Είναι “περίεργο” αυτό που γίνεται στα briefing με τον Μαρινάκη;

Γράφει ο Χρήστος Αβραμίδης  στη σελίδα του στο facebook
Από την 1η μέρα που πήγαμε στις ενημερώσεις πολιτικών συντακτών δεχτήκαμε τις επιθέσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου για την επιμονή και τις follow up ερωτήσεις. Την ίδια τακτική αντιμετώπιζε για περισσότερο καιρό από εμένα ο Minas Konstantinou και άλλοι συνάδελφοι.
Ένα από τα «επιχειρήματα» που χρησιμοποιεί ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης απέναντί μας ήταν ότι αυτά γίνονται μόνο στην Ελλάδα.
Σε κορυφαίες στιγμές εξουσιαστικής επιτέλεσης, μας μάλωνε ότι ζούμε σε δημοκρατία και όπως σε όλες τις άλλες δημοκρατίες πρέπει να μάθουμε να ακούμε.
Περίπου ότι είμαστε αντιδημοκράτες δηλαδή επειδή κάνουμε δημοκρατικό έλεγχο με συμπληρωματικές ερωτήσεις.
Άκουγα όλο και περισσότερο πόσο κακές είναι οι επίμονες ερωτήσεις, και πόσο εξαίρεση είναι η Ελλάδα που συμβαίνουν αυτά.
Είναι όμως έτσι;
Αποφάσισα να το ερευνήσω, οπότε συνάντησα τον καθηγητή του ΕΚΠΑ Georgios Pleios και μου πρότεινε βιβλιογραφία για το τι συμβαίνει όντως εκτός Ελλάδας σε αντίστοιχες διαδικασίες.
Όπως καταλαβαίνετε τα πράγματα δεν είναι όπως τα λέει η κυβέρνηση για να στερήσει χώρο και χρόνο από τον έλεγχο των πράξεών της.
Για την ακρίβεια γίνεται το ακριβώς αντίθετο.
Για παράδειγμα στην πιο διακεκριμένη επιστημονική εργασία (paper) που έχει τις περισσότερες ετεροαναφορές (citations) υποστηρίζεται ότι πχ στη Σουηδία δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση όπου ένας πολιτικός να εμποδίζει λεκτικά έναν δημοσιογράφο να κάνει και άλλη ερώτηση (Eriksson, 2011).
Στις περιπτώσεις που εξετάζει ο συγγραφέας Göran Eriksson (2011), αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα ΜΜΕ και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Örebro τέτοιες επίμονες ερωτήσεις, κάνει η πλειοψηφία των δημοσιογράφων και συγκεκριμένα το 53,7%, ενώ το μειοψηφικό 46,3% επιλέγει να μην κάνει follow up ερώτηση.
Η έρευνα υπογραμμίζει ότι σε ολόκληρο το δείγμα υπάρχει μόλις μια περίπτωση όπου ένας πολιτικός εμποδίζει έναν δημοσιογράφο να κάνει τρίτη ερώτηση.
Η τάση είναι αυξητική ακόμα και σε κράτη που δεν έχουν τα επίπεδα δημοκρατικού ελέγχου της Σουηδίας. Ακόμα και στις ΗΠΑ του Ρήγκαν, του πιο δεξιού προέδρου του τελευταίο μισού αιώνα (μετά τον Τραμπ), το ποσοστό follow up ήταν 36,4%, υπερδιπλάσιο από ότι μερικά χρόνια πριν (Clayman and Heritage (2002).
Συγκρίνετε αυτά τα ποσοστά με αυτό που θα δείτε στη ΔΕΘ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές των ΜΜΕ «οι συμπληρωματικές ερωτήσεις και ο τρόπος με τον οποίο τις διαχειρίζονται οι συμμετέχοντες στη φάση της αλληλεπίδρασης είναι μια δραστηριότητα που συνδέεται με βασικές θεσμοθετημένες πτυχές της δημοσιογραφίας και της πολιτικής και τη σχέση μεταξύ αυτών των δύο θεσμών.
Για τους δημοσιογράφους, αυτή είναι μια στιγμή που έχουν την ευκαιρία να αμφισβητήσουν τα λόγια ή τις πράξεις των πολιτικών και να τους καταστήσουν υπεύθυνους για τις πράξεις τους, δηλαδή να αναγκάσουν τους πολιτικούς να εξηγήσουν ή να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, ένα καθήκον που συχνά συνδέεται με τις βασικές δημοκρατικές λειτουργίες της δημοσιογραφίας, που συχνά περιγράφεται ως ο ρόλος του «φύλακα» της δημοκρατίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι συμπληρωματικές ερωτήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξεταστούν απαντήσεις που φαίνονται αόριστες ή ανεπαρκείς» (Clayman and Heritage, 2002; Clayman, 2006; Banning and Billingsley, 2007; cf. Greatbatch, 1986: 108–118, όπως παρατίθενται στο Eriksson, 2011)
Αυτός δεν είναι δικός μας ορισμός. Είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ορισμός που παρέχουν επιστήμονες, τους οποίους μόνο αριστερούς δεν θα μπορούσες να τους χαρακτηρίσεις
Οπότε όχι, κύριοι της κυβέρνησης.
Κανονική δημοσιογραφία δεν είναι εμείς να σας ρωτάμε αν δουλεύουν τα συστήματα ασφαλείας στα τρένα, εσείς να μην απαντάτε και μετά να φεύγουμε όλοι μαζί σαν φίλοι.
Αυτό είναι κανονικές δημόσιες σχέσεις.
«Κανονική δημοσιογραφία» σημαίνει πως όταν δεν απαντάτε, εμείς θα σας κάνουμε διευκρινιστικές ερωτήσεις για να μας απαντήσετε.
ΥΓ: Όσο για τον τόνο που επικρατεί στο εξωτερικό, αξίζει να διαβάσετε πώς ξεκινάει το πιο επιδραστικό paper για τα briefing στις ΗΠΑ:
«Σύμφωνα με τον Alan Partington (2003), ο εκπρόσωπος Τύπου στις συνεντεύξεις Τύπου του Λευκού Οίκου λειτουργεί ως «spin-doctor» που αντιμετωπίζει μια « αγέλη λύκων» αποτελούμενη από δημοσιογράφους. Ως εκ τούτου, αυτό το διαλογικό είδος φαίνεται αρκετά ελπιδοφόρο για μια έρευνα σχετικά με τις follow up ερωτήσεις, δεδομένου ότι οι λύκοι συνεργάζονται στενά στην επίθεση του θηράματός τους. Επί του παρόντος, το «θύμα» της αγέλης λύκων είναι ο υπεύθυνος Τύπου του Ομπάμα, Jay Carney, ο οποίος ενημερώνει σχεδόν καθημερινά τους δημοσιογράφους του Τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης για τις δραστηριότητες του Λευκού Οίκου.» (Schubert, 2012)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *