Γιγαντώνεται η διαπλοκή στα ΜΜΕ, βασιλεύει η φίμωση

Ας αρχίσουμε τις νεότερες ειδήσεις στον πολύπλοκο επιχειρηματικό κόσμο των μέσων ενημέρωσης. Ο όμιλος Alter ego του Βαγγέλη Μαρινάκη μετά την είσοδο της εταιρείας στο Χρηματιστήριο από το οποίο άντλησε περισσότερα από 50 εκατ. ευρώ, βρίσκεται σε τελικό στάδιο συζητήσεων για την εξαγορά της δημοφιλούς διαδικτυακής ιστοσελίδας του Νίκου Ευαγγελάτου newsit.gr, ενώ πληροφορίες φέρουν και την ιστοσελίδα της συζύγου του Τατιάνας Στεφανίδου tlife.gr ότι θα ενταχθεί στο όμιλο της Συγγρού. Κι ενώ φαίνεται να καθυστερεί η επανέκδοση της Ελυθεροτυπίας την οποία απέκτησε πριν ένα χρόνο, βγήκε στο διαδίκτυο ο δεύτερος τηλεοπτικός σταθμός Mega news. Ο όμιλος Βαρδινογιάννη- κλάδος media μετά την απόκτηση σημαντικού μεριδίου στον Alpha και την πλήρη κατοχή του Star ήρθε σε επιχειρηματικό “γάμο” με την United Group της συνδρομητικής Nova. Το σχετικά νέο mediaκο συγκρότημα των εφοπλιστών Μπάκου -Καϋμενάκη- Εξάρχου ενέταξε τα MME Action 24, Attica TV και τις ιστοσελίδες Flash.gr, News4health και Athletiko σε ένα νέο εταιρικό φορέα, τη Wide Media, με σχέδια για περαιτέρω επέκταση. Το Mega του Μαρινάκη συζητάει με τον ΑΝΤΕΝΝΑ του Κυριακού και τον Alpha των Βαρδινογιάννη-United να προχωρήσουν στη δημιουργία κοινής πλατφόρμας για τους τηλεοπτικούς σταθμούς τους. Κάτι σαν την ψηφιακή Digea, αλλά στο διαδίκτυο. Ο Δημήτρης Μελισσανίδης κατάφερε φέτος να βρει ελεύθερη συχνότητα για το διαδικτυακό Naftemporiki TV, μέσω τρίτων ελέγχει και το Pontos TV. O Θοδωρής Κυριακού του antenna group έχει την έδρα του ομίλου του εκτός Ελλάδας και σε συνεργασία με τον σαουδαραβικό Όμιλο MBC Group που απέκτησε το 30% της εταιρείας του, σχεδιάζει την ψηφιακή επέκταση του. Παράλληλα με όλες αυτές τις εξελίξεις “τρέχουν” τα μικρά ή μεγαλύτερα project των υπολοίπων ισχυρών της ολιγαρχίας στην ενημέρωση, του Γιάννη Αλαφούζου, του Γιάννη Κουρτάκη, του Γιάννη Φιλιππάκη.

Το ερώτημα γιατί οι ολιγάρχες επενδύουν εκατομμύρια ευρώ σε Μέσα τα οποία χαρακτηρίζονται “χρεοκοπημένα”, έχουν υψηλά δάνεια και ελάχιστες προοπτικές να αποφέρουν κέρδη, παραμένει αφελές. Η ισχύς και οικονομική εξουσία πολλαπλασσιάζεται εκθετικά με την κατοχή μέσων ενημέρωσης. Η Ελλάδα, σχετικά καθυστερημένα σε σύγκριση με άλλες χώρες του κόσμου, ολοκληρώνει τη μετάβαση στο μοντέλο της μεγάλης συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης, τα media συγκεντρώνονται ταχύτατα πια στα χέρια της ολιγαρχίας με συμφέροντα σε όλους τους κλάδους της οικονομίας εντός και εκτός χώρας.

