Του Γιάννη Δόη, αναδημοσίευση από galopar.gr
Επιτέλους ανάσα! Ύστερα από πέντε κρίσιμους μήνες γεμάτους αγωνία η καρδιά μας επέστρεψε στη θέση της. Οι δημοσιογράφοι δεν φταίνε!
Όπα, συνεπάρθηκα… Η δίψα για δικαιοσύνη έβαλε το κάρο μπροστά από τ’ άλογο. Θα θυμάστε ίσως την ιστορία με τον θάνατο του βρέφους από τη Συρία στα μέσα Φλεβάρη, για τον οποίο ο ιατροδικαστής Μπουζιάνης έσπευσε στις κάμερες προκειμένου να μοιραστεί με αποτροπιασμό τα «ευρήματά» του περί βιασμού. Φυσικά αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο θα προκαλούσε αποτροπιασμό σε κάθε λογικό άνθρωπο – μόνο που καμιά τέτοια πράξη δεν συντελέστηκε.
Όπως αποδείχτηκε από την επίσημη ιατροδικαστική έκθεση, δεν υπήρξε σεξουαλική κακοποίηση. Όμως τα Μέσα είχαν ήδη προλάβει να στήσουν το σόου τους – η ιστορία άλλωστε συγκέντρωνε τόσα συστατικά που θα γαργαλούσαν το φιλοθεάμον κοινό: ταμπού, σεξουαλική κακοποίηση από τους «άλλους», ύποπτες ΜΚΟ… Κρίσιμο στοιχείο είναι ότι εξαρχής οι γονείς του βρέφους είχαν παρουσιάσει τη δική τους –αληθή– εκδοχή που σχετιζόταν με την αγωγή που λάμβανε το βρέφος λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας.
Εκείνο τον καιρό λοιπόν είχε κατατεθεί καταγγελία εις βάρος έντεκα δημοσιογράφων για τον τρόπο που επέλεξαν να παρουσιάσουν την είδηση του θανάτου του βρέφους στο αρμόδιο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Όργανο της ΕΣΗΕΑ, του σωματείου των δημοσιογράφων, από μέλη του Μεικτού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ. Σε αυτήν μεταξύ άλλων σημειωνόταν ότι «παρασυρμένα ως έναν βαθμό από την ολέθρια εσφαλμένη δήλωση του ιατροδικαστή ξεπέρασαν κάθε όριο δεοντολογίας, απέκρυψαν ή διαστρέβλωσαν απολύτως την αντίθετη εκδοχή, παρουσίασαν ως επιβεβαιωμένο και αποδεδειγμένο ένα ενδεχόμενο που ήταν απλώς πιθανό, παραβίασαν το τεκμήριο αθωότητας, προκάλεσαν συναισθήματα μίσους για την οικογένεια του βρέφους, αλλά επίσης υποδαύλισαν τον ρατσισμό κατά των προσφύγων».
Επιστρέφοντας λοιπόν στον αρχικό ενθουσιασμό, τελικά ο κλάδος είναι καθαρός, αφού το πειθαρχικό δέχεται ότι «κατά τις σχετικές παρουσιάσεις του θέματος, δεν απεδόθησαν μεν τα πραγματικά περιστατικά, παρότι υπάρχει και το στοιχείο της υπερβολής, όχι όμως με υπαιτιότητα των εγκαλούμενων δημοσιογράφων, αλλά κατά παραπλάνηση με βάση την επίσημη έκθεση του αρμόδιου ιατροδικαστή […]» (εδώ το πειθαρχικό ελέγχεται, αφού δεν έχει εμφανιστεί επίσημη ιατροδικαστική έκθεση που να καταγράφει σεξουαλική κακοποίηση), για να καταλήξει στο ότι «διατηρεί επιφυλάξεις για το αν στοιχειοθετείται πειθαρχικό παράπτωμα και ως εκ τούτου, κρίνει ομόφωνα ότι δεν συντρέχει λόγος να κινηθεί η πειθαρχική διαδικασία». Οι υποψίες όλων μας επιβεβαιώθηκαν: οι δημοσιογράφοι παρασύρθηκαν, επρόκειτο για παρεξήγηση. Καλά τους έλεγε η γιαγιά-εκδότης να μην παρασυρθούν από τον κακό λύκο-ιατροδικαστή, αλλά να, μικροί και άβγαλτοι καθώς ήταν, παρασύρθηκαν και ευτυχώς που υπήρχε ο καλός κυνηγός-πειθαρχικό να υποδείξει τον ένοχο ώστε να ζήσουν όλοι αυτοί καλά και το σύνολο της κοινωνίας χειρότερα.
Είναι η πολλοστή φορά που κάποιο από τα όργανα της ΕΣΗΕΑ επιδεικνύει αφενός την κραταιά συντεχνιακή αντίληψη από την οποία εμφορείται συνολικά η Ένωση (όπως και πολλά επιμελητήρια, σε αντίθεση με κανονικά σωματεία), αφετέρου την έλλειψη οποιασδήποτε διάθεσης να «σπάσει αυγά», είτε απέναντι σε μέλη είτε απέναντι σε οποιαδήποτε εξουσία. Με αυτό τον τρόπο βέβαια προσθέτει και αυτή, το σωματείο του κλάδου, το λιθαράκι της στην αντίληψη ότι δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό εάν ο δημοσιογράφος λειτουργεί απλώς σαν αντίφωνο της εξουσίας, σαν μέσο αναπαραγωγής της κρατικής ή άλλης προπαγάνδας. Ειδικά στο σύγχρονο, απόλυτα πολωμένο πεδίο των ελληνικών ΜΜΕ, στο οποίο τα Μέσα είναι εμφανώς ταγμένα στην υπεράσπιση μιας πλευράς (σε συντριπτικό ποσοστό της κυβερνητικής), η ΕΣΗΕΑ επιβεβαιώνει ότι τα μέλη της δεν χρειάζεται να ασχολούνται με… παρωχημένες ιδέες όπως η διασταύρωση της είδησης ή η υποχρέωση εγκυρότητας, αρκεί να λένε όσα προστάζουν οι καιροί.
Βέβαια, το να έχει ο δημοσιογράφος τη δυνατότητα να διατυπώνει ελεύθερα άποψη, ανεπηρέαστος από κέντρα αποφάσεων και εξαρτήσεις του Μέσου, συνεπάγεται και ότι θα απολαμβάνει μια σειρά από εργασιακά δικαιώματα που θα τον εξασφάλιζαν, όπως αξιοπρεπή μισθό, συλλογική σύμβαση εργασίας και ένα σωματείο που θα είναι διατεθειμένο να αγωνιστεί γι’ αυτά. Και εκεί είναι που τα χαλάμε κάπως παραπάνω…