Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Αυτό που κυρίως ενόχλησε το Μέγαρο Μαξίμου από τη δημοσίευση του παγκόσμιου Δείκτη Ελευθερίας ΜΜΕ των «Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα» δεν ήταν η 108η και τελευταία για την Ευρώπη, θέση που καταλαμβάνει η Ελλάδα. Ήταν η αλλαγή μεθοδολογίας στην αξιολόγηση της ελευθερίας Μέσων και δημοσιογράφων, βάση της οποίας για πρώτη φορά «μίλησαν» εκατοντάδες ειδικοί και δημοσιογράφοι πριν την έκδοση της ετήσιας έκθεσης. Ήταν η επιμέρους βαθμολόγηση στα «μεγάλα ζητήματα» που αφορούν το τοπίο των ΜΜΕ. Γιατί είναι μεν σοκαριστικό να ακούγεται διεθνώς πως η Ελλάδα έπεσε 38 θέσεις μέσα σε ένα χρόνο –το 2020 ήταν στην 70η–αλλά επί της ουσίας είναι διαχειρίσιμο. Άλλωστε, με προφορικό «νον πέϊπερ» στους ενσωματωμένους και ελεγχόμενους δημοσιογράφους, το Μαξίμου επιχείρησε να διαβάλει την αξιοπιστία των «Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα», ενώ επιδόθηκε και στη συνήθη ανούσια πολεμική προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό, όμως, που δεν είναι διαχειρίσιμο και εκνεύρισε τα μάλα την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι πως επισημοποιήθηκαν διεθνώς όλες οι καταγγελίες ανεξάρτητων και μη ελεγχόμενων από το σύστημα… σίτισης μίντια και δημοσιογράφων. Αυτών που ο Πρετεντέρης είχε χαρακτηρίσει απαξιωτικά ως μια «περίεργη ομάδα» που ασχολείται με τους πρόσφυγες…
Στην αξιολόγηση της «ασφάλειας» για τους δημοσιογράφους, λοιπόν, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 128η θέση. Πρακτικά, αναγνωρίζεται διεθνώς πως η κυβέρνηση παρεμποδίζει το έργο τους και καταφεύγει στη βία και στις αυθαίρετες ενέργειες για να εμποδίσει τα ρεπορτάζ για τις εγκληματικές απωθήσεις προσφύγων-μεταναστών. Ως συγκεκριμένα γεγονότα αναφέρονται η επίθεση στην Ολλανδή δημοσιογράφο Ίνγκεμποργκ Μπέουχελ μετά την αντιπαράθεσή της με τον πρωθυπουργό, αλλά και η απροθυμία και αδιαφάνεια στην εξιχνίαση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ.
Εξίσου αποκαλυπτική, τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τις επιχειρήσεις ΜΜΕ και τις συνδικαλιστικές ενώσεις, είναι η αξιολόγηση του «οικονομικού πλαισίου», όπου η χώρα βρίσκεται στην 113η θέση. Αιτία είναι η «κρατικοποίηση» των ιδιωτικών μίντια, καθώς η λειτουργία τους στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά πλέον στη «δημόσια χρηματοδότηση», η οποία επιπλέον στερείται διαφάνειας και ισονομίας.
Ο πίνακας με τις πέντε χειρότερες στην ελευθερία των ΜΜΕ χώρες της Ευρώπης –Ελλάδα, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Μάλτα, Πολωνία– δεν είναι διόλου τυχαίος. Αποτυπώνει την πραγματικότητα στη λειτουργία επιχειρήσεων ΜΜΕ και των εργασιακών σχέσεων των δημοσιογράφων σε αυτές. Τα μίντια είναι απόλυτα ελεγχόμενα από τις κυβερνήσεις, οι δημοσιογράφοι κινδυνεύουν και απειλούνται, η αξιοπιστία και εγκυρότητά τους βρίσκεται στο ναδίρ.
Σε Πολωνία, Ουγγαρία και Ελλάδα τα δημόσια ΜΜΕ υπάγονται απευθείας στη δικαιοδοσία της κεντρικής κυβέρνησης, οι επιχειρήσεις έχουν στενούς ορατούς δεσμούς με επιχειρηματικά συμφέροντα και πολιτικά κόμματα. Η κρατική στήριξη έχει υπονομεύσει την αυτόνομη συντακτική λειτουργία τους. Για την Ελλάδα αναφέρεται επιπλέον η απειλή –μέσω των αλλαγών στον ποινικό κώδικα– για τη δημοσίευση πληροφοριών που δεν εγκρίνονται από την κυβέρνηση.
Η ακρίβεια της αξιολόγησης για την Ελλάδα επιβεβαιώθηκε από τη στάση που τήρησαν τα κρατικά Μέσα, τα σιτιζόμενα από «πετσωμένες»
διαφημιστικές λίστες αλλά και η ΕΣΗΕΑ της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Στο ΑΠΕ η κατάταξη της Ελλάδας… εξαφανίστηκε, στα ρεπορτάζ των συστημικών μίντια μεταδόθηκε η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου για την αναξιοπιστία της οργάνωσης, ενώ στην ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ δεν βρέθηκε ούτε λέξη καταγγελίας για την κατρακύλα.