Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Η γραμμή στα ΜΜΕ δόθηκε δια στόματος πρωθυπουργού σε λαϊκό μεσημεριανάδικο. «Μυρίζει εκλογές», είπε και αίφνης η ατζέντα άλλαξε. Οι δημοσκοπήσεις θα δώσουν τον τόνο το επόμενο διάστημα σε μια ακόμη μαζική επιχείρηση χειραγώγησης της πραγματικότητας που βιώνει ο ελληνικός λαός. Η κυβέρνηση ανοίγει πάλι το πουγκί των επιδοτήσεων για τις επιχειρήσεις μίντια. Με τη συζήτηση για διανομή 12 εκατ. ευρώ για επιχορήγηση αντικατάστασης τεχνολογικού εξοπλισμού για τις εφημερίδες αξίας δεκάδων εκατ. ευρώ, με την ανακοίνωση πως θα δοθούν 35 εκατ. ευρώ σε δήμους και περιφέρειες για να πληρώσουν την Digea, ώστε να βάλει επιτέλους τηλεοπτικούς πομπούς ψηφιακού σήματος σε όλη τη χώρα. Όλα αυτά, ενώ το κράτος έχει ήδη αναλάβει την πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών για τα μίντια
και έχει αποπληρώσει τα χρέη των εκδοτών στο ασφαλιστικό ταμείο των εργαζομένων με τουλάχιστον 9 εκατ. ευρώ, έχει επιδοτήσει τη διανομή και πληρώνει εκατομμύρια για κρατική διαφήμιση, με κριτήριο διανομής τον βαθμό υποταγής.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρωθυπουργός με μεγάλη άνεση χαρακτήρισε την έκθεση των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα που κατέταξε την Ελλάδα στην 108η θέση στον δείκτη περί ελευθερίας του Τύπου ως «σκατά». Αυτή ήταν η απάντηση που δόθηκε στη συζήτηση που έγινε με αφορμή την επέτειο 25 χρόνων από την ίδρυση του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του LSE στο Λονδίνο, σε μεταπτυχιακό φοιτητή ο οποίος ρώτησε για την κατάσταση του Τύπου στην Ελλάδα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί και χαρακτηρίζει έτσι τη διεθνή οργάνωση γιατί γνωρίζει ότι η δημοσιογραφία στη χώρα μας είναι πλήρως ελεγχόμενη και χειραγωγούμενη μέσω των κρατικών επιδοτήσεων και ενισχύσεων στις επιχειρήσεις ΜΜΕ.
Η κρατική προπαγάνδα είναι ο ουσιαστικός αρχισυντάκτης στα μίντια. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι βρίσκονται στα όρια οικονομικής εξαθλίωσης με διαλυμένες εργασιακές σχέσεις, σε ένα πλήρως ελεγχόμενο περιβάλλον, το οποίο στηρίζει και συντηρεί, με την πλήρη ανυπαρξία δράσης, η συνδικαλιστική ένωση της ΕΣΗΕΑ, η οποία ελέγχεται από τις δυνάμεις ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία δέκα χρόνια. Οι δημοσιογράφοι συνεχίζουν και ασκούν τη δημοσιογραφία σε μικρά αυτόνομα ψηφιακά Μέσα, στα κοινωνικά δίκτυα και σε ρεπορτάζ στα έντυπα, κυρίως, Μέσα. Κι αυτό είναι η μόνη ελπίδα της δημοσιογραφίας.