Την ώρα που η ΕΣΗΕΑ “ξεπλένει” με την υπογραφή της πλειοψηφίας στο ΔΣ , των δυο συμμάχων παρατάξεων των “Ενωμένων δημοσιογράφων” και της “Συσπείρωσης” όλο το πολιτικό -εργοδοτικό μέτωπο που διακρίθηκε και διακρίνεται στις απόπειρες λογοκρισίας-φίμωσης-παρεμπόδισης της δημοσιογραφικής έρευνας με την ημερίδα “Δημοκρατία, δεοντολογία, ΜΜΕ και δημοσιογράφοι”, στη Λέσβο αποκαλύφθηκε το πως αντιμετωπίστηκαν οι δημοσιογράφοι στην προσπάθεια τους να κάνουν έρευνα και ρεπορτάζ για το προσφυγικό. Αντιμετώπισαν επιθέσεις, φραστικές απειλές και φυσική βία από ακροδεξιές ομάδες, δεν έλειψαν προσαγωγές και πολύωρες ανακρίσεις δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ από κρατικές αρχές με στόχο τον εκφοβισμό τους, ώστε να αποτραπεί η δημοσιογραφική καταγραφή των όσων γίνονταν στα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας και τις ελληνικές ακτές. Τα όσα ακούστηκαν στην εκδήλωση “Επίθεση στην ελευθερία του Τύπου. Η δημοσιογραφική εργασία στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ (Λέσβος)», που οργάνωσε η Γερμανική Ένωση Δημοσιογράφων (DJU) σε συνεργασία με το γραφείο του ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ» στην Αθήνα, τα διαβάζουμε σε ρεπορτάζ του prin.gr (To λίνκ της εκδήλωσης: www.youtube.com/watch?v=Sw1j1sMDhbw). Η αυριανή ημερίδα της ΕΣΗΕΑ θα μπορούσε να συμπεριλάβει κι αυτές τις καταγγελίες. Δεν το πράτει γιατί επέλεξε να μιλήσουν για τα ΜΜΕ και τη δημοκρατία πολιτικοί όπως ο Γεραπετρίτης της Ν.Δ και ο Βενιζέλος του “μαύρου” στην ΕΡΤ.
Γράφει ο Νίκος Μανάβης
«Επίθεση στην ελευθερία του Τύπου. Η δημοσιογραφική εργασία στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ (Λέσβος)», ήταν ο τίτλος της διαδικτυακής εκδήλωσης που διοργάνωσε στις 29 Μαρτίου η Γερμανική Ένωση Δημοσιογράφων (DJU) σε συνεργασία με το γραφείο του ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ» στην Αθήνα .
Στην εκδήλωση μίλησαν, μεταξύ άλλων, η δημοσιογράφος Franziska Grillmeier, η οποία ζει στη Λέσβο και συνεργάζεται με πολλά μέσα ενημέρωσης (Spiegel, Zeit, ΤΑΖ, SZ, FAS, Guardian κα), ο δημοσιογράφος και σκηνοθέτης Arne Büttner, ο δημοσιογράφος Michael Trammer ( ΤΑΖ, ND, Jungle World) και ο Βασίλειος Ασβεστόπουλος, γενικός γραμματέας της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδος και ανταποκριτής για ΜΜΕ στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Ήταν η πρώτη δημόσια καταγραφή των όσων έζησαν αλλοδαποί δημοσιογράφοι οι οποίοι επισκέφθηκαν τη Λέσβο το 2020 στο πλαίσιο ρεπορτάζ που έκαναν για το προσφυγικό. Σε πολλές περιπτώσεις αντιμετώπισαν επιθέσεις, φραστικές απειλές και φυσική βία από ακροδεξιές ομάδες. Επιπλέον δεν έλειψαν προσαγωγές και πολύωρες ανακρίσεις δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ από κρατικές αρχές με στόχο τον εκφοβισμό τους, ώστε να αποτραπεί η δημοσιογραφική καταγραφή των όσων γίνονταν στα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας και τις ελληνικές ακτές.