Το τρίπολο ελέγχου και εξουσίας

Η διαπλοκή, όρος που εισήγαγε στην πολιτική ζωή του τόπου ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης το μακρινό 1993 όταν υποστήριξε δημόσια “με έριξαν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα”, αποκτά μετά το τέλος των παραδοσιακών τζακιών στα ΜΜΕ (Λαμπράκης-Ψυχάρης, Μπόμπολας, Κόκκαλης) με την κατάρρευση των ΜΜΕ τη δεκαετία των μνημονίων, νέες διαστάσεις. Η οικονομική ολιγαρχία που δραστηριοποιείται κυρίως στους τομείς της ναυτιλίας (εφοπλιστές), ενέργειας (πετρέλαια, ΑΠΕ), Τράπεζες (επενδυτικά funds), ακίνητα (real estate) και βιομηχανία, κατέχει, διαχειρίζεται και ελέγχει τη συντριπτική πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης. Ως ο ισχυρότερος πόλος στο σύστημα εξουσίας βρίσκεται σε πολυδαίδαλη διαπλοκή με την πολιτική εξουσία, τον δεύτερο πόλο ελέγχου, καθορίζει τις πολιτικές εξελίξεις. Συνάμα “εξαρτάται” από την εκάστοτε κυβέρνηση για το μοίρασμα των δισεκατομμυρίων κρατικού και ευρωπαϊκού χρήματος, τον τρίτο πόλο στη διαπλοκή. Δεν πρόκειται για τα παραδοσιακά δημόσια έργα της δεκαετίας του ΄90, αρχών του 2000 αλλά για τον έλεγχο τεράστιων κονδυλίων που διανέμονται μέσω επενδυτικών κεφαλαίων με “κρατικό έλεγχο” και διαφόρων ταμείων ανάκαμψης ή ανάπτυξης.

Με βάση όλα τα παραπάνω είναι σημαντικά τα συμπεράσματα μιας νέας έκθεσης για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης το 2025 από την Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών για την Ευρώπη (Liberties). Για τη χώρα μας σημειώνεται χαρακτηριστικά: “Οι μεγάλοι όμιλοι ενημέρωσης στην Ελλάδα συγκεντρώνονται σε μια χούφτα ισχυρών επιχειρηματιών με συμφέροντα και σε άλλες τομείς της οικονομίας. Τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης χαρακτηρίζονται από ένα μικρό αριθμό πλούσιων και πολιτικά συνδεδεμένων οικογενειών με εκτεταμένα διασταυρούμενα ιδιοκτησιακά συμφέροντα σε βασικούς τομείς, συχνά εξαρτώμενες από δημόσιες συμβάσεις από την κυβέρνηση. Η κυρίαρχη δύναμη της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα αποτελείται πλέον από εφοπλιστές και μεγαλοεπενδυτές στη βιομηχανία”.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη στο στόχαστρο για έλεγχο των ΜΜΕ

Η Έκθεση των Liberties βασίζεται σε δεδομένα και πληροφορίες από 43 οργανισμούς-μέλη και εταίρους από 21 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλύπτει τέσσερις κύριους τομείς: την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, την ασφάλεια και την προστασία των δημοσιογράφων, την ελευθερία της έκφρασης και την πρόσβαση στην πληροφόρηση, καθώς και την ευρωπαϊκή νομοθεσία που σχετίζεται με την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. “Η κατάληψη των μέσων ενημέρωσης είναι το πρώτο βήμα προς τον αυταρχισμό” σημειώνεται στο προοίμιο της Έκθεσης. “Όταν τα μέσα ενημέρωσης λειτουργούν ως φερέφωνο της κυβέρνησης, θολώνουν τον δημόσιο διάλογο και αποδυναμώνουν την εμπιστοσύνη στις ειδήσεις. Αυτό εξουδετερώνει την αντίσταση του κοινού ακόμη και όταν τα δικαιώματά τους δέχονται επίθεση, ανοίγοντας το δρόμο για τους αυταρχικούς ηγέτες να ενισχύσουν τον έλεγχο της εξουσίας τους”.

Σε αυτά τα “αυταρχικά καθεστώτα” που ελέγχουν τα media εντάσσεται και η ελληνική κυβέρνηση. Μετά την οικονομική ανάλυση για το καθεστώς ιδιοκτησίας όπου σημειώνεται “η δαιδαλώδη ιδιοκτησιακή δομή πίσω από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης” από την έρευνα του Solomon που κατέγραψε “762 εταιρείες με 12 μεγάλους ιδιοκτήτες”, οι οποίοι “χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως εργαλείο επιρροής”, η Έκθεση αναλύει τη σχέση των ΜΜΕ με την κυβέρνηση.

