω περιγράφοντας τις διαστροφές του νόμου της ανελευθερίας, αλλά είναι προτιμότερο να παραθέσω μερικές ιδέες και προτάσεις, όχι βέβαια νομοτεχνικά επεξεργασμένες, αφού δεν είμαι νομικός, οι οποίες θα συνέβαλλαν στη σύνταξη ενός νόμου ελευθερίας του λόγου και του Τύπου και όχι ανελευθερίας, εκβιασμού και τρομοκρατίας, όπως συμβαίνει με τον σημερινό νόμο.
1. Προϋπόθεση του παραδεκτού έγερσης αγωγής αστικής αποζημίωσης είναι να έχει ζητήσει ο ενάγων αποκατάσταση της αλήθειας και να υπήρξε άρνηση, απροθυμία ή μη επαρκής και ρητή αποκατάσταση. Η αποκατάσταση της αλήθειας θεωρείται οιονεί εξωδικαστικός συμβιβασμός. Προθεσμία κατάθεσης της αγωγής αστικής αποζημιώσεως να είναι 6 μήνες από το επίμαχο δημοσίευμα (και όχι 5 χρόνια όπως ισχύει σήμερα).
2. Μετά την υποβολή της η αγωγή μελετάται από αρμόδιο προς τούτο δικαστικό λειτουργό-εισηγητή και, σε περίπτωση που είναι προφανώς αβάσιμη, καταχρηστική, εκβιαστική ή τα αιτήματά της αντίκεινται στις αποφάσεις του ΕΔΑΔ, τίθεται στο αρχείο με την ανάπτυξη του σχετικού σκεπτικού, ώστε ο ενάγων να μπορεί να το προσβάλει εφόσον επιμένει στην αγωγή του.
3. Σε περίπτωση απόρριψης της αγωγής επιδικάζεται το ήμισυ του αιτηθέντος και απορριφθέντος ποσού στον εναγόμενο. Θα μπορούσε να γίνει αυστηρότερο αν προσθέταμε και για το απορριφθέν μέρος. Αυτό είναι το κλειδί για να σταματήσει η βιομηχανία υποβολής καταχρηστικών αγωγών, χωρίς καμιά συνέπεια για τους ενάγοντες. Η προσθήκη θα περιόριζε αυτομάτως τις απαιτήσεις εκατοντάδων χιλιάδων ή εκατομμυρίων ευρώ.
4. Προϋπόθεση χρηματικής αποζημίωσης για ηθική βλάβη πολιτικού ή δημοσίου προσώπου είναι να έχει υποβάλει εκτός από αγωγή και μήνυση ο ενάγων. Μέχρι την εκδίκαση της μήνυσης η συζήτηση της αγωγής αναστέλλεται.
5. Σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αγωγή αλλά ο εναγόμενος δικαιωθεί από το ΕΔΑΔ, δικαιούται να ζητήσει ως αποζημίωση όλο το αιτούμενο ποσόν εντόκως από τον ενάγοντα εις ολόκληρο με το Ελληνικό Δημόσιο.
6. Σε περίπτωση υποβολής πολλών και με το ίδιο περιεχόμενο αγωγών για ένα άρθρο ή βιβλίο ή την αρθρογραφία ή εκπομπή/ές που αφορά ένα θέμα, αυτές υποχρεωτικά συνεκδικάζονται.
7. Σε περίπτωση καταδίκης της χώρας μας από το ΕΔΑΔ, οι ενάγοντες υποχρεούνται να επιστρέψουν τα ποσά που αθεμίτως εισέπραξαν και επιπλέον να αποζημιώσουν τον εναγόμενο αντί των Ελλήνων φορολογουμένων.
8. Τα κατώτερα ποσά που όριζε ο προηγούμενος νόμος καταργούνται και αφήνονται στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου. Ωστόσο, αυτά δεν μπορεί να είναι υπερβολικά ή εξοντωτικά, έτσι που να καταστρέφουν το μέσον ενημέρωσης ή τον συντάκτη του επίδικου δημοσιεύματος.
* Ο Μ. Βασιλάκης είναι διευθυντής της Athens Review of Books.