Οι ανακρίσεις γίνονταν χωρίς να υπάρχει καμία συγκεκριμένη κατηγορία σε βάρος των προσαχθέντων και χωρίς να τους δίνεται η δυνατότητα να ασκήσουν τα νόμιμα δικαιώματα τους, ενώ πραγματοποιούνταν πολύ πέρα από τα πλαίσια της δικαιοδοσίας που έχουν οι κρατικές αρχές. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει γνωστές, από καταγγελίες, τουλάχιστον 10 περιπτώσεις ανάλογων συμβάντων. Ωστόσο δεν υπάρχει μια πλήρης καταγραφή και είναι άγνωστο πόσα είναι τα περιστατικά εκφοβιστικών προσαγωγών και ανακρίσεων ως σήμερα.
Την 1η Μαρτίου του 2020, η ελληνική κυβέρνηση ξεκινά να εφαρμόζει την πολιτική των push back και των παράνομων επαναπροωθήσεων προσφύγων που φθάνουν στις ακτές των ελληνικών νησιών, είτε στις ακτές τουρκικών βραχονησίδων είτε με σωστικές βάρκες στα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας.
Ανθρωπιστικές οργανώσεις, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2020, καταγγέλλουν την πρακτική των ελληνικών αρχών, καθώς καταπατούν τόσο την ελληνική νομοθεσία για τους πρόσφυγες όσο και τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να κατηγορήσει στελέχη ανθρωπιστικών οργανώσεων για κατασκοπεία προκειμένου να τα τρομοκρατήσει για να σταματήσουν τις καταγγελίες.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται ο εκφοβισμός δημοσιογράφων, φωτορεπόρτερ και κινηματογραφιστών που φθάνουν στα νησιά, προσαγάγονται και απειλούνται με σύλληψη και φυλάκιση, παρ’ ότι δεν υπάρχει καμία κατηγορία σε βάρος τους. Την ίδια χρονική περίοδο, Έλληνες δημοσιογράφοι δέχονται σειρά επιθέσεων από ακροδεξιές συμμορίες, ενώ παράλληλα στήνονται σε βάρος τους δικογραφίες και με κάθε τρόπο απειλείται τόσο η δική τους ζωή όσο και συγγενικών τους προσώπων.
Ο Arne Büttner ανέφερε ότι έφθασε μαζί με τον συνεργάτη του στη Μυτιλήνη στις 6 Μαρτίου του 2020, με στόχο την καταγραφή της κατάστασης που επικρατούσε στη Λέσβο σε σχέση με το προσφυγικό εκείνη την περίοδο. Οι πρώτοι άνθρωποι που συνάντησαν ήταν δύο αστυνομικοί που τους περίμεναν έξω από την είσοδο του καταλύματος που είχαν μισθώσει από πλατφόρμα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Ακολούθως, όπως τόνισε, τους έγινε άμεσα προσαγωγή χωρίς καν να τους επιτρέψουν να αφήσουν τα πράγματά τους μέσα στο κατάλυμα.
Οι αστυνομικοί τους υπέβαλαν σε ανάκριση κατά τη διάρκεια της οποίας τους ρωτούσαν ποιοι είναι, ποιος ο λόγος του ταξιδιού τους στη Λέσβο, για ποια μέσα ενημέρωσης εργάζονταν, με ποιους επρόκειτο να συναντηθούν και τι σκόπευαν να γράψουν στα ρεπορτάζ που θα έκαναν. Η ανάκριση είχε διάρκεια δύο με τρεις ώρες. Από το συγκεκριμένο περιστατικό προκύπτει ότι οι αρχές παρακολουθούν στενά τους δημοσιογράφους που φθάνουν στο νησί.
Αποτέλεσμα της έρευνας του A. Büttner είναι ένα ντοκιμαντέρ μεγάλης διάρκειας που καταγράφει την προσωπική ιστορία μιας προσφύγισσας που εκείνη την περίοδο ζούσε στη Μόρια. Μέσα από το ντοκιμαντέρ, αναδεικνύονται οι συνθήκες ζωής εκεί και το συνολικό κλίμα που επικρατούσε στο νησί εκείνη την περίοδο.
