Toυ Chris Hedges*
Μόλις ένα καθεστώς αρχίζει να στέλνει ανθρώπους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης – όπως αυτά στο Ελ Σαλβαδόρ – δημιουργεί ένα σύστημα κράτησης χωρίς δίκαιη αντιμετώπιση. Εξαφανίζει τους πολίτες σε …μαύρες τρύπες.
Τα υπεράκτια στρατόπεδα συγκέντρωσής της χώρα μας, προς το παρόν, βρίσκονται στο Ελ Σαλβαδόρ και τον Κόλπο του Γκουαντάναμο, στην Κούβα. Μην περιμένετε να παραμείνουν εκεί. Μόλις γεμίσουν, όχι μόνο για τους μετανάστες και τους κατοίκους που απελαύνονται σήμερα, αλλά και για τους ίδιους πολίτες των ΗΠΑ, θα έρθουν και εδώ στη χώρα μας. Θα πρόκειται για άλμα, από τις φυλακές που είναι ήδη γεμάτες με κρατούμενους που κακοποιούνται, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου όσοι κρατούνται είναι αποκομμένοι από τον έξω κόσμο – ουσιαστικά “εξαφανίζονται”- και στερούνται νομικής εκπροσώπησης, ενώ είναι στοιβαγμένοι σε μικρά κελιά.
Οι κρατούμενοι στα στρατόπεδα στο Ελ Σαλβαδόρ αναγκάζονται να κοιμούνται στο πάτωμα ή μπαίνουν στην απομόνωση σε πλήρες σκοτάδι. Πολλοί υποφέρουν από φυματίωση, μυκητιάσεις, ψώρα, σοβαρό υποσιτισμό και χρόνιες πεπτικές παθήσεις. Οι κρατούμενοι, ανάμεσα τους πάνω από 3.000 παιδιά, τρέφονται με χαλασμένα τρόφιμα. Αντέχουν τους ξυλοδαρμούς. Βασανίζονται σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων με εικονικούς πνιγμούς ή τους βάζουν γυμνούς σε βαρέλια με παγωμένο νερό. Το 2023, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ περιέγραψε τη φυλάκιση εκεί ως “απειλή για τη ζωή”, και αυτό έγινε πριν η κυβέρνηση του Σαλβαδόρ κηρύξει τη χώρα σε “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” τον Μάρτιο του 2022. Η κατάσταση έχει “επιδεινωθεί πολύ”, σημειώνει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με την “προσθήκη 72.000 κρατουμένων υπό καθεστώς εξαίρεσης”. Περίπου 375 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στους καταυλισμούς από τότε, σύμφωνα με την τοπική οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων Socorro Jurídico Humanitario, υποτίθεται ότι είναι επίπτωση του “πολέμου κατά των συμμοριών” που εξήγγειλε ο πρόεδρος του Ελ Σαλβαδόρ Nayib Bukele.
Αυτά τα στρατόπεδα —τα “Centro de Confinamiento del Terrorismo” (Κέντρα Περιορισμού της Τρομοκρατίας) γνωστά ως CECOT, στα οποία στέλνονται οι Αμερικανοί απελαθέντες, “φιλοξενούν” περίπου 40.000 άτομα. Αυτά είναι το πρότυπο, ο προάγγελος αυτού που μας περιμένει κι εδώ στις ΗΠΑ.
