Γράφει ο Γιώργος Τσαντίκος στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Πυγμαχική ενημέρωση
Στις μέρες μας η είδηση ταξιδεύει πολύ γρήγορα, κυκλοφορεί με πολλούς, άμεσους τρόπους, προέρχεται από πολλές πηγές, η τεχνολογία, το ίντερνετ, οι έξυπνες συσκευές, η δημοσιογραφία πολιτών κ.λπ κ.λπ.
Ξυπνάς δηλαδή το πρωί και τρως αμέσως μια γροθιά στο στομάχι από τις εικόνες της Ουκρανίας. Φτιάχνεις καφέ δύσκολα, μετά από τις καρατιές στον τράχηλο που σου καταφέρνουν οι ειδήσεις από το Κίεβο. Αλείφεις δύο φέτες με βούτυρο και μέλι οριακά χωρίς ανάσα, από τις στριφογυριστές κλωτσιές στο υπογάστριο που μοιράζουν τα νέα από τη διεθνή κονίστρα. Ντύνεσαι με δυσκολία, προσπαθώντας να αποφύγεις το «χτύπημα του γερανού» από τις δηλώσεις Μπάιντεν και μετά μπαίνεις στο αμάξι και ξεπαρκάρεις υπό τις κουτουλιές του μπρεντ και των σιτηρών. Οριακά γλιτώνεις από το άπερκατ της γραμμής ηλεκτροδότησης του Τσερνόμπιλ και το ντιρέκτ του ρεπορτάζ από τη Μαριούπολη.Και στις εσωτερικές ειδήσεις, όμως, τα πράγματα δεν είναι πιο εύκολα, καθώς έρχεται η «χαμηλή σκούπα» από τις αποκλειστικές πληροφορίες για την τραγωδία της Πάτρας να σε σωριάσει στο πάτωμα, αν στο μεταξύ δεν σε βγάλει νοκ άουτ κάποια ανταπόκριση από οπουδήποτε στον κόσμο.
Κοινώς, οι ειδήσεις από τα περισσότερα ελληνικά ιντερνετικά μέσα, δέρνουν αλύπητα. Οι επιθετικοί προσδιορισμοί στους τίτλους έχουν εμπλουτιστεί και κοντά στα «ΣΟΚ, δείτε…» κ.λπ., πηγαίνουν πλέον άρρηκτα δεμένοι με τα στυλ και τα μυστικά διαφόρων πολεμικών τεχνών. Εκτός από τα βασικά ελληνικά, φαίνεται ότι αυτό που ζητούν πλέον τα αφεντικά από τους/τις δημοσιογράφους κάθε ειδικότητας, κυρίως υλατζήδες, είναι η βασική γνώση πυγμαχικής ορολογίας.
Η ειδησεογραφία στις μέρες μας μπορεί να σου μαυρίσει το μάτι, στην καλύτερη περίπτωση. Δεν είναι μόνο το ύφος ενός τίτλου που μετατρέπεται από ειδησεογραφικός σε γραπτό μήνυμα 112 χωρίς τον ήχο για κάθε θέμα, από ένα πολεμικό γεγονός μέχρι μια αισθητική χειρουργική επέμβαση, αλλά το γενικό περιεχόμενο.
Η ενημερωτική ανισορροπία των καιρών μας –τρομερά δυσανάλογη με τις δυνατότητες που υπάρχουν και ταυτόχρονα εκπληκτικά δυνατή στη δημιουργία πρόσκαιρων και πιο μόνιμων εντυπώσεων– είναι στο γενικό περιεχόμενο (και πρόβλημα) της ενημέρωσης. Σε όλα όσα έχουν ειπωθεί μέχρι σήμερα σε κείμενα πιο ενδελεχή και σοβαρά από τούτο, σε πράγματα που ισχύουν άπαντα και μέχρι τελείας (κακοί μισθοί, χειραγωγούμενη και κατευθυνόμενη ειδησεογραφία, «φάρμες» για περισσότερα κλικ σε σελίδες, ελάχιστο περιθώριο βιώσιμης ανεξάρτητης και μαχητικής δημοσιογραφίας, gaslighting, SLAPPing κ.λπ.), η καθημερινή ορολογία είναι το απαραίτητο «περιτύλιγμα».
Ποτέ η αισθητική δεν ήταν το δυνατότερο ή το απόλυτα καθοριστικό σημείο της ενημέρωσης. Ούτε είναι πρόσφατο το φαινόμενο που απλά επιστεγάζει ένα τεράστιο ζήτημα που υπάρχει. Θα ήταν καθαρή υποκρισία η επίκληση της παρελθοντολογίας των παλιότερων «α, όταν υπήρχαν οι παλιοί εκδότες, τα πράγματα ήταν αλλιώς», γιατί δεν είναι δα προϊστορία τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων του ’89, η ακόμα πρωθύστερη, βίαιη είσοδος του ταμπλόιντ με το έγχρωμο πρωτοσέλιδο αίμα ή το άχρηστο κυριλίκι των ακριβών περιοδικών των ΄90s και των ΄00s.
Ένα ακόμα φαινόμενο «κόπωσης», μετά τα δύο χαμένα χρόνια της πανδημίας (η οποία ούτε έφυγε, ούτε έληξε, στο μεταξύ), είναι η σώνει και καλά δημιουργία ενός ποσοτικού μεγέθους ειδήσεων, που μετριούνται με το κιλό ή το κλικ, αν θέλετε.
Την ίδια στιγμή, η ερευνητική/αξιόπιστη/σοβαρή δημοσιογραφία πιέζεται από τα ίδια τα ολιγαρχικά επιχειρηματικά κέντρα που ελέγχουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ, και αναγκάζεται να περιορίζεται σε πιο… σινεφίλ κοινό, κάτι σαν ταινία του Τζάρμους ή ένα βράδυ στην όπερα. Αυτά, μιλώντας πάντα για την κανονική δημοσιογραφία και όχι για ομιλούσες κεφαλές που ανταλλάζουν τη δουλειά ανθρώπων με σχέσεις με την εξουσία, «μεταφράζοντας» την πραγματικότητα κατά το δοκούν και συμφέρον, υπηρετώντας οτιδήποτε άλλο εκτός από τη δημόσια ενημέρωση.
Πριν, λοιπόν, μπείτε το πρωί στο ίντερνετ για να δείτε τι παίζει στον κόσμο, μάθετε πρώτα καλού-κακού και καμιά αμυντική κίνηση, γιατί οι «ειδήσεις-γροθιά», τα «σοκ» και οι «βόμβες» πέφτουν βροχή…