Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Η αυτόματη αναπαραγωγή πληροφοριών, απόψεων, κατασκευών και αφηγημάτων της κρατικής και πολιτικής εξουσίας, χωρίς κανένα άλλοθι στη συντριπτική πλειονότητα των μίντια, καταδεικνύει πως εγκαθιδρύθηκε ένα νέο μοντέλο στην άσκηση δημοσιογραφίας και στην τήρηση της δεοντολογίας, αυτό της «κρατικής δημοσιογραφίας». Με αυτό το μοντέλο εξηγείται η κατάληψη όλων των θέσεων ενημέρωσης-πληροφόρησης των ΜΜΕ από τους απόλυτα συμφωνούντες ιδεολογικά με την πολιτική του Μαξίμου. Το μοντέλο της «αποστασιοποίησης-ουδετερότητας» σταδιακά μετά το 2010 αντικαταστάθηκε από τη μονοφωνική ελεγχόμενη λογοκρισία, την πλήρως στρατευμένη και ενσωματωμένη ενημέρωση. Η εξαφάνιση των δημοσιογράφων και πολλών ΜΜΕ ήταν αποτέλεσμα αλλά και αιτία στην ανάπτυξη του νέου μοντέλου.
Τις τελευταίες ημέρες, τόσο στην υπόθεση Λιγνάδη-Μενδώνη όσο και στην απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, τα κυρίαρχα μίντια και οι δημοσιογράφοι που έχουν άμεση πρόσβαση στη δημοσιότητα, παρουσιάζουν ως «γεγονότα» και «ειδήσεις» τις πολιτικές απόψεις και ενέργειες κυβέρνησης ή αντιπολίτευσης. Δεν υπάρχει ρεπορτάζ για τα ίδια τα γεγονότα –ίσως για αυτό εξέπληξε ευχάριστα η έντιμη παρουσίαση ιστοριών κακοποίησης στα πρωινάδικα– αλλά παραγωγή ειδήσεων επί των απόψεων-
επιχειρημάτων προσώπων, όπως ο Γεωργιάδης, η Μενδώνη, ο Κούγιας. Δεν υπάρχει καμία απολύτως είδηση για τον απεργό πείνας Κουφοντίνα ή τις αντιδράσεις νομικών, φορέων και πολιτών, μεταδίδεται όμως ως γεγονός η δήλωση του Μπακογιάννη. Με αυτήν τη μέθοδο-τακτική παράγεται το σύνολο των μη λογοκριμένων ειδήσεων. Αποτέλεσμα είναι ο θυμός των πολιτών για μίντια και δημοσιογράφους που, από την αναξιοπιστία και τον ευτελισμό, κινδυνεύουν να υποπέσουν εντελώς στην κατηγορία «εχθροί» της κοινωνίας.
Το αστείο για όσους συνειδητά ή μη εντάχθηκαν στο κρατικό μπλοκ άσκησης δημοσιογραφίας είναι η αυτογελοιοποίησή τους, όταν η ίδια η «πηγή» πληροφόρησης –το πολιτικό πρόσωπο που στηρίζουν με τα «ρεπορτάζ» τους– αλλάζει στάση και αναγκάζονται να διαψεύσουν όσα υποστήριξαν πριν. Αυτό συνέβη στην περίπτωση των επιχειρημάτων της υπουργού Πολιτισμού. Η μετακίνηση της επικοινωνιακής πολιτικής από την πλήρη στήριξη στο «επικοινωνιακό λάθος» και τον «ατυχή χειρισμό», τους εξευτέλισε.