Ο εργάτης μετάλλου και μέλος του συνδικάτου Kilmar Ábrego García, ο οποίος απήχθη μπροστά στα μάτια του πεντάχρονου γιου του στις 12 Μαρτίου 2025, κατηγορήθηκε ως μέλος συμμορίας και στάλθηκε στο Ελ Σαλβαδόρ. Το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε με την επαρχιακή δικαστή Paula Xinis, η οποία έκρινε ότι η απέλαση του García ήταν μια “παράνομη πράξη”. Οι αξιωματούχοι του Τραμπ απέδωσαν την απέλαση του Γκαρθία σε “διοικητικό λάθος”. Η δικαστής Xinis διέταξε την κυβέρνηση Τραμπ να “διευκολύνει” την επιστροφή του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επιστρέφει. “Ελπίζω να μην προτείνετε να μεταφέρω λαθραία έναν τρομοκράτη στις Ηνωμένες Πολιτείες”, είπε με στόμφο ο πρόεδρος του Σαλβαδόρ Μπουκέλε στον Τύπο, όταν ρωτήθηκε μετά τη συνάντηση του στον Λευκό Οίκο με τον Ντ. Τραμπ. “Φυσικά δεν πρόκειται να το κάνω… η ερώτηση είναι παράλογη”…
Αυτό είναι το μέλλον. Μόλις ένα τμήμα του πληθυσμού δαιμονοποιηθεί – συμπεριλαμβανομένων των πολιτών των ΗΠΑ που ο Τραμπ αποκαλεί “εγχώριους εγκληματίες”– αφού απανθρωποιηθεί θα θεωρηθεί υπαρξιακή απειλή. Αυτοί οι “εχθροί” ως ανθρώπινοι “μολυσματικοί παράγοντες” θα απομακρύνονται από την κοινωνία. Η ενοχή ή η αθωότητα, τουλάχιστον βάσει του νόμου, δεν έχει σημασία. Η ιθαγένεια δεν προσφέρει καμία προστασία.
“Το πρώτο ουσιαστικό βήμα στο δρόμο προς την ολοκληρωτική κυριαρχία είναι να σκοτώσεις το νομικό πρόσωπο στον άνθρωπο”, γράφει η Hannah Arendt στο “The Origins of Totalitarianism”. Αυτό συμβαίνει ήδη, αφενός θέτοντας ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων εκτός της προστασίας του νόμου και αφετέρου με τη χρήση στρατόπεδων συγκέντρωσης εκτός του κανονικού ποινικού συστήματος της χώρας αλλά και με την αντιμετώπιση των κρατουμένων εκτός τηες συνήθους δικαστικής διαδικασίας.
Αυτοί που χτίζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης χτίζουν κοινωνίες φόβου. Εκδίδουν αμείλικτες προειδοποιήσεις για θανάσιμο κίνδυνο, είτε από μετανάστες, είτε από μουσουλμάνους, από προδότες, εγκληματίες ή τρομοκράτες. Ο φόβος εξαπλώνεται αργά, σαν θειούχο αέριο, έως ότου μολύνει όλες τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και προκαλεί παράλυση. Χρειάζεται χρόνος. Τα πρώτα χρόνια του Τρίτου Ράιχ, οι Ναζί λειτουργούσαν δέκα στρατόπεδα με περίπου 10.000 κρατούμενους. Αλλά μόλις κατάφεραν να συντρίψουν όλα τα ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας – εργατικά συνδικάτα, πολιτικά κόμματα, ανεξάρτητο Τύπο, πανεπιστήμια και τις Καθολικές και Προτεσταντικές εκκλησίες – το σύστημα των στρατοπέδων συγκέντρωσης εξερράγη. Μέχρι το 1939, όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Ναζί διοικούσαν πάνω από 100 στρατόπεδα συγκέντρωσης με περίπου ένα εκατομμύριο κρατούμενους. Ακολούθησαν στρατόπεδα θανάτου.
Αυτοί που δημιουργούν αυτά τα στρατόπεδα τα διαφημίζουν. Έχουν σχεδιαστεί για να εκφοβίζουν. Η βαρβαρότητα είναι και το σημείο της δύναμής τους. Το Νταχάου, το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί, δεν ήταν, όπως γράφει ο Ρίτσαρντ Έβανς στο “The Coming of The Third Reich” “μια αυτοσχέδια λύση σε ένα απροσδόκητο πρόβλημα υπερπληθυσμού, αλλά ένα μακροπρόθεσμα σχεδιασμένο μέτρο που είχαν οραματιστεί οι Ναζί ουσιαστικά από την αρχή. Προβλήθηκαν πολύ στον Τύπο σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

Πράκτορες της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE), φορώντας πολιτικά ρούχα, ήδη κάνουν κύκλους σε γειτονιές με αυτοκίνητα χωρίς σήμα, απαγάγουν νόμιμους κατοίκους όπως ο Μαχμούντ Χαλίλ. Αυτές οι απαγωγές αποτελούν αντιγραφή εκείνων που είδα στους δρόμους του Σαντιάγο της Χιλής υπό τη δικτατορία του Augusto Pinochet ή την πρωτεύουσα του Ελ Σαλβαδόρ, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας.
