Γράφει ο Αλέξανδρος Αρβανιτάς
Η δημοσιογραφία ως επάγγελμα είναι απείρως ελκυστικό, ενδιαφέρον και απαραίτητο για την καθημερινότητά μας. Ανεξαρτήτως του πώς έχει καταντήσει, παραμένει συστατικό της δημοκρατίας. Η ενημέρωση των πολιτών αποτελεί κοινωνικό αγαθό και η πρόσβαση σ’ αυτή δικαίωμα κάθε πολίτη. Η δημοσιογραφία έχει πολλές επιμέρους ειδικότητες, όλες αναγκαίες, προκειμένου να υπάρξει το τελικό αποτέλεσμα. Και γι’ αυτό όλα τα Μέσα κρίνονται από τους… πελάτες τους, τους αναγνώστες. Αναμφίβολα, όμως, το ρεπορτάζ αποτελεί την κορυφαία εκδήλωση του δημοσιογραφικού λόγου. Μέσω αυτού αναδεικνύεται η είδηση, δηλαδή το συμβάν, το γεγονός. Από κει και πέρα, εναπόκειται στους πολίτες πώς θα την αξιολογήσουν, πώς θα εμβαθύνουν σ’ αυτή. Το σχόλιο που θα ακολουθήσει από τον αρμόδιο συντάκτη ενδεχομένως να αρέσει ή να πεταχτεί στο καλάθι των αχρήστων. Η είδηση, όμως, δεν γίνεται να περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Ωστόσο, στις μέρες μας, υπάρχει τρόπος ώστε αυτή να υποβαθμιστεί και να πεταχτεί η μπάλα στην εξέδρα. Γι’ αυτόν το λόγο ευδοκιμεί το σημερινό φρούτο των… πιστολιών. Ναι, αυτή είναι η είδηση, αλλά εμείς θα αλλάξουμε την ατζέντα! Πόσες φορές δεν το ζήσαμε -όχι ως επαγγελματίες αλλά ως πολίτες- να γίνεται το άσπρο μαύρο και ανάποδα; Ένας έξυπνος, πιασάρικος τίτλος μπορεί να αποπροσανατολίσει το κοινό και να το οδηγήσει αλλού. Μια φωτογραφία, συνοδευόμενη με την κατάλληλη λεζάντα, δημιουργεί τους επιθυμητούς συνειρμούς στο υποσυνείδητο του αναγνωστικού κοινού. Αυτό μπορεί να γίνει υπογείως, ύπουλα, προκειμένου να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές των πολιτών. Ακόμη-ακόμη, να χαϊδέψει τα αυτάκια ορισμένων, οι οποίοι περιμένουν εναγωνίως να ακούσουν τα ευχάριστα… μαντάτα. Δυστυχώς, όμως, σήμερα, η κατάσταση έχει ξεφύγει.
Τα… πιστόλια έχουν βγει φόρα παρτίδα και δεν κρατάνε ούτε τα προσχήματα. Με αφορμή τα τελευταία γεγονότα σχετικά με την υπόθεση Λιγνάδη, ζήσαμε τρία περιστατικά, με τα οποία κάποιοι ανέλαβαν κανονικό ξέπλυμα. Πρώτο χτύπημα, στο δελτίο του STAR, με τη Μάρα Ζαχαρέα. Όταν μέχρι τελευταία στιγμή έπαιζε το γεγονός της παραγραφής των αδικημάτων του «γνωστού ηθοποιού και σκηνοθέτη», μας… ενημέρωσε ότι ασκήθηκε δίωξη για το… τίποτα. Μετά το σχετικό χαμό στα social media, οι υπεύθυνοι το μάζεψαν άρον-άρον, κάνοντας λόγο για λάθος της στιγμής. Όποιος έχει δουλέψει στο χώρο, καταλαβαίνει ότι τέτοια λάθη δεν κάνουν ούτε οι ασκούμενοι δημοσιογράφοι. Και βεβαίως ούτε λόγος να παραιτηθεί κάποιος. Έστω για την τιμή των όπλων, ρε αδερφέ.
Δεύτερο «κτύπημα», στο κανάλι ΣΚΑΪ, με τη δημοσιογράφο Ιωάννα Μάνδρου. Αφού επί ημέρες έχει αναλάβει εργολαβικά την υπεράσπιση των κυβερνώντων σχετικά με τις πολιτικές τους ευθύνες, μας τα είπε σήμερα… ωραία και… πιστολάτα: «Καλά, αυτοί οι νεαροί δεν είχαν μάνα και πατέρα να ενδιαφερθούν γι’ αυτούς;». Εκτός του ότι μιλάμε για μεγάλο αριθμό ασυνόδευτων προσφυγόπουλων, η προσπάθεια μετατόπισης ευθυνών από το θύτη στα θύματα και τους γονείς είναι, πάντως, συγκινητική. Γνωρίζουμε ότι η δημοσιογραφία του Φαλήρου είναι ο ορισμός της συστημικής δημοσιογραφίας και της μπόχας, αλλά κάθε μέρα διαπιστώνουμε ότι υπάρχει πιο κάτω από τον πάτο.
