Η ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΑ… ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΗΣ
Από τον Αλέξανδρο Αρβανιτά στη σελίδα του στο fb
Οι εκλογές σε λίγα εικοσιτετράωρα θα αποτελούν παρελθόν. Και βεβαίως μια ευκαρία για μελέτη, κριτική και αυτοκριτική. Αυτό ισχύει για τα κόμματα πρωτίστως. Μικρά ή μεγάλα δεν έχει σημασία. Η προεκλογική περίοδος -υποτονική είν’ η αλήθεια- αφορά ασφαλώς και τους δημοσιογράφους. Όλων των Μέσων, έντυπων και ηλεκτρονικών, όλες αυτές τις ημέρες. Ειδικότερα όμως τα κανάλια, γιατί εκ των πραγμάτων απευθύνονται στην πλειονότητα των πολιτών. Η γνώση του αντικειμένου, η νηφαλιότητα, η σταθερή προσήλωση στα καθαρώς δημοσιογραφικά ζητήματα καθιστούν έναν τηλεοπτικό σταθμό σοβαρό ή όχι. Αντικειμενικό -όσο γίνεται βεβαίως- ή όχι. Δημοσιογραφικό ή όχι. Ο ΣΚΑΪ είχε την τύχη να φιλοξενήσει στη συχνότητά του τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη, σε συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης.
Επίσης, ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, έσπασε το εμπάργκο στο σταθμό του Φαλήρου και «ανακρίθηκε» από τον κύριο Παπαχελά και την κυρία Κοσιώνη. Δική μου αίσθηση είναι ότι στον τομέα της δημοσιογραφικής δουλειάς το κανάλι απέτυχε.
Η πρώτη χρονικά συνέντευξη δόθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στον Γιώργο Αυτιά. Ο εν λόγω δημοσιογράφος «φλέρταρε» λίγο πριν από τις ευρωεκλογές με μία θέση στα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας. Ευχαριστώντας τον πρόεδρο για την τιμή που του έκανε, δήλωσε: «Θέλω να σας πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, ένα διπλό ευχαριστώ. Σας το οφείλω δημοσίως. Μου κάνατε μια πρόταση να είμαι υποψήφιος, όπου ήθελα και ό,τι άλλο ήθελα. Σας ευχαριστώ πρώτα γι’ αυτό και το δεύτερο, μου δώσατε ένα διαβατήριο ζωής, όταν τη Μ. Τετάρτη καθίσαμε ο ένας δίπλα στον άλλον και μου είπατε: ”Γιώργο, δεν μπορούσα να διαχειριστώ τη μεγάλη αγάπη του κόσμου σε σένα και ότι εν πάση περιπτώσει η ζωή είναι μπροστά”».
Με αυτήν τη δήλωση, σας φάινεται ότι ο δημοσιογράφος βρίσκεται απέναντι στον πολιτικό; Είναι έτοιμος να στριμώξει τον αυριανό πρωθυπουργό ή ελπίζει ότι «η ζωή είναι μπροστά»; Είναι δεοντολογικό να πάρει ο παρ’ ολίγον υποψήφιος κύριος Αυτιάς συνέντευξη από τον παρ’ ολίγον αρχηγό του; Νομίζω ότι οι απαντήσεις είναι αυτονόητες. Πάμε στη δεύτερη συνέντευξη, αυτή του πρωθυπουργού, στους δημοσιογράφους του καναλιού. Ξεκινάμε με ένα «φάουλ» από τα αποδυτήρια. Η κυρία Κοσιώνη είναι σύζυγος του κυρίου Κώστα Μπακογιάννη, νυν δημάρχου και ανιψιού του Κυριάκου Μητσοτάκη. Για την έξωθεν και μόνο καλή μαρτυρία, η κυρία Κοσιώνη έπρεπε να ζητήσει την εξαίρεσή της από τη συνέντευξη. Ή σε κάθε περίπτωση το ίδιο το κανάλι όφειλε να το πράξει, προκειμένου να διατηρήσει την όποια αντικειμενικότητα, την όποια απόσταση θα είχε απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα.
Για την εν λόγω κυρία το ίδιο ακριβώς θα ίσχυε -μην πω σε πολλαπλάσιο βαθμό- αν την καλούσαν να «ανακρίνει» τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Επί της ουσίας τώρα. Πώς ήταν η συνέντευξη; Πολύ καλή, αν δεν μιλάγαμε για πολιτική αλλά παραπολιτική. Αν δεν δινόταν σε ενημερωτικό κανάλι, αλλά στην εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου ή της Φαίης Σκορδά. Σε μια συνέντευξη με τον πρωθυπουργό της χώρας -ασχέτως αν συμφωνείς μαζί του ή όχι- οφείλεις να τον ρωτήσεις αυτά που απασχολούν τους πολίτες και όχι αυτά που σχετίζονται με την κόντρα του εργοδότη σου με τον πρωθυπουργό.
Περιμένεις δηλαδή η συνέντευξη να εστιάσει στα πολιτικά και όχι στα παραπολιτικά. Θέλεις να μάθεις για τα Ελληνοτουρκικά και τον κίνδυνο ενός θερμού επεισοδίου με τη γείτονα. Περιμένεις να ακούσεις από τον πρωθυπουργό για τα εργασιακά, το ασφαλιστικό, την Υγεία και την Παιδεία, τους μισθούς, τις επενδύσεις, την Ευρώπη σήμερα και τις προοπτικές της. Περιμένεις να αντιπαρατεθεί ή έστω να σχολιάσει το πρόγραμμα του αντιπάλου. Περιμένεις δηλαδή να καταλάβεις τι σημαίνει ασφαλιστικό με συμμετοχή ιδιωτικών εταιριών και αν συμφωνεί. Πώς βλέπει τα υψηλά πλεονάσματα και κυρίως αποτελούν εφικτό στόχο; Γιατί προχώρησαν ελάχιστα τα δικαστικά; Οι λίστες Λαγκάρντ, η Siemens, η Novartis. Αντ’ αυτών, η μπάλα στην εξέδρα.
Για παράδειγμα: ένας πολίτης αναμένει απαντήσεις από τον πρωθυπουργό για τα χάλια των δημόσιων νοσοκομείων ή ενδιαφέρεται περισσότερο για τις αναρτήσεις του Πολλάκη στο fb; Ένας πολίτης ενδιαφέρεται για όλες τις επενδύσεις ή μόνο για μία εξ αυτών. Αυτή του Ελληνικού, για την οποία ρωτήθηκε. Γιατί, άραγε; Πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας, των χαμηλών μισθών, της έλλειψης συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων; Μια σειρά ζητήματα δεν αγγίχτηκαν καθόλου. Άλλα πολύ επιφανειακά.
Σε ό,τι αφορά όμως την κόντρα του πρωθυπουργού με το κανάλι, το όλο θέμα είχε την τιμητική του. Συγγνώμη κιόλας, αλλά αυτό δεν το λες και… εξαιρετική δημοσιογραφική προσέγγιση. Έχουμε ξεχάσει ότι η δημοσιογραφία επιβάλλεται να τοποθετείται απέναντι σε κάθε μορφής εξουσία και αποτελεί -ή μάλλον πρέπει να αποτελεί- τη φωνή των πολιτών, των ανθρώπων του μόχθου και της καθημερινότητας. Ενάντια σε κάθε μορφής συμφέροντα. Και, δυστυχώς, το κανάλι του Φαλήρου, για άλλη μία φορά, έδειξε ότι έχει πολύ δρόμο ακόμη να διανύσει…