Αναδημοσίευση από την Εποχή
Του Δήμου Κυνικού
Το παιχνίδι της κολοκυθιάς έχει την τιμητική του αυτές τις μέρες ανάμεσα στους εργαζόμενους και γενικότερα τους ενασχολούμενους με τα ΜΜΕ. Οι εναπομείναντες εργαζόμενοι στο ΔΟΛ αναρωτιούνται αν θα υπάρξουν τελικά προσφορές στη δημοπρασία της 31ης Μαΐου. Στον Πήγασο, οι εργαζόμενοι φαίνεται ότι βαρέθηκαν να παίζουν την κολοκυθιά, αναμένοντας αν θα προχωρήσει η καταρχήν συμφωνία Μπόμπολα-Σαββίδη, και παρέτειναν μέχρι αύριο, Δευτέρα, την απεργία που έχουν ξεκινήσει από την Τετάρτη. Στο Mega η κολοκυθιά για το μέλλον του σταθμού φαίνεται ότι θα κρατήσει για καιρό.
Η Grant Thornton, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει παρουσιάσει το σχέδιό της στις τράπεζες, οι οποίες ζήτησαν να προχωρήσει σε μια πρόταση-εισήγηση για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει το κανάλι κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Εξελίξεις πάντως δεν αναμένονται πριν από το Σεπτέμβριο, καθώς πρώτα θα πρέπει να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε ΔΟΛ και Πήγασο, εταιρείες που έχουν πάνω από το 40% των μετοχών.
Αλλά η μεγαλύτερη κολοκυθιά, είναι αυτή που παίζεται γύρω από τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών και την επανάληψη της ακυρωθείσας, από το Συμβούλιο της Επικρατείας, δημοπρασίας. Η συζήτηση της Διάσκεψης των προέδρων με το προεδρείο του ΕΣΡ, την Πέμπτη στη Βουλή, έδειξε πως η κυβέρνηση πιέζει για εκ νέου διεξαγωγή του διαγωνισμού έως το καλοκαίρι, ενώ το ίδιο το ΕΣΡ δεν βιάζεται. «Τα πάντα είναι έτοιμα και στη θέση τους για να διεξαχθεί ο διαγωνισμός για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών καναλιών, ξεκινήστε. Δεν μπορούν να υπάρχουν πια δικαιολογίες», διεμήνυσε από τη Βουλή την προηγουμένη της συνάντησης ο Νίκος Παπάς. Ο υπουργός πρόσθεσε, μάλιστα, πως το ΕΣΡ διαθέτει την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και την τεχνογνωσία από τον προηγούμενο διαγωνισμό. Άποψη την οποία, όμως, ουδόλως συμμερίζεται η ηγεσία της ανεξάρτητης Αρχής. Όπως επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής Ν. Μανιός (ο οποίος συμμετείχε στη συζήτηση), το προεδρείο του ΕΣΡ δήλωσε πως υπάρχουν σοβαρότατες ελλείψεις, και πως νομικά κενά και τεχνικά προβλήματα, που δεν έχουν λυθεί, απειλούν να οδηγήσουν εκ νέου σε φιάσκο μια νέα διαγωνιστική διαδικασία.
Οι άδειες
Όσον αφορά το επίμαχο ζήτημα του αριθμού των αδειών, εκεί να δεις κολοκυθιά. Θα μπορούσε να είναι εννέα και να αυξηθεί σε έντεκα, αν υπολογιστεί και ο πολυπλέκτης της ΕΡΤ, εκτίμησε, εκφράζοντας προσωπική άποψη, ο αντιπρόεδρος του ΕΣΡ Ροδόλφος Μορώνης. Ενώ η Digea σε non paper, το οποίο διακίνησε τις παραμονές της συνάντηση,ς υπολόγιζε πως οι σταθμοί που «χωράνε» είναι τουλάχιστον δώδεκα. Ο δε πρόεδρος της ΕΕΤΤ εκτίμησε πως δεν μπορεί να είναι περισσότερες από οκτώ.
