Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Παραμένει σε πρώτο πλάνο η δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, Ο αντίκτυπός της ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας, ενώ τα πρώτα ουσιαστικά ρεπορτάζ, όπως και η διατύπωση σοβαρών ερωτηματικών, έγιναν πάλι από ξένα ΜΜΕ. Κοινός παρονομαστής στις διεθνείς αντιδράσεις είναι οι έρευνές τους σχετικά με τα κυκλώματα του οργανωμένου εγκλήματος. Υπάρχει, άλλωστε. ήδη το προηγούμενο των δολοφονιών της δημοσιογράφου Ντάφνι Καρουάνα Γκαλιζία στη Μάλτα, τον Οκτώβριο του 2017, που προκάλεσε την παραίτηση του αρχηγού της αστυνομίας και εξελίχθηκε σε πολιτικό σκάνδαλο καθώς και του Σλοβάκου δημοσιογράφου Γιαν Κούτσιακ, που εκτελέστηκε μαζί με τη σύντροφο του τον Φεβρουάριο του 2018, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί η κυβέρνηση.
Πώς αντιμετωπίστηκε όμως εδώ η δολοφονία; Με χαρακτηριστική καθυστέρηση και αξιοποίηση του γεγονότος από τη μεν κυβέρνηση για να διαφημιστεί ο πρωθυπουργός, από τα δε τηλεοπτικά κανάλια για να επιβεβαιώσουν την ασυλία στη μονομέρεια και προπαγάνδα τους. Αντιμετώπιση που δημιουργεί ερωτηματικά και καταδεικνύει πόσο τα Μέσα απώλεσαν τον αυτοτελή ρόλο της ενημέρωσης στη διαμεσολάβηση μεταξύ κοινωνίας και εξουσίας.
Οι σοκαριστικές ενημερώσεις για τις έρευνες και τη στάση του δολοφονηθέντος δημοσιογράφου σε ό,τι αφορά στο οργανωμένο έγκλημα και τις ποικίλες σχέσεις του με ορατούς και αόρατους μηχανισμούς του κράτους και της εξουσίας, αντί να προκαλέσουν καταγγελία, αντίδραση ή διεκδίκηση, υποβιβάστηκαν ή και σβήστηκαν. Το κύριο αφήγημα που ενστερνίστηκε η πλειονότητα των τηλεοπτικών καναλιών ήταν η «στοχοποίηση των δημοσιογράφων» από την έντονη κριτική που τους ασκείται για μονομέρεια, απόκρυψη ειδήσεων, λογοκρισία και προπαγάνδα. Η αμφισβήτηση και διαμαρτυρία που εκφράζεται για πολύ συγκεκριμένη μερίδα δημοσιογράφων, όσων κατέχουν ρόλους «χειραγωγητή» επειδή δεν τηρούν τη στοιχειώδη δεοντολογία, παρουσιάστηκαν ως «αίτια» που μπορούν να οδηγήσουν σε δολοφονία.
Η στάση αυτή είναι πλέον επικίνδυνη για ολόκληρο τον δημοσιογραφικό κλάδο. Αφήστε που το «σκάνδαλο Φουρθιώτη» έχει εξαφανιστεί, μαζί με τις πολιτικές καταγγελίες για την απόσπαση μεγάλων ποσών από το κράτος και την εμπλοκή πολιτικών προσώπων.