H αναγέννηση του κρατικού καθολικού παρόχου δικτύου και ο ρόλος της Digea
Από τη Μ. Παπαχριστούδη
Η επάνοδος του τηλεοπτικού σήματος της ΕΡΤ σχεδόν στην επέτειο των δυο χρόνων από το λουκέτο στην κρατική ραδιοτηλεόραση της χώρας, συνοδεύεται και από την αναγέννηση του κρατικού δικτύου εκπομπής. Στις προθέσεις τουλάχιστον του νομοθέτη. Γιατί στην πραγματικότητα η επίτευξη του στόχου αναγέννησης της ΕΡΤ ως «καθολικός πάροχος δικτύου» είναι μια αρκετά δύσκολη και περίπλοκη υπόθεση.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στο νόμο πλέον για την επάνοδο της ΕΡΤ στη θέση της ΝΕΡΙΤ, προβλέπεται πως η εταιρεία είναι πάροχος δικτύου εκ του νόμου (όπως ήταν βέβαια και η ΝΕΡΙΤ), πως ο αρμόδιος υπουργός Δικτύων και Μεταφορών θα υπογράψει την απόφαση για την παραχώρηση ψηφιακών τηλεοπτικών συχνοτήτων, πως μέχρι αυτό να συμβεί οι κεραίες της ΕΡΤ δεν έχουν ανάγκη αδειοδότησης, πως η νέα ΕΡΤ θα μπορεί να μεταφέρει στις συχνότητες της και άλλους τηλεοπτικούς σταθμούς. Επιπρόσθετα για να γίνει ακόμη πιο καθαρός ο στόχος με προσθήκη λίγο πριν ψηφισθεί ο νόμος, κατοχυρώθηκε μια ακόμη δυνατότητα. Πώς η ΕΡΤ μπορεί να μεταφέρει τα σήματα «τρίτων», άλλων καναλιών δηλαδή με απαλλαγή από κάθε υποχρέωση αδειοδότησης!
Η θεσμοθέτηση αυτών των προβλέψεων για την ΕΡΤ οδηγεί στο στόχο να δημιουργηθεί πάλι ένα κραταιό δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο θα μπορεί να αναπτύξει κάθε είδους δραστηριότητες. Από την εκπομπή ψηφιακών τηλεοπτικών σημάτων, τη μετά φορά και πώληση συνδρομητικών υπηρεσιών έως και τη λειτουργία ιντερνετικών υπηρεσιών. Όλα τα προβλέπει ο νέος νόμος για την ΕΡΤ.
Η πραγματικότητα δυστυχώς είναι διαφορετική.
Μετά το λουκέτο στην ΕΡΤ, η «περιουσία» της σε βουνά και κέντρα εκπομπής μεταφέρθηκε στο υπουργείο Οικονομικών. Και από εκεί με απόφαση της υπηρεσίας Ειδικής διαχείρισης και την υπογραφή του τότε αρμόδιου υπουργού Γ. Στουρνάρα, διατέθηκαν στη ΝΕΡΙΤ ελάχιστα κέντρα εκπομπής σε σχέση με όσα είχε στο παρελθόν η ΕΡΤ. Η οποία περηφανευόταν για το πυκνό δίκτυο πομπών και αναμεταδοτών της σε όλη τη χώρα, σε αριθμό που ξεπερνούσε τα 1.000 σημεία!
Επιπλέον η έναρξη της ψηφιακής μετάβασης το 2014 από την Πελοπόννησο και στη συνέχεια στην Αττική, βρήκε τη ΝΕΡΙΤ «γυμνή» στο τομέα της εκπομπής σήματος. Διέθετε ελάχιστους ψηφιακούς πομπούς καθώς ο προηγούμενος διαγωνισμός για την προμήθεια ψηφιακών πομπών που είχε ολοκληρωθεί, δεν έλαβε την έγκριση του Ελεγκτικού συνεδρίου. Δηλαδή παρ’ όλο που οι τεχνικοί της ΝΕΡΙΤ ζήτησαν να ισχύσει εκείνος ο διαγωνισμός και να προμηθευτεί άμεσα η κρατική εταιρεία τους ψηφιακούς πομπούς, της το αρνήθηκαν. Έτσι έπρεπε να γίνει νέος διαγωνισμός.
Όμως η ψηφιακή μετάβαση δεν μπορούσε να περιμένει. Έτσι η ΝΕΡΙΤ αναγκάστηκε να νοικιάσει το 4οmultiplex της Digea, τον οποίο ο ιδιώτης πάροχος δικτύου κρατούσε κενό. Η ΝΕΡΙΤ έχει ελάχιστους ψηφιακούς πομπούς, τους οποίους και χρησιμοποίησε στην Αττική και τον Έβρο. Για όλες τις άλλες περιοχές της ψηφιακής μετάβασης, αναγκάστηκε να πληρώσει το ενοίκιο που προβλέπει η ΕΕΤΤ (συν το θεσμικά κατοχυρωμένο κέρδος 13% για την εταιρεία της Digea). Η απόφαση του ΔΣ της ΝΕΡΙΤ για την πληρωμή της σύμβασης με τη Digea ελήφθη στις 9 Ιανουαρίου 2015 και προέβλεπε πως για την εκπομπή των σημάτων της μέσω της Digea το διάστημα από 27 Ιουνίου (μετάβαση στην Πελοπόννησο) έως και τις 30 Απριλίου 2015, θα δοθεί το ποσό των 719.180 ευρώ (πλέον ΦΠΑ). Οι τεχνικοί της ΝΕΡΙΤ θεωρούσαν πως μέχρι τον Απρίλιο η εταιρεία θα είχε ήδη προμηθευτεί τους νέους ψηφιακούς πομπούς και δεν θα χρειαζόταν άλλη σύμβαση.
Όμως ο διαγωνισμός δεν κατέστη να ολοκληρωθεί. Δυο φορές αναβλήθηκε, η τελευταία πριν περίπου ένα μήνα. Έτσι η ΝΕΡΙΤ και αύριο-μεθαύριο η ΕΡΤ που θα πάρει τη θέση της, δεν διαθέτει ψηφιακούς πομπούς. Η σύμβαση για τη μεταφορά του σήματος λήγει στις 30 Απριλίου, δηλαδή σε λίγες μέρες.
Δυνητικά λοιπόν με το νέο νόμο η νέα ΕΡΤ θα μπορεί να μεταφέρει και τα τηλεοπτικά σήματα των περιφερειακών καναλιών, ακόμη και των πανελλαδικών. Και μάλιστα χωρίς αδειοδότηση για αυτό. Το θέμα είναι πότε ακριβώς θα μπορέσει να στήσει από την αρχή το δίκτυο της ως «καθολικός» πάροχος δικτύου με υποχρέωση να καλύπτει το 99,9% του πληθυσμού της χώρας.
Πηγή: Περιοδικό Ψηφιακή Τηλεόραση, τεύχος Μαϊου, Editorial