Το ICE εξελίσσεται γρήγορα στην εγχώρια εκδοχή της Γκεστάπο ή του Λαϊκού Επιτροπείου Εσωτερικών Υποθέσεων (NKVD). Επιβλέπει ήδη 200 χώρους κράτησης. Είναι μια τρομερή εγχώρια υπηρεσία επιτήρησης που έχει συγκεντρώσει δεδομένα για τους περισσότερους Αμερικανούς, σύμφωνα με μια έκθεση που συνέταξε το Κέντρο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και Τεχνολογίας στο Τζορτζτάουν.
“Με την πρόσβαση στα ψηφιακά αρχεία των κρατικών και τοπικών κυβερνήσεων και αγοράζοντας βάσεις δεδομένων με δισεκατομμύρια προσωπικά δεδομένα από ιδιωτικές εταιρείες, το ICE αναφέρει η έκθεση, δημιούργησε μια υποδομή επιτήρησης που του επιτρέπει να αντλεί λεπτομερείς φακέλους για σχεδόν οποιονδήποτε, φαινομενικά ανά πάσα στιγμή”. Στις προσπάθειες του να συλλάβει και να απελάσει, το ICE – χωρίς καμία δικαστική, νομοθετική ή δημόσια εποπτεία – έφτασε να ελέγχει δεδομένα που περιέχουν προσωπικές πληροφορίες για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που ζουν στις ΗΠΑ.Τα αρχεία μπορούν να καταλήξουν στα χέρια των αρχών επιβολής της μετανάστευσης απλώς και μόνο επειδή κάνουν αίτηση για άδεια οδήγησης, οδηγούν στους δρόμους ή εγγράφονται στις τοπικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.
Αυτοί που απήχθησαν, όπως για παράδειγμα ο Τούρκος υπηκόος και διδάκτορασ στο Πανεπιστήμιο Tufts, Rümeysa Öztürk, κατηγορούνται για “άνομη” συμπεριφορά όπως, “συμμετοχή σε δραστηριότητες για την υποστήριξη της Χαμάς”. Αυτές όμως είναι στημένες κατηγορίες όχι πιο αληθινές από τα επινοημένα εγκλήματα του σταλινισμού όπου οι άνθρωποι κατηγορούνταν ότι ανήκαν στο παλιό καθεστώς, ήταν Κουλάκοι ή μέλη της μικροαστικής τάξης και καταδικάστηκαν για συνωμοσία στην ανατροπή του καθεστώτος ως τροτσκιστές, τιτοϊκοί, πράκτορες του καπιταλισμού ή σαμποτέρ, γνωστοί ως «wow». Από τη στιγμή που μια κατηγορία ανθρώπων στοχοποιείται, τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται, είναι σχεδόν πάντα κατασκευασμένα.
Οι κρατούμενοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης αποκόπτονται από τον έξω κόσμο. Εξαφανίζονται. Διαγράφονται. Αντιμετωπίζονται σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Σχεδόν όλες οι προσπάθειες για απόκτηση πληροφοριών γι’ αυτούς αντιμετωπίζονται με σιωπή. Ακόμη και ο θάνατός τους, αν πεθάνουν υπό κράτηση, γίνεται ανώνυμος, σαν να μην γεννήθηκαν ποτέ.
Εκείνοι που διευθύνουν αυτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως γράφει η Hannah Arendt, είναι άνθρωποι χωρίς περιέργεια ή τη διανοητική ικανότητα να σχηματίζουν απόψεις. Απλώς υπακούουν, υπό την προϋπόθεση να ενεργούν ως “διεστραμμένα ζώα”. Είναι μεθυσμένοι από τη θεϊκή δύναμη που έχουν να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε κοπάδια προβάτων που τρέμουν μπροστά τους.
Ο στόχος σε οποιοδήποτε σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης είναι να καταστρέψει όλα τα ατομικά χαρακτηριστικά, να μορφοποιήσει τους ανθρώπους σε φοβισμένες, πειθήνιες, υπάκουες μάζες. Τα πρώτα στρατόπεδα είναι χώροι εκπαίδευσης για τους ίδιους τους δεσμοφύλακες και τους πράκτορες του ICE. Εκπαδεύονται στις βάναυσες τεχνικές που έχουν σχεδιαστεί για να τις εφαρμόσουν στους κρατούμενους.
Τα 250 υποτιθέμενα μέλη συμμοριών της Βενεζουέλας που αποστέλλονται στο Ελ Σαλβαδόρ αψηφώντας το Ομοσπονδιακό δικαστήριο, δεν πέρασαν τη νόμιμη διαδικασία των ΗΠΑ. Με συνοπτικές διαδικασίες τους μετέφεραν στα αεροπλάνα, τα οποία αγνόησαν την εντολή του δικαστή να γυρίσουν πίσω. Μόλις έφτασαν, τους έγδυσαν, τους ξυλοκόπησαν, τους ξυρίσανε τα κεφάλια. Τα ξυρισμένα κεφάλια είναι χαρακτηριστικό όλων των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Η δικαιολογία είναι οι ψείρες. Αλλά πρόκειται για αποπροσωποποίηση, βάζουν στολή και ταυτίζονται με αριθμούς.
Ο αυτοκράτορας απολαμβάνει ανοιχτά τη σκληρότητα. “Ανυπομονώ να δω τους άρρωστους τρομοκράτες τραμπούκους να καταδικάζονται σε 20 χρόνια φυλάκιση για όσα κάνουν στον Έλον Μασκ και τον Τέσλα”, έγραψε ο Τραμπ στο Truth Social. “Ίσως θα μπορούσαν να “υπηρετήσουν” στις φυλακές του Ελ Σαλβαδόρ, που τόσο πρόσφατα έγιναν διάσημες για τις τόσο όμορφες συνθήκες!”
Αυτοί που χτίζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης είναι περήφανοι για αυτά. Τα επιδεικνύουν στον Τύπο, ή τουλάχιστον στους συκοφάντες που υποδύονται τον Τύπο. Η υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Κρίστι Νόεμ, η οποία δημοσίευσε ένα βίντεο να επισκέπτεται τις φυλακές του Ελ Σαλβαδόρ, χρησιμοποίησε τους κρατούμενους χωρίς μπλούζα και ξυρισμένα κεφάλια ως το σκηνικό για τις απειλές που εκτόξευσε κατά των μεταναστών. Αν ο φασισμός κάνει ένα πράγμα καλά, είναι το θέαμα.
Πρώτα έρχονται για τους μετανάστες. Μετά έρχονται για τους ακτιβιστές με βίζα ξένων φοιτητών στις πανεπιστημιουπόλεις. Μετά έρχονται για κατόχους πράσινης κάρτας. Ακολουθούν οι πολίτες των ΗΠΑ που πολεμούν την ισραηλινή γενοκτονία ή τον υφέρποντα φασισμό. Μετά έρχονται για σένα. Όχι επειδή παραβιάσατε το νόμο. Αλλά επειδή η τερατώδης μηχανή του τρόμου χρειάζεται συνεχή προσφορά θυμάτων για να συντηρηθεί.
Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα επιβιώνουν παλεύοντας διαρκώς με χαρακτηριζόμενες θανάσιμες απειλές. Μόλις εξαλειφθεί μια απειλή, εφευρίσκουν μια άλλη. Χλευάζουν το κράτος δικαίου. Οι δικαστές, έως ότου εκκαθαριστούν μι αυτοί, μπορεί να αποδοκιμάζουν αυτή την ανομία, αλλά δεν έχουν τον μηχανισμό για να επιβάλουν τις αποφάσεις τους. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, που παραδόθηκε στη νομική υπερασπίστρια του Τραμπ, Παμ Μπόντι, όπως σε όλες τις απολυταρχίες, θέλει να εμποδίσει την επιβολή του νόμου και όχι να τη διευκολύνει.
Δεν υπάρχουν νομικά εμπόδια που να προστατεύουν εμάς τους πολίτες. Ξέρουμε που οδηγεί αυτό. Το έχουμε ξαναδεί. Και δεν είναι καλό.
*O Chris Hedges είναι Αμερικανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και σχολιαστής