Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου
Δεν μπορεί κάποιος παρά να χαιρετήσει την «ανακάλυψη» των εγκλημάτων της ναζιστικής Χρυσής Αυγής από πολλές τηλεοπτικές εκπομπές. Έστω και μετά την ιστορική καταδίκη της οργάνωσης ως εγκληματικής, τηλεοπτικά κανάλια και παρουσιαστές ανακαλύπτουν ρατσιστικές επιθέσεις και τάγματα εφόδου, τα οποία απέρριπταν πριν μερικά χρόνια. Όχι γιατί δεν τα γνώριζαν αλλά γιατί δεν εξυπηρετούσαν το κυρίαρχο αφήγημα της τηλεοπτικής ατζέντας που είχαν. Σε αυτήν, είχαν ήδη υιοθετήσει τη ρητορική και την οπτική γωνία της Χρυσής Αυγής, επέβαλλαν για χρόνια τη μονόπλευρη προβολή ρατσιστικού λόγου, εθνικιστικής υστερίας, χυδαίου λαϊκισμού και σεξισμού στα «πρώτα θέματα» και τα ρεπορτάζ τους.
Μετά την απόφαση καταδίκης διαφαίνεται προσπάθεια αποσιώπησης των ευθυνών και το ρόλου που έπαιξαν συνειδητά τα ΜΜΕ με την υπερπροβολή πλέον των ναζιστών της Χρυσής Αυγής ως εγκληματιών. Ο κοινός, περίπου, παρονομαστής στη συντριπτική πλειονότητα των κυρίαρχων ΜΜΕ είναι η λείανση, η απονεύρωση της νίκης του αντιφασιστικού κινήματος στην καταδίκη της. Αποδίδεται η καταδίκη σε ένα φαντασιακό «τείχος δημοκρατίας», το οποίο κατακευάστηκε έντεχνα με τη συμμετοχή του πολιτικού συστήματος. Η ανάγκη για απόδοση συγκεκριμένων ευθυνών σε πρόσωπα και επιλογές Μέσων και δημοσιογράφων αντιμετωπίζεται ως «λαϊκισμός» ή «φανατισμός». Δεν είναι τυχαίο πως σε όλες σχεδόν τις συζητήσεις, η προβολή και ο ρόλος του αντιφασιστικού-αντιρατσιστικού κινήματος δεν βρίσκει –πάλι– καμία θέση.
Πριν περίπου τρία χρόνια, στη Γερμανία έγινε εκτενής δημόσια συζήτηση για την ευθύνη των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην άνοδο του ακροδεξιού-ναζιστικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD). Η ευθύνη των δημοσιογράφων και ΜΜΕ αναδείχθηκε κυρίως με δύο τρόπους: Αφενός, επειδή δινόταν πολύ περισσότερος χρόνος στην προβολή του ακροδεξιού μορφώματος απ΄ ό,τι στα άλλα μικρά πολιτικά κόμματα. Αφετέρου, διότι τα Μέσα υιοθέτησαν σε μεγάλο βαθμό την οπτική της AfD στην αντιμετώπιση των μεγάλων ζητημάτων όπως το προσφυγικό, η μετανάστευση, η οικονομική κρίση, κ.λπ. στις τηλεοπτικές τους εκπομπές. Μια τέτοιου είδους οπτική δεν υπάρχει στα ελληνικά Μέσα και στον δημοσιογραφικό κλάδο.