Γράφει στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Άρης Χατζηστεφάνου
Μια νέα γενιά δισεκατομμυριούχων της Σίλικον Βάλεϊ αποφάσισε να δώσει το δαχτυλίδι των προεδρικών εκλογών στον Ντόναλντ Τραμπ και στους Ρεπουμπλικανούς, ανατρέποντας ισορροπίες δεκαετιών στο πολιτικό σκηνικό του κλάδου υψηλής τεχνολογίας. Το χρίσμα τους έχει κυρίως οικονομικά χαρακτηριστικά, συχνά όμως συνοδεύεται από ρατσιστικές και φιλοφασιστικές αντιλήψεις.
Για ορισμένους ιστορικούς η 20ή Φεβρουαρίου του 1933 αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη ημερομηνία στην πορεία του Αδόλφου Χίτλερ προς την εξουσία. Περίπου 20 από τους σημαντικότερους βιομήχανους της Γερμανίας συγκεντρώθηκαν εκείνη την ημέρα στην κατοικία του προέδρου του Κοινοβουλίου και υποσχέθηκαν να στηρίξουν οικονομικά την προεκλογική εκστρατεία του ανθρώπου που λίγο αργότερα θα γινόταν ο φίρερ.
Στις ΗΠΑ, όπου η λέξη φάρσα είναι λίγη για να περιγράψει την επανάληψη της Ιστορίας, μια παρόμοια μάζωξη πραγματοποιήθηκε πριν από μερικές εβδομάδες στο (αξίας 20 εκατομμυρίων) σπίτι του μεγαλοεπενδυτή της Σίλικον Βάλεϊ, Ντέιβιντ Σακς, στο Σαν Φρανσίσκο. Στόχος δεν ήταν να επιλεγεί ο επόμενος ηγέτης των ΗΠΑ, αλλά ο υποψήφιος αντιπρόεδρος του Ντόναλντ Τραμπ. Το παράδοξο είναι ότι νικητής αναδείχθηκε ο γερουσιαστής του Οχάιο, Τζέι Ντι Βανς, ο οποίος μόλις πριν από μερικά χρόνια παρομοίαζε τον Τραμπ με τον… Χίτλερ.
Οι συνδαιτυμόνες, που είχαν πληρώσει από 300.000 ευρώ έκαστος για να παραβρεθούν στο δείπνο, εξήγησαν στον Τραμπ ότι ο Βανς αποτελεί την καλύτερη επιλογή για τα συμφέροντά τους και πως θα ικανοποιούσε κορυφαίους παίκτες της Σίλικον Βάλεϊ, όπως ο Ελον Μασκ. Ο άνθρωπος όμως που ένιωθε πραγματικά δικαιωμένος εκείνο το βράδυ ήταν ο Πίτερ Τίελ, συνιδρυτής με τον Μασκ του Paypal αλλά και δημιουργός της σκιώδους εταιρείας επεξεργασίας μεγάλου όγκου δεδομένων (Big Data) Palantir. Ο Τίελ έστρωνε εδώ και δεκαετίες τον δρόμο του Βανς με δεκάδες εκατομμύρια δολάρια και τώρα βρίσκεται μια ανάσα από το να δει το δημιούργημά του να εισέρχεται στον Λευκό Οίκο. Μόνο το 2022 έδωσε 15 εκατ. δολάρια για την προεκλογική εκστρατεία του Βανς στο Οχάιο, ενώ πιστεύεται ότι στήριζε οικονομικά δεκάδες από τις περίπου 100 start up επιχειρήσεις που είχε δημιουργήσει ο Βανς.
Το δείπνο του Σαν Φρανσίσκο ίσως να μην αποτελεί καινοτομία για τον πολιτικό πολιτισμό των ΗΠΑ, σίγουρα όμως δημιουργεί μια τομή για τα δεδομένα του κλάδου υψηλής τεχνολογίας. Πριν από μόλις δέκα χρόνια το πορτοφόλι της Σίλικον Βάλεϊ ψήφιζε «δαγκωτό» Δημοκρατικούς. Οπως εξηγούσε η πολιτική συντάκτρια της ηλεκτρονικής έκδοσης Vox, Νικόλ Ναρέα, «το 2016 σχεδόν κάθε δολάριο που δαπάνησαν οι ελίτ της Σίλικον Βάλει πήγε στην υποψήφια των Δημοκρατικών, Χίλαρι Κλίντον. Και το 2000 διπλασίασαν τις χορηγίες τους προκειμένου να ηττηθεί ο Τραμπ». Οι ελάχιστες εξαιρέσεις ήταν δακτυλοδεικτούμενες, ενώ εταιρείες υψηλής τεχνολογίας που τάχθηκαν ανοιχτά στο πλευρό του Τραμπ έπεσαν θύματα άτυπου μποϊκοτάζ από καταναλωτές. Αυτό το αραγές μέτωπο, όμως, παρουσιάζει πλέον ισχυρές ρωγμές.
Ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα των venture capital, που τροφοδοτούν με ζεστό χρήμα τις αρτηρίες της Σίλικον Βάλεϊ, δηλώνουν πλέον ανοιχτά ότι θα στηρίξουν οικονομικά τον υποψήφιο των Ρεπουμπικανών. Ανάμεσά τους οι Μαρκ Αντρέεσεν και Μπεν Χόροβιτς (του Andreessen Horowitz), ο Ντέιβιντ Σακς (του Craft Ventures) αλλά και ο Τζέισον Χέλμπεργκ, ένας όχι και τόσο επιτυχημένος επιχειρηματίας, ο οποίος όμως κινεί τα νήματα σε συγκεκριμένους τομείς – όπως οι νομοθετικές πρωτοβουλίες εναντίον του TikTok και η σκληρή στάση απέναντι στην Κίνα. Δίπλα τους βρίσκεται επισήμως πλέον και ο Ελον Μασκ της Tesla και του X (πρώην Twitter) ο οποίος, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες της Wall Street Journal, σκεφτόταν να προσφέρει 45 εκατ. δολάρια τον μήνα για την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ.
Ομολογουμένως οι συγκεκριμένοι επιχειρηματίες αποτελούν μια ηχηρή μειοψηφία στον φιλελεύθερο κόσμο της αμερικανικής βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας, ο οποίος παραμένει στο πλευρό των Δημοκρατικών. Για πρώτη φορά, όμως, κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
Ως ορκισμένοι libertarians απορρίπτουν οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση, όχι μόνο με τη μορφή φορολογίας, αλλά ακόμη και στις ρυθμίσεις για τον έλεγχο των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης. Οι περισσότεροι άλλωστε έχουν σχηματίσει την περιουσία τους όχι χάρη στην επιτυχία των προϊόντων τους, αλλά με κερδοσκοπικές κινήσεις οι οποίες ευδοκιμούν σε καθεστώς απόλυτης ασυδοσίας των αγορών. Η ιδεολογία, βέβαια, μπαίνει στην άκρη αν η κρατική παρέμβαση έρχεται με τη μορφή επιδοτήσεων και γιγαντιαίων προμηθειών από τα υπουργεία Αμυνας και Δημόσιας Τάξης – όπως στην περίπτωση του Ελον Μασκ και του Πίτερ Τίελ.
Δεν είναι πάντως τυχαίο ότι τους τελευταίους μήνες βρέθηκαν στο πλευρό του Ντόναλντ Τραμπ και ορισμένα από τα μεγαλύτερα fund κρυπτονομισμάτων, ένας κλάδος που εκτός από την άρνηση κάθε κρατικής παρέμβασης ρέπει συχνά και προς τη δεξιά συνωμοσιολογία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το «PAC stand with crypto», μία από τις πολιτικές επιτροπές που συγκεντρώνουν χρήματα για να παρεμβαίνουν στην προεκλογική εκστρατεία, σε ανακοίνωσή του ανέφερε ότι προτιμά στην προεδρία τον Τραμπ ή τον (αρνητή των εμβολίων) Ρόμπερτ Φ. Κένεντι, σε σχέση με τον Μπάιντεν.
Από την πλευρά τους οι Μασκ και Τίελ έχουν κατηγορηθεί όχι μόνο για αντιδημοκρατικά ξεσπάσματα αλλά και για δηλώσεις που χαρακτηρίστηκαν απολυταρχικές και φασιστικές: Το 2009 ο επικεφαλής της Palantir είχε δηλώσει ότι «η ελευθερία και η δημοκρατία δεν είναι συμβατές», ενώ ο Μασκ προκάλεσε σάλο όταν έγραψε ότι «θα ανατρέπουμε όποιον θέλουμε», αναφερόμενος στο πραξικόπημα στη Βολιβία, από όπου προμηθεύεται το λίθιο για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων του.
Αν υπάρχει κάτι που φαίνεται να διακρίνει τους συγκεκριμένους παράγοντες της Σίλικον Βάλεϊ από τις παραδοσιακές ελίτ του χώρου, είναι ότι ανάμεσα στις οικονομικές απαιτήσεις τους προσθέτουν και μερικές πινελιές ακροδεξιάς, ρατσιστικής και φιλοφασιστικής ιδεολογίας. Στον χώρο των venture capitals βέβαια οι ιδεολογίες έχουν συνήθως ημερομηνία λήξης και τα στρατόπεδα μπορούν να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι φυσικά ο υποψήφιος αντιπρόεδρος που κατεβαίνει στις εκλογές δίπλα στον «Χίτλερ της Αμερικής».
info-war.gr