Tης Ματίνας Παπαχριστούδη στο περιοδικό Ψηφιακή Τηλεόραση
Μια σημαντική νίκη της ελεύθερης μετάδοσης τηλεόρασης πέτυχαν οι broadcasters στο πρόσφατο Παγκόσμιο Συνέδριο Ραδιοεπικοινωνιών 2019 (World Radiocommunication Conference – WRC-19).
Το Συνέδριο, δεν έκανε αποδεκτή τη πρόταση να ενταχθεί στην ημερήσια διάταξη της επόμενης διεθνούς συνόδου της ITU, το 2023, η συζήτηση για παραχώρηση επιπλέον φάσματος στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας.
Η πρόταση έχει κατατεθεί εδώ και χρόνια, πριν καν διατεθεί το φάσμα των 700 ΜΗz στις τηλεπικοινωνίες για τη ανάπτυξη υπηρεσιών 5G. Τόσο η EBU, όσο και η ένωση των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών ACT είχαν ταχθεί ενάντια σε οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση πριν το 2030, έχοντας εξασφαλίσει και τη θετική στάση του Ευρωκοινοβουλίου ότι το τηλεοπτικό φάσμα κάτω από τα 700ΜΗz θα προστατευθεί μέχρι τότε.
Στο πρόσφατο WRC δόθηκε μια ακόμη μάχη και σύμφωνα με την ΕΒU κερδήθηκε, καθώς το Συνέδριο επέλεξε μια ουδέτερη αναθεώρηση του φάσματος το 2023. Μια ακόμη νίκη της ελεύθερης τηλεόρασης είναι ότι θα διατηρησει τμήμα της C-Band. Φάσμα που χρησιμοποιείται κυρίως για συνδέσεις δορυφορικής συνεισφοράς (satellite contribution links), όπως του Δικτύου της Eurovision, αλλά και για τη διανομή των διεθνών καναλιών των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στις ΗΠΑ, την Ασία και την Αφρική. Η πρόταση να παραχωρηθεί επίσης στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας δεν πέρασε στο Συνέδριο και το θέμα θα τεθεί εκ νέου μετά το 2027.
Και ενώ η ΕΒU έδινε τη μάχη στο Συνέδριο, η ένωση ιδιωτικών οργανισμών, η ACT, παρενέβη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητώντας προστασία του ελεύθερου τηλεοπτικού σήματος, ίσο ανταγωνισμό με τις on line πλατφόρμες και αλλαγή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Στις Βρυξέλλες παρουσίασαν τις θέσεις της ACT o διευθύνων σύμβουλος του ομίλου RTL Τόμας Ράμπε , ο πρόεδρος του ANT1 group Θοδωρης Κυριακού και ο Φέντελε Κονφαντονιέρι, Πρόεδρος της Mediaset Ιταλίας. Όπως αναφέρθηκε η οπτικοακουστική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιπροσωπεύει πάνω από 100 δισ. δολάρια και πάνω από ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας για αυτό και ζητείται «υγιής ανταγωνισμός» σε σχέση με το Internet.