Από τον Γιώργο Καρελιά στη σελίδα του στο face book
Η νίκη, η άγρια χαρά και η(άλλη) ήττα
Την περασμένη Πέμπτη το απόγευμα, όταν ψηφίστηκε η διάταξη που δικαίωνε τον πολύχρονο αγώνα των ανθρώπων της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, με διακατείχε ένα τριπλό συναίσθημα.
Πρώτον, η εύλογη ικανοποίηση για μια νίκη, στην οποία εδώ που τα λέμε ελάχιστοι πίστευαν. Δεν είναι δα το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να νικήσεις τις τράπεζες ούτε να πείσεις τα κόμματα, την κυβέρνηση και τη Βουλή να ομοφωνήσουν στην ψήφιση μιας διάταξης.
Δεύτερον, αισθανόμουν ένας είδος άγριας χαράς ακριβώς γι’ αυτό που καταφέραμε να πάθουν οι διοικήσεις των τραπεζών «Alpha» και «Πειραιώς», δηλαδή ένα γενικό στραπάτσο. Πίστευαν, οι ανεκδιήγητοι που τις διευθύνουν, ότι είχαν απέναντί τους άλλο ένα εύκολο θύμα. Είναι αλαζόνες και υπερφίαλοι (και κοινωνικά ανάλγητοι, αλλά αυτό ποιον ξενίζει;). Ηξεραν, φυσικά, ότι έχουν άδικο, αφού ο νόμος ήταν με το μέρος μας. Αλλά πόνταραν στη δική μας κούραση και απογοήτευση και στα ισχυρά νομικά τους επιτελεία. Ηθελαν να μας σύρουν σε άλλη μια πολύχρονη διαδικασία μπας και πετύχουν να πείσουν κάποιο δικαστήριο με τις νομικές ακροβασίες τους. Τους προειδοποιήσαμε ότι θα χάσουν πολλαπλώς. Δεν θα πάρουν ούτε ευρώ, γιατί δεν το δικαιούνται και θα υποστούν τη δυσφήμηση που τους αξίζει. Η συμπεριφορά τους ήταν- εκτός όλων των άλλων-και αξιοθρήνητη. Κατάφεραν να εξοργίσουν ακόμα και φιλικούς προς αυτούς κυβερνητικούς αξιωματούχους, γιατί τους κορόιδευαν. Ακόμα και την παραμονή της συζήτησης της διάταξης που θα έλυνε το πρόβλημά μας πίεζαν να μην κατατεθεί, ζητώντας-κι άλλον!- χρόνο, για να αποσύρουν, δήθεν, τις ανακοπές τους. Πρόκληση και κοροϊδία μαζί. Ελπίζω να πήραν κάποιους είδους μάθημα για τη συνέχεια.
Τρίτον– και παράλληλα με όλα αυτά- σκέφτηκα ότι αυτά που συνέβησαν στη δική μας περίπτωση είναι εντέλει και κάποιο είδος-ναι, δεν φοβάμαι να το πω- ήττας. Είναι αυτό που μου είπε ένα φίλος: «Εσείς καλά τα καταφέρατε, γιατί είχατε δυνατότητες να προβάλλετε το πρόβλημά σας, να κάνετε επαφές με τον πολιτικό κόσμο και ό,τι άλλο χρειάστηκε. Τι γίνεται με όσους δεν μπορούν εξ αντικειμένου να τα κάνουν αυτά;». Ομολογώ ότι αυτό το επιχείρημα μετριάζει τη χαρά μου για τη δική μας επιτυχία.
Όταν χρειάστηκε να απευθυνθούμε στους πολιτικούς αρχηγούς ή και στον πρωθυπουργό, δεν αισθανόμουν καλά. Γιατί άραγε για ένα τόσο καθαρό ζήτημα έπρεπε να κάνουμε τέτοιες κινήσεις; Ενας κυβερνητικός αξιωματούχος μου είπε: «Αν ήμασταν μια προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα(πχ Γερμανία) η υπόθεσή σας θα είχε εκδικαστεί και επιλυθεί σε τρείς μήνες».
Δυστυχώς, αυτό δεν μπορεί να συμβεί στην Ελλάδα. Θυμάμαι ακόμα τι μου είχε πει ένας έμπειρος δικηγόρος, όταν έκλεισε η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ πριν από σχεδόν εννιά χρόνια: «Αρχίζει για σας ένας Γολγοθάς. Θα έχετε να παλέψετε με τράπεζες, το Δημόσιο και άλλους που θα διεκδικούν λεφτά. Αλλά το χειρότερο είναι αυτό που θα βρίσκετε διαρκώς μπροστά σας, τις δαιδαλώδεις διαδικασίες και τις καθυστερήσεις στα δικαστήρια. Όταν θα ξεμπερδέψετε, αν τα καταφέρετε, θα έχετε όλοι άσπρα μαλλιά. Αλλά πρέπει να αντέξετε, γιατί η επιχείρηση έχει περιουσία και θα έχετε χρήματα να πάρετε».
Επιβεβαιώθηκε μέχρι κεραίας. Και όταν φτάσαμε κοντά στην πηγή, δηλαδή ήμασταν έτοιμοι να μοιράσουμε το ποσό που συγκεντρώσαμε μετά μυρίων βασάνων και ήρθαν οι δύο τράπεζες να μας εμποδίσουν, ορκίστηκα μέσα μου ότι δεν πρέπει να τους το επιτρέψουμε. Γι’ αυτό στις συναντήσει που κάναμε μαζί τους τούς είπαμε καθαρά: «Δεν θα τα παρατήσουμε, ο πόλεμος που θα σας κάνουμε θα είναι ανηλεής».
Τα καταφέραμε για πολλούς λόγους. Διότι είχαμε τη δυνατότητα να πείσουμε για το δίκιο μας σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο. Αλλά και διότι ήταν τέτοια η αλαζονική στάση των διοικήσεων των δύο τραπεζών που κατάφεραν να εξοργίσουν-το ξαναγράφω- ακόμα και όσους από την κυβέρνηση επιδίωκαν εξαρχής μια συναινετική-και όχι νομοθετική-λύση. Αισθανόμαστε άγρια χαρά γι’ αυτό που έπαθαν.
Όμως, ακόμα κι έτσι, ο προβληματισμός παραμένει. Γιατί να χρειάζεται σχεδόν μια δεκαετία για να εκκαθαρίζονται τέτοιες υποθέσεις; Ακόμη και για απλούστερες από τη δική μας οι καθυστερήσεις είναι αδιανόητα μεγάλες. Εχουμε ακόμα συναδέλφους μας που δεν θα πάρουν χρήματα σε λίγες μέρες, όταν καταφέρουμε να κάνουμε τη διανομή, επειδή δεν έχουν εκδοθεί οι δικαστικές αποφάσεις που τους αφορούν. Μιλάμε για καθυστερήσεις που αγγίζουν τα δύο χρόνια!
Αυτή είναι η άλλη πλευρά της υπόθεσης μας, την οποία θεωρώ ένα είδος ήττας. Και αφορά χιλιάδες πολίτες, που αδυνατούν να βρουν το δίκιο τους, επειδή πέφτουν στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, της κρατικής και της δικαστικής. Και αυτό είναι κάτι που, επιτέλους, πρέπει να αντιμετωπιστεί. Διότι δεν ταλαιπωρεί-και ενίοτε-εξοντώνει χιλιάδες πολίτες, αλλά αποτελεί τροχοπέδη και για την πρόοδο της χώρας.
Το συμπέρασμα είναι ένα-διαχρονικό, αλλά προκύπτει και από τη δική μας περίπτωση-και αποτυπώνεται στη ρήση του Μπέρτολντ Μπρεχτ: «Αυτός πουαγωνίζεται μπορεί να χάσει. Όμως, αυτός που δεν αγωνίζεται έχει ήδη χάσει».