Σε άλλη περίπτωση, ο A. Büttner ζήτησε και πήρε άδεια (από την κυβέρνηση) για ένα ρεπορτάζ στο λιμάνι της Μυτιλήνης, όπου βρισκόταν αρματαγωγό πλοίο (άνοιξη 2020) στο οποίο διέμεναν προσωρινά νεοαφιχθέντες πρόσφυγες. Οι λιμενικοί επέτρεψαν τη λήψη πλάνων αλλά δεν επέτρεψαν να παρθούν συνεντεύξεις από τους πρόσφυγες. Ο Arne Büttner σημείωσε πως αυτό που έγινε ήταν σκανδαλώδες, καθώς η δουλειά του δημοσιογράφου είναι να μιλάει με τους ανθρώπους και να καταγράφει όσα έχουν να πουν.
Ο Michael Trammer είχε μια άλλη δραματική εμπειρία. Ήταν μεταξύ των δημοσιογράφων που την Κυριακή 1η Μαρτίου 2020, βρέθηκαν στο λιμάνι της Θερμής (χωριό βόρεια της Μυτιλήνης). Εκεί, μερικές δεκάδες ακροδεξιών έβριζαν και απειλούσαν πρόσφυγες οι οποίοι βρίσκονταν μέσα σε μια βάρκα την οποία είχε μεταφέρει στο λιμάνι σκάφος του Λιμενικού.
Όταν ο M. Trammer απομακρύνθηκε από τους άλλους δημοσιογράφους για να έχει καλύτερη οπτική γωνία και να καταγράφει τα όσα συνέβαιναν, δέχθηκε επίθεση από 8-9 άτομα που τον χτύπησαν βάναυσα και πέταξαν όλο τον εξοπλισμό που είχε μαζί του (κάμερες κλπ) μέσα στη θάλασσα. Ορισμένα από τα άτομα επιτέθηκαν και στον συνάδελφό του που ήταν μαζί του.
Ο ίδιος στη διαδικτυακή εκδήλωση θα πει πως σοκαρίστηκε από ό,τι συνέβη καθώς, από τη μια στιγμή στην άλλη, βρέθηκε σε κίνδυνο η ζωή του. Στη συνέχεια, δέχθηκε ένα μπαράζ φραστικών επιθέσεων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με τις περισσότερες να είναι στα ελληνικά και να μην μπορεί να τις καταλάβει. Επικοινώνησε τόσο με τις ελληνικές όσο και με τις γερμανικές αρχές, με τις τελευταίες να του συνιστούν να φύγει από τη Λέσβο, όπως και έκανε σχεδόν αμέσως.
«Ανάλογα περιστατικά σε Χίο και Σάμο»
«Παρατηρούμε εδώ και αρκετό καιρό ότι οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα παρεμποδίζονται όλο και περισσότερο στο έργο τους. Αυτό επηρεάζει επίσης πολλούς ξένους δημοσιογράφους που εργάζονται στη Λέσβο για να καλύψουν την κατάσταση των προσφύγων στις χώρες τους. Θεωρήσαμε ότι ήταν σημαντικό να μάθει το κοινό στη Γερμανία γι’ αυτό και να ασκηθεί πολιτική πίεση στους υπεύθυνους.
Ως εκ τούτου, οργανώσαμε μια εκδήλωση μαζί με τους θιγόμενους δημοσιογράφους και τη Γερμανική Ένωση Δημοσιογράφων», είπε, μιλώντας στο Πριν, η επικεφαλής του γραφείου του ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ» στην Αθήνα Maria Oshana για τους λόγους που οδήγησαν στην πραγματοποίηση της προαναφερόμενης εκδήλωσης.
Στο ερώτημα πόσα περιστατικά εκφοβιστικών προσαγωγών και ανακρίσεων έχουν γίνει απάντησε πως δεν ξέρει τον ακριβή αριθμό ωστόσο γνωρίζει σίγουρα 10 με 12 περιπτώσεις. Όμως θεωρεί ότι «ο αριθμός των παρεμποδίσεων είναι πιθανό να είναι σημαντικά υψηλότερος, καθώς δεν δημοσιοποιείται κάθε περιστατικό και δεν καταλήγει πάντα στο αστυνομικό τμήμα.
Ο εκφοβισμός και οι περιορισμοί στην ελευθερία μετακίνησης φαίνεται να είναι μέρος της καθημερινότητας στη Λέσβο». Τέλος, ανέφερε ότι έχει ακούσει πως ομοειδή περιστατικά εκφοβισμού δημοσιογράφων έχουν συμβεί στη Χίο και στη Σάμο.