Τέλος, είχαμε την περίφημη δημοσιογραφική καταγραφή των… γεγονότων από το σάιτ in.gr, συμφερόντων Βαγγέλη Μαρινάκη. Και όπου Μαρινάκης, βάζετε δίπλα Μητσοτάκης. Ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος ανέλαβε δράση. Να ξέρετε ότι όσο πιο εναλλακτικός εμφανίζεσαι, όσο πιο αριστερός τόσο μεγαλύτερη… βαρύτητα αποκτούν τα γραφόμενά σου. Ο κύριος που λέτε θαυματούργησε στο «UNFOLLOW» και οι κακές γλώσσες λένε ότι κάποτε κινούνταν στο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Επειδή το… πιστόλιασμα από ορισμένους γίνεται με έξυπνο τρόπο, ο συγκεκριμένος κατέγραψε τα εξής δύο κειμενάκια, αφήνοντας το στίγμα του. Στο πρώτο, βγάζει μια φωτογραφία της κ. Ακρίτα δίπλα στον Λιγνάδη, χωρίς να αναφέρει λέξη για την ίδια. Πρέπει να κόπιασε πολύ γι’ αυτή. Αν για παράδειγμα έψαχνε να βρει φωτογραφίες του «γνωστού σκηνοθέτη και ηθοποιού» με τον πρωθυπουργό, δεν θα ήξερε ποια να πρωτοδιαλέξει. Έτσι, περνά το μήνυμα: «Τι να ξέρει ο Μητσοτάκης. Εδώ, ορίστε, η Ακρίτα φωτογραφήθηκε μαζί του». Δεν χρειάζεται να υπερασπιστώ εγώ την κ. Ακρίτα, καθώς το έκανε μόνη της. Και μάλιστα με πολύ ωραίο τρόπο, μιλώντας για τον… Λευτεράκη. Υπήρξε, ωστόσο, και συνέχεια. Σε άλλη φωτογραφία, δείχνει τον τέως πρωθυπουργό με «τον γνωστό ηθοποιό και σκηνοθέτη» και διερωτάται ο κύριος Λευτέρης: «Είναι, άραγε, ο κ. Τσίπρας παιδεραστής;».
Βεβαίως, στο τέλος του κειμένου σπεύδει να μας καθησυχάσει ότι η φωτογραφία δεν είναι γνήσια αλλά προϊόν φωτομοντάζ. Μάλλον κουράστηκε, ερευνώντας πολύ, αλλά δεν βρήκε κάποια γνήσια. Για να ξέρετε. Έτσι γίνονται οι σωστές δουλειές. Ο υπουργός Προπαγάνδας της ναζιστικής Γερμανίας, Γιόζεφ Γκέμπελς, έλεγε: «Λασπολόγησε, λασπολόγησε, στο τέλος κάτι μένει». Όσοι θέλουν χάιδεμα στα αυτάκια τους, ας ταυτιστούν με τη Μάρα Ζαχαρέα, την Ιωάννα Μάνδρου και τον Λευτεράκη, που λέει και η κ. Έλενα Ακρίτα. Άλλωστε, αυτοί θυμούνται τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας όταν καλύπτουν το όνομα του Λιγνάδη, αποκαλώντας τον «ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης».
Τις οροθετικές γυναίκες τις κρέμασαν στα μανταλάκια -παρέα με τον… σοσιαλιστή υπουργό Αντρέα Λοβέρδο- αλλά, ξέχασα. Αυτές δεν ανήκαν στην καλή κοινωνία, ήταν πουτάνες. Ποιος να ασχοληθεί μαζί τους. Δυστυχώς, κάπως έτσι ορισμένοι θέλουν να καταντήσει η δημοσιογραφία, σαν τα μούτρα τους. Επειδή όμως είμαστε πολλοί και δεν ταυτιζόμαστε μαζί τους, το ερώτημα που τίθεται είναι αμείλικτο και αφορά όλους μας: «Θα κοιτάζουμε όλα αυτά, στο χώρο μας, αδιαμαρτύρητα; Για πόσο θα συνεχίσουμε να τα ανεχόμαστε; Μήπως ήρθε η ώρα να κάνουμε κάτι;»…