Μετά το 2022, έτος αποκαλύψεων των υποκλοπών με το κατασκοπευτικό λογισμικό του Predator, η Ελλάδα έκανε θεαματική βουτιά στους Δείκτες αξιολόγησης της Ελευθερίας του Τύπου, πέφτοντας από την 70η θέση το 2021 στην 108η της παγκόσμιας κατάταξης. Παρά τις καταγγελίες ήδη από το 2020-2021, έτη του Covid 19 στη διάρκεια των οποίων η κυβέρνηση και οι κρατικοί φορείς της επέκτειναν το δίχτυ ελέγχου, λογοκρισίας και φίμωσης σε Μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους, το Predator gate έγινε η θρυαλλίδα για να μπει η χώρα μας στο στόχαστρο σχεδόν όλων των Ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων ελέγχου της ελευθερίας του Τύπου και του κράτους δικαίου.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδόθηκε σε αγώνα δρόμου για να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους ότι τα ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι “ελεύθερα” να γράφουν ότι θέλουν, έλαβε ορισμένες πρωτοβουλίες και με τη συνδρομή των εγχώριων επαγγελματικών ενώσεων δημοσιογράφων-στάχτη στα μάτια των διεθνών οργανισμών. Έτσι από την 107η θέση το 2023, κατάφερε να ξεπεράσει χώρες όπως το Τσάντ, η Ζάμπια ή η Αλβανία για να λάβει το 2024 την 88η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη, όπως τον ανακοινώνουν κάθε χρόνο για 180 χώρες του κόσμου οι “Δημοσιογράφοι χωρίς σύνορα” (RSF).
Ήταν η τελευταία θέση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτω από τη Μπουρκίνα Φάσο, το Κατάρ αλλά και τη Μάλτα και την Ουγγαρία που ως μέλη της Ε.Ε είχαν επίσης χαμηλή βαθμολογία, 73η και 67η αντίστοιχα. Για το 2025 η χώρα μας έπεσε μια ακόμη θέση, βρέθηκε στην 89η, ενώ η αξιολόγηση με βάση τους δείκτες των RSF την τοποθετούν στην “πορτοκαλί ζώνη”, ήτοι στις προβληματικές χώρες.
Συστημική κρίση με τρεις “πληγές”
Η κατάταξη της Ελλάδας σε ότι αφορά στην Ελευθερία του Τύπου σε χαμηλότερη βαθμολογία από ότι χώρες στις οποίες κυβερνούν αυταρχικά καθεστώτα, όπως η Ουγγαρία του Βίκτορ Όρμπαν (68η), η Αργεντινή του Χαβιέρ Μιλέι (87η), αποτυπώνει με τις επιμέρους αξιολογήσεις, την κατάσταση λειτουργίας του μιντιακού συστήματος το οποίο ελέγχεται με πολλούς τρόπους από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Οι “Δημοσιογράφοι χωρίς σύνορα” μιλάνε για “συστημική κρίση” στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα από το 2021 και αναφέρουν τις “τρεις μεγάλες πληγές” που κατά την εκτίμησή τους στοιχειώνουν την Ελευθερία του Τύπου.
- Το σκάνδαλο των υποκλοπών σε βάρος (και) δημοσιογράφων, οι παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ, που δεν έχει ακόμα διαλευκανθεί.
- Η υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ το 2021, για την οποία επίσης δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη.
- Η αύξηση των Slapps, εκφοβιστικές μηνύσεις και αγωγές σε βάρος δημοσιογράφων και ΜΜΕ με σκοπό τη φίμωση και παρεμπόδιση του έργου τους.
Στην Έκθεση για την Ελλάδα οι RSF σημειώνουν πως η μακροπρόθεσμη επιβίωση πολλών μέσων ενημέρωσης βρίσκεται υπό αμφισβήτηση λόγω της οικονομικής κρίσης την τελευταία δεκαετία, σε συνδυασμό με τη μείωση του αναγνωστικού κοινού και των διαφημιστικών προϋπολογισμών. “Ο αντίκτυπος της νέας (ευρωπαϊκής) νομοθεσίας που αποσκοπεί στην αύξηση της διαφάνειας της ιδιοκτησίας και της χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης μένει να φανεί”, σημειώνει. Ωστόσο η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ακόμη ενσωματώσει τη Νομοθεσία για τις “ελευθερίες των ΜΜΕ” και όπως όλα δείχνουν δεν σκοπεύει να το πράξει το επόμενο διάστημα, καθώς υπάρχουν “αντιρρήσεις” από τους ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών σταθμών.
Σε ότι αφορά την “εμπιστοσύνη του ελληνικού πληθυσμού στα ΜΜΕ”, υπογραμμίζεται : “Η εμπιστοσύνη του πληθυσμού στα μέσα ενημέρωσης είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια. Λίγοι μεγάλοι ιδιωτικοί όμιλοι, όπως η Alter Ego Media, συνυπάρχουν με εκατοντάδες ειδησεογραφικούς ιστότοπους, γεγονός που συμβάλλει στον υψηλό κατακερματισμό του τοπίου των μέσων ενημέρωσης. Ομοίως, λίγοι επιχειρηματίες διευθύνουν τη συντριπτική πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης, ενώ παράλληλα εμπλέκονται σε άλλους οικονομικούς κλάδους. Ορισμένοι από αυτούς έχουν στενούς δεσμούς με την πολιτική ελίτ της χώρας. Ως αποτέλεσμα, ο Τύπος είναι πολύ πολωμένος”.
Στο “πολιτικό πλαίσιο” λειτουργίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα η έκθεση αναφέρει ότι ο “κυβερνητικός εκπρόσωπος είναι υπεύθυνος για την εποπτεία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιογραφική τους ανεξαρτησία”. Αναφορά γίνεται και στη ρυθμιστική αρχή ραδιοτηλεόρασης, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΣΡ), που κατηγορείται ότι είναι αργό και αναποτελεσματικό, δεν έχει αναθεωρηθεί σημαντικά ούτε από την τρέχουσα ούτε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Τέλος για την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), η οποία εποπτεύεται από τον πρωθυπουργό, σημειώνεται ότι “συμμετείχε στην παρακολούθηση δημοσιογράφων, πολλοί από τους οποίους έγιναν στόχος του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator”.
Παρά τις συνταγματικές εγγυήσεις, λένει οι RSF, η Ελευθερία του Τύπου έχει αμφισβητηθεί σε νομοθετικό επίπεδο. “Οι νέοι νόμοι που ψηφίστηκαν από το Κοινοβούλιο ως απάντηση στο σκάνδαλο υποκλοπών Predator Gate αποσκοπούν στην καλύτερη προστασία των πολιτών από την αυθαίρετη παρακολούθηση, αλλά υπολείπονται των ευρωπαϊκών προτύπων, ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο απάλλαξε την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) από την εμπλοκή της στο σκάνδαλο. Ένα νομοσχέδιο για τα μέσα ενημέρωσης οδήγησε στη δημιουργία μιας αμφιλεγόμενης επιτροπής δεοντολογίας και ένας δημοσιογράφος καταδικάστηκε βάσει του ποινικού κώδικα για διασπορά ψευδών πληροφοριών χωρίς αδιάσειστα στοιχεία. Μια τροπολογία που ψηφίστηκε το 2023 αυξάνει τον κίνδυνο φυλάκισης δημοσιογράφων για δυσφήμιση”.

Επιτροπές για “ασφάλεια και δεοντολογία” υπό τον έλεγχο του Μαξίμου
Όλα τα παραπάνω περί των νόμων, στηρίζονται στις απαντήσεις που έδινε η ελληνική κυβέρνηση στις παρεμβάσεις των διεθνών οργανισμών τα δύο προηγούμενα χρόνια. Μετά την ηχηρή παρέμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης που με ψήφισμα καταδίκασε την Ελλάδα μεταξύ άλλων και για την “Ελευθερία του Τύπου”, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενημέρωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι προχώρησε στη δημιουργία task force για την ασφάλεια των δημοσιογράφων. Πριμοδότησε τη δημιουργία ειδικής εκπαιδευτικής μονάδας στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο, “έπεισε” τις συνδικαλιστικές ενώσεις δημοσιογράφων ότι η λειτουργία αυτής της επιτροπής είναι για “το καλό της δημοσιογραφίας” και έτσι σε αυτή μετέχουν εκπρόσωποι από τις επαγγελματικές ενώσεις και τα Πανεπιστήμια. Στην επιτροπή ωστόσο συμμετέχουν όλα τα επίμαχα υπουργεία τα οποία κατά καιρούς έχουν καταγγελθεί από τους ίδιους τους δημοσιογράφους για “καταστολή”, “φίμωση” και “χειραγώγηση”. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για παράδειγμα και το υπουργείο Δικαιοσύνης. Την προεδρία στην επιτροπή αυτή έχει το ίδιο το Μαξίμου δια του εκπροσώπου του γενικού γραμματέα ενημέρωσης Δημήτρη Γαλαμάτη. Μια ακόμη Επιτροπή, για την τήρηση της δεοντολογίας η οποία έχει “γνωμοδοτικό χαρακτήρα” δημιουργήθηκε και λειτουργεί υπό τον έλεγχο και εποπτεία της γενικής γραμματείας ενημέρωσης του Μαξίμου, για αυτό και στην Έκθεση των RSF δίνεται ο χαρακτήρας “αμφιλεγόμενη” επιτροπή.
Παρά τις εκδηλώσεις περί την ασφάλεια των δημοσιογράφων, τα κρούσματα αστυνομικής αυθαιρεσίας και βίας όχι μόνο δεν σταμάτησαν αλλά αυξήθηκαν. Στην Έκθεση για την “Ελευθερία του Τύπου” σημειώνεται ότι “η αστυνομία καταφεύγει τακτικά στη βία και σε αυθαίρετες απαγορεύσεις για να παρεμποδίσει τη δημοσιογραφική κάλυψη των διαδηλώσεων και της προσφυγικής κρίσης στα ελληνικά νησιά. Δημοσιογράφοι έχουν πέσει θύματα σωματικών επιθέσεων κατά τη διάρκεια αθλητικών εκδηλώσεων και μπροστά από τα σπίτια τους”. Αναφέρεται εκ νέου η δολοφονία του αστυνομικού ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ, ο οποίος πυροβολήθηκε μέρα μεσημέρι μπροστά από το σπίτι του στην Αθήνα το 2021, που δεν έχει ακόμη διαλευκανθεί, ενώ δύο ύποπτοι αθωώθηκαν το 2024.
Ματίνα Παπαχριστούδη
Πηγή: neostrtategy.gr