Αναφέρει ότι η “κατανομή της κρατικής διαφήμισης στην Ελλάδα συνεχίζει να δέχεται επικρίσεις για την έλλειψη διαφάνειας και πιθανής μεροληψίας. Η κρατική διαφήμιση εδώ και αρκετό καιρό κατανέμεται με τρόπους που φαίνεται να ευνοούν τα μέσα ενημέρωσης με κυβερνητική γραμμή, εγείροντας ανησυχίες για έμμεση επιρροή στο περιεχόμενο των μέσων ενημέρωσης. Το 2024 δεν υπήρξε κάποια αισθητή αλλαγή”.

Παραπέμπει επίσης στην Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην οποία υπογραμμιζόταν ότι “η Ελλάδα πρέπει να διασφαλίσει δίκαιη και διαφανή κατανομή των κρατικών πόρων σε μέσων ενημέρωσης για την αποφυγή αθέμιτης επιρροής”. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στον έλεγχο των δημόσιων Μέσων ενημέρωσης, “η ΕΡΤ είναι ευάλωτη σε πολιτικές και οικονομικές πιέσεις. Η συχνή αντικατάσταση των στελεχών με κάθε αλλαγή κυβέρνησης υπονομεύει τη σταθερότητα και την ανεξαρτησία του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα”, γράφει. Όσο για τη ρυθμιστική αρχή του ΕΣΡ και την ΑΔΑΕ, υπογραμμίζεται ότι έχει αμφισβητηθεί “η ανεξαρτησία και των δύο λόγω πολιτικής επιρροής επί του διορισμού των μελών τους”.

Οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους, το κλίμα φίμωσης μέσω των αγωγών Slapps και καταστολής από τις αστυνομικές δυνάμεις καταγράφονται σε συγκεκριμένα περιστατικά που καταγγέλθηκαν και από διεθνείς δημοσιογραφικές οργανώσεις. “Κατά την κάλυψη της διαμαρτυρίας των εποχικών πυροσβεστών στην Αθήνα, ο δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη Γιώργος Ανδρούτσος δέχτηκε βίαιη επίθεση και κρατήθηκε βίαια από την αστυνομία. Ο Ανδρούτσος είπε ότι ήταν δημοσιογράφος αλλά παρόλα αυτά ξυλοκοπήθηκε από την αστυνομία η οποία του πέρασε χειροπέδες. Ο δημοσιογράφος αντιμετωπίζει κατηγορίες. Στην Ελλάδα, οι δημοσιογράφοι αντιμετώπισαν διάφορα περιστατικά λεκτικών και σωματικών επιθέσεων. Κατά τη διάρκεια ρεπορτάζ σε πυρκαγιά στην Αττική, ο δημοσιογράφος Φρίξος Δρακοντίδης, δέχτηκε μπουνιές από έναν άγνωστο άνδρα».

“Οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο αγωγές SLAPPs”, σημειώνεται. “Στη διαδικασία που κινήθηκε από τον Γρηγόρη Δημητριάδη, ανιψιό του πρωθυπουργού, κατά των Reporters United, της Εφημερίδας των Συντακτών και τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, το δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση. Το δικαστήριο έκρινε ότι η δημοσιοποίηση των πληροφοριών σχετικά με την εμπλοκή του Δημητριάδη στο σκάνδαλο του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator ήταν προς το δημόσιο συμφέρον και προστατεύεται από την ελευθερία της έκφρασης”. Τέλος επισημαίνεται ότι η χώρα μας ακόμη “δεν έχει ακόμη μεταφέρει την οδηγία για τις ελευθερίες στα ΜΜΕ, με σαφείς δαιτάξεις για το ιδιοκτησιακό καθεστώς, στο εθνικό δίκαιο, ούτε έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπηςγια την καταπολέμηση των SLAPPs”.

 

Πηγή: https://neostrategy.gr/

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *