Γράφει ο Απόλλων Λιακόπουλος, δημοσιογράφος και μέλος του Μεικτού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ στο galopar
Πριν από λίγες μέρες ο πρωθυπουργός της χώρας Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής απευθύνθηκε στους νέους προκειμένου να τους νουθετήσει σχετικά με τα social media. Αφορμή ήταν η συζήτηση για την αστυνομική βία και πιο συγκεκριμένα ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι χρήστες των social media στην αποκάλυψη των πραγματικών περιστατικών κυρίως σε ό,τι αφορά την υπόθεση της Νέας Σμύρνης: και πώς ξέσπασε η βία της ΕΛΑΣ κυριολεκτικά στο κεφάλι του πολίτη που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για την τακτική των οργάνων να επιβάλλουν πρόστιμα σε πολίτες που κανέναν νόμο ή ΚΥΑ δεν παραβίαζαν, αλλά και ποια ήταν η επιχειρησιακή τακτική της αστυνομίας στην καταστολή που ακολούθησε την εντυπωσιακά πολυπληθή πορεία της μεθεπόμενης μέρας.
Είπε λοιπόν ο πρωθυπουργός, μάλλον πατερναλιστικά, ότι «είναι σημαντικό να εξηγήσουμε στους νέους ότι μία ανάρτηση στο διαδίκτυο δεν συνιστά πάντα την απόλυτη αλήθεια», ότι οι πλατφόρμες «δημιουργούν στεγανά. Στεγανά έντασης, όχι στεγανά διαλόγου» και ότι «εγκλωβίζονται με αυτό τον τρόπο οι νέοι στις απόψεις τους, χωρίς να αναπτύσσουν την κριτική τους σκέψη, χωρίς να αμφισβητούν αυτό το οποίο βλέπουν, αυτό το οποίο ο οποιοσδήποτε μπορεί να τους σερβίρει». Με δεδομένο ότι εξ όσων γνωρίζω δεν έχει εκφράσει αντίστοιχες ανησυχίες για τον ρόλο των ΜΜΕ πάνω στις ίδιες προβληματικές, δεν συνιστά δα και κάνα τεράστιο άλμα λογικής αν υποθέσει κάποιος ότι ο πρωθυπουργός δεν εντοπίζει πρόβλημα εκεί.
Ίσως βέβαια αυτό να σημαίνει ότι ο ίδιος ενημερώνεται από τα ΜΜΕ, οπότε πιστεύοντας ό,τι του σερβίρει ο οποιοσδήποτε ιδιοκτήτης στερείται τα μέσα για να αντιληφθεί την πραγματική κατάσταση. Ή –μάλλον πιθανότερα– απλώς το κράτος που εκφράζει να είχε καλομάθει με τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο που ασκεί στην πληροφορία και στο σχόλιο όσο αυτά διανέμονται αποκλειστικά από τα ΜΜΕ και να διεκδικεί να διατηρήσει το αντίστοιχο μονοπώλιο στη… νόμιμη ενημέρωση.
Τα βίντεο που κατέκλυσαν τις ψηφιακές πλατφόρμες την Κυριακή από τη Νέα Σμύρνη ξεφτίλισαν άμεσα και αμέσως την copy-paste ενημέρωση των ενημερωτικών ιστοσελίδων που μιλούσαν για κάποια φανταστική ομάδα κρούσης 30 κουκουλοφόρων(!) που έστησαν ενέδρα(!) στην αστυνομία. Για να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες προπαγάνδας, η κυβερνητική Λερναία Ύδρα έχει γεννήσει τουλάχιστον δύο ακόμη κεφάλια. Το ένα μιλάει με τη φωνή του Χρυσοχοΐδη όταν δικαιολογεί το σπάσιμο της πορείας του εφετείου τον Νοέμβρη ανακαλύπτοντας 150 μολότοφ ή με αυτήν του Άδωνη όταν ανεβάζει βιντεάκι που ισχυρίζεται ότι ο αστυνομικός έδειρε τον πολίτη στη Νέα Σμύρνη επειδή δήθεν επιχείρησε να του αποσπάσει το όπλο: κοινώς, ψεύδεται στεγνά και απροκάλυπτα. Το άλλο κεφάλι είναι λίγο περισσότερο εφευρετικό, σκέφτεται ότι «αφού θα κυκλοφορήσουν και θα μαθευτεί η ύπαρξή τους, ας αμβλύνουμε το περιεχόμενο». Αυτό το κεφάλι μιλάει μέσω των τηλεοπτικών καναλιών.
Την προηγούμενη εβδομάδα λοιπόν οι ιδιωτικοί σταθμοί Star και Σκάι επιδόθηκαν σε έναν μεγαλειώδη διαγωνισμό παραπληροφόρησης μέσω πειραγμένων βίντεο – άλλως, σε έναν διαγωνισμό μνημειώδους και εξευτελιστικού για τον κλάδο των δημοσιογράφων γλειψίματος της κυβέρνησης. Αρχικά το Star έπαιξε κομμένο το βίντεο συναδέλφου φωτορεπόρτερ που απεικόνιζε τους εποχούμενους μπάτσους που διαπίστωσαν ότι παράτησαν τον συνάδελφό τους, ώστε να μην ακούσει ποτέ ο τηλεθεατής τις φράσεις: «Τελειώσανε, πάμε! Να τους σκοτώσουμε!». Η… πρόκληση ήταν βαριά για τον Σκάι, που σήκωσε το γάντι με την πρώτη δοθείσα ευκαιρία: τη βίαιη εκκένωση του ΑΠΘ. Εκεί «απλώς» έκοψε τον ήχο από το βίντεο που τράβηξε πάλι συνάδελφος δημοσιογράφος στο οποίο ακούγεται ο δικαιολογημένος φόβος του ιδίου για τη σωματική του ακεραιότητα, ώστε ο ροπαλοφόρος ματατζής να φανεί λίγο λιγότερο απεχθής. Ταυτόχρονα ο παρουσιαστής Δ. Οικονόμου νιώθει την ανάγκη να διευκρινίσει από μόνος του ότι «αυτές προφανώς είναι εικόνες από τους ίδιους τους αστυνομικούς, από τις κάμερες που φέρουν πάνω στη στολή τους», λες και θα μπορούσε ποτέ μια τέτοια κάμερα να είναι στραμμένη προς τα πίσω ώστε να καταγράφει τους συναδέλφους του ματατζή όσο αυτός τρέχει λυτός μπροστά…
Αυτές δεν ήταν οι μοναδικές «παράτυπες» συμπεριφορές εκ μέρους των ΜΜΕ την προηγούμενη βδομάδα. Εύκολα μπορούμε να εντάξουμε μαζί με τα παραπάνω το on air κόψιμο της βουλευτίνας του ΚΚΕ Λιάνας Κανέλλη πάλι από τον Οικονόμου, δήθεν επειδή είπε «κακιά λέξη» στον αέρα. Επίσης η αξιοποίηση του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων ως διαύλου για να στρέφεται η ΕΛΑΣ ή ο Χρυσοχοΐδης ενάντια σε εφημερίδα που αναδεικνύει μια καταγγελία αστυνομικής βίας είναι αντίδραση τουλάχιστον παράτυπη – αν και απόλυτα ταιριαστή με του μπάτσου που χτυπάει όποιον εκφράζει κόσμια διαμαρτυρία.
Δεν γνωρίζω αν οι συνάδελφοι σκοπεύουν κάπως να προασπίσουν το προϊόν της εργασίας τους που παραποιήθηκε με δόλο. Ούτε αν η αξιωματική αντιπολίτευση θα κάνει επερώτηση. Το ΚΚΕ από τη μεριά του ξεκίνησε εμπάργκο κατά του Σκάι. Όμως τέτοια ζητήματα αφενός αφορούν (ή πρέπει να αφορούν) ολόκληρο τον κλάδο, ο οποίος μόνο υπερασπιζόμενος τη δεοντολογία μπορεί να ελπίζει ότι θα περισώσει κάπως το κύρος του και αφετέρου δεν είναι «υποκειμενικά» ούτε μπορεί να δικαιολογηθούν εντασσόμενα σε μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις.
Η αλήθεια είναι ότι στην ιστοσελίδα της ΕΣΗΕΑ μπορεί ο καθένας να βρει δύο όμορφα και ενδιαφέροντα κείμενα που ενδέχεται να του γεννήσουν επιπλέον απορίες, οργή ή ένα χαμόγελο συγκατάβασης – οι άνθρωποι άλλωστε βγαίνουν σε πολλά χρώματα και μεγέθη. Αυτά τα κείμενα έχουν τους εύγλωττους τίτλους «Αρχές δεοντολογίας δημοσιογραφικού επαγγέλματος» και «Παγκόσμιος Χάρτης δημοσιογραφικής Δεοντολογίας» και πρέπει να φοράει κανείς παρωπίδες για να μη διακρίνει τη σχέση τους με τις ακολουθούμενες πρακτικές μεγάλης μερίδας του Τύπου.
Με μια απλή πρόχειρη ανάγνωση φαίνεται ότι το 1ο άρθρο των αρχών δεοντολογίας μάλλον έχει εξ ολοκλήρου καταργηθεί:
Άρθρο 1
Το δικαίωμα του ανθρώπου και του πολίτη να πληροφορεί και να πληροφορείται ελεύθερα είναι αναφαίρετο. Η πληροφόρηση είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα ή μέσο προπαγάνδας. Ο δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει:
α. Να θεωρεί πρώτιστο καθήκον του προς την κοινωνία και τον εαυτό του τη δημοσιοποίηση όλης της αλήθειας.
β. Να θεωρεί προσβολή για την κοινωνία και πράξη μειωτική για τον εαυτό του τη διαστρέβλωση, την απόκρυψη, την αλλοίωση ή την πλαστογράφηση των πραγματικών περιστατικών.
γ. Να σέβεται και να τηρεί το διακριτό της είδησης, του σχολίου και του διαφημιστικού μηνύματος, την αναγκαία αντιστοιχία τίτλου και κειμένου και την ακριβή χρησιμοποίηση φωτογραφιών, εικόνων, γραφικών απεικονίσεων ή άλλων παραστάσεων.
δ. Να μεταδίδει την πληροφορία και την είδηση ανεπηρέαστα από τις προσωπικές πολιτικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, φυλετικές και πολιτισμικές απόψεις ή πεποιθήσεις του.
ε. Να ερευνά προκαταβολικά, με αίσθημα ευθύνης και με επίγνωση των συνεπειών, την ακρίβεια της πληροφορίας ή της είδησης που πρόκειται να μεταδώσει.
στ. Να επανορθώνει χωρίς χρονοτριβή, με ανάλογη παρουσίαση και ενδεδειγμένο τονισμό, ανακριβείς πληροφορίες και ψευδείς ισχυρισμούς, που προσβάλλουν την τιμή και την υπόληψη του ανθρώπου και του πολίτη και να δημοσιεύει ή να μεταδίδει την αντίθετη άποψη, χωρίς, αναγκαστικά, ανταπάντηση, η οποία θα τον έθετε σε προνομιακή θέση έναντι του θιγομένου».
Σχετικά με τον τρόπο που διάφοροι δημοσιογράφοι αναφέρθηκαν στην απεργία πείνας του Δ. Κουφοντίνα το άρ. 2, παρ. Δ φαίνεται να έχει παραμεριστεί επιδεικτικά: «[Ο δημοσιογράφος οφείλει] Να σέβεται την κατοχυρωμένη με διεθνείς συμβάσεις προστασία των ανηλίκων και των προσώπων με ειδικές ανάγκες και με σοβαρά προβλήματα υγείας», ενώ παρακάτω στο ίδιο άρθρο η παρ. Η μάλλον δεν ισχύει στην περίπτωση του βίντεο του Σκάι: «Να συλλέγει και να διασταυρώνει τις πληροφορίες του και να εξασφαλίζει την τεκμηρίωσή τους (έγγραφα, φωτογραφίες, κασέτες, τηλεοπτικές εικόνες) με δημοσιογραφικά θεμιτές μεθόδους, γνωστοποιώντας πάντοτε τη δημοσιογραφική του ιδιότητα». Φυσικά, τα ίδια άρθρα φαίνεται επί της αρχής να καταργούνται από τον περίφημο νόμο Χρυσοχοΐδη για τις διαδηλώσεις ο οποίος προβλέπει ειδικό χώρο για τους δημοσιογράφους κατά τις διαδηλώσεις και ενημέρωσή τους από ειδικό εκπρόσωπο της αστυνομίας. Ο ίδιος νόμος έρχεται σε σύγκρουση και με το άρθρο 3. παρ. Α: «[Ο δημοσιογράφος] Οφείλει να υπερασπίζεται σθεναρά το δημοκρατικό πολίτευμα, που διασφαλίζει την ελευθεροτυπία και την απρόσκοπτη άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος».
Ειδικά για το πειραγμένο βίντεο του Σκάι και τη δικαιολόγησή του ο Παγκόσμιος Χάρτης Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας φαίνεται να προβλέπει τουλάχιστον σε δύο παραγράφους: «3. Ο δημοσιογράφος δημοσιοποιεί αναφορές που βασίζονται αποκλειστικά σε στοιχεία, των οποίων γνωρίζει την προέλευση […]» και «5. Η έννοια της επείγουσας και άμεσης μετάδοσης των πληροφοριών δεν υπερέχει της αναγκαίας επιβεβαίωσης των πηγών […]».
Όλα αυτά αποτελούν τη βάση επί της οποίας οφείλει να διεξαχθεί η οποιαδήποτε συζήτηση περί δεοντολογίας και ποιότητας της ενημέρωσης, εντούτοις τουλάχιστον μία εβδομάδα αφότου εκδηλώθηκαν τα φαινόμενα που περιγράφηκαν παραπάνω τα αρμόδια όργανα της ΕΣΗΕΑ τηρούν ακόμη επιδεικτική και προκλητική σιγή. Προσωπικά θα με ενδιέφερε ιδιαίτερα να μάθω ποια είναι η θέση του σωματείου. Θεωρεί όλα τα παραπάνω ξεπερασμένα ή επουσιώδη; Αν περιμένει από τα θιγόμενα μέλη της να προχωρήσουν σε καταγγελίες ώστε ακολούθως να συσκεφτούν τα όργανα, θεωρώ ότι σφάλλει τίποτε από τα παραπάνω δεν αποτελεί προσωπική διαφορά: είναι ζητήματα δεοντολογίας και δημόσιου διαλόγου. Αδυνατεί για τους όποιους δικούς της λόγους να ανταποκριθεί στις περιστάσεις;
Το σωματείο επιτελεί θεσμικό ρόλο, ο οποίος περιλαμβάνει την κατοχύρωση της ελευθερίας της πληροφόρησης και της έκφρασης, της αυτονομίας και αξιοπρέπειας του δημοσιογράφου και τη θωράκιση της ελευθεροτυπίας έπ’ αγαθώ της δημοκρατίας και της κοινωνίας. Όποιοι τα πιστεύουν όντως αυτά έχοντας θεσμικό ρόλο οφείλουν να το αποδεικνύουν έμπρακτα.