Αυτή η κολοκυθιά, βέβαια, έχει τεράστια οικονομική και πολιτική σημασία. Από το έξι (που θεωρείται πλέον από όλες τις πλευρές το μίνιμουμ) έως το δεκαέξι, που θεωρεί ανώτατο όριο το non paper της Digea, η διαφορά δεν είναι μόνο αριθμητική. Είναι πολιτική. Το έξι σημαίνει συγκέντρωση των ΜΜΕ στα χέρια λίγων οικονομικά ισχυρών και εξοβελισμό κάποιων από τους σημερινούς παίκτες. Δώδεκα ή περισσότεροι σταθμοί δεν σημαίνουν εξ ορισμού περισσότερες θέσεις εργασίας, όπως διακηρύσσουν κάποιοι συνδικαλιστικοί φορείς. Οι συνθήκες αμοιβής και εργασίας στα περισσότερα Μέσα (ιδίως τα ηλεκτρονικά) το καταμαρτυρούν. Σημαίνουν μεγαλύτερη εξάρτηση των επιχειρήσεων αυτών από τον τραπεζικό δανεισμό και την κρατική διαφήμιση, που πολλές φορές στο παρελθόν δινόταν με σκανδαλώδη τρόπο (θυμηθείτε την υπόθεση της ΕΥΔΑΠ και του ΚΕΕΛΠΝΟ).
Στην περίπτωση μάλιστα του ΕΣΡ, η δυστοκία στις διαδικασίες για τη δρομολόγηση του διαγωνισμού, έξι μήνες μετά τη νέα σύνθεση του συμβουλίου, βολεύει όλους, εκτός από την κυβέρνηση. Τους επιχειρηματίες που εξακολουθούν να μην πληρώνουν για το δημόσιο αγαθό, το οποίο νέμονται παράνομα, και τη ΝΔ που θέλει να είναι αυτή που θα μοιράσει την πίτα στους «δικούς» της επιχειρηματίες. Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση, η κυβέρνηση φαίνεται να θέλει να επισπεύσει τη διαδικασία, σε ένα πεδίο εξαρχής υπονομευμένο. Οποιαδήποτε λύση αναγκαστικά προϋποθέτει κάποιου είδους συμφωνία με παίκτες που δεν έχουν τα ίδια συμφέροντα με εκείνη. Ο Σαββίδης, όπως έχει ευθαρσώς δηλώσει, ενδιαφέρεται για τα ΜΜΕ, γιατί έτσι προστατεύει τις επιχειρήσεις του. Επομένως, είτε προχωρήσει στην αγορά του 51% του «Πήγασου», είτε υποβάλλει προσφορά για το ΔΟΛ, δεν θα πρόκειται για στήριξη χωρίς ανταλλάγματα. Το ίδιο ασφαλώς ισχύει και για όλους τους υπόλοιπους, οι οποίοι φέρεται να έχουν ενδιαφερθεί για το ΔΟΛ (Μαρινάκης, Πρώτο Θέμα, Φιλιππάκης).
Τα ανταλλάγματα
Τα ανταλλάγματα αυτά έχουν πέσει ήδη στο τραπέζι:
Πρώτον, μια ειδική ρύθμιση για το ακαταδίωκτο των τραπεζικών στελεχών που θα υπογράψουν τη συμφωνία για βαθύ κούρεμα χρεών.
Δεύτερον, η ενεργοποίηση των διατάξεων του νόμου Δένδια, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις Τύπου να μεταβιβαστούν στο νέο ιδιοκτήτη χωρίς βάρη. Δηλαδή να είναι απαλλαγμένες από τις οφειλές του προηγούμενου ιδιοκτήτη προς τους εργαζόμενους, οι οποίοι θα απολυθούν πριν από τη μεταβίβαση και θα κληθούν αμέσως μετά να υπογράψουν νέα ατομικές συμβάσεις με τον καινούργιο εργοδότη και με προφανώς δυσμενέστερους όρους.
Τρίτον, μια ρύθμιση για την τύχη των παλιών ιδιοκτητών. Υπενθυμίζεται ότι στα μέχρι τώρα κλεισίματα εταιρειών ΜΜΕ (Απογευματινή, ΙΜΑΚΟ, Λυμπέρης κ. ά.) οι εργαζόμενοι, χρόνια μετά, αναζητούν ακόμη δικαίωση και καταβολή των δεδουλευμένων τους.
Τέλος, μια σειρά άλλων ευνοϊκών ρυθμίσεων, σαν αυτές που ήδη εφαρμόζονται στην πράξη, όπως η συνέργεια πανελλαδικού καναλιού με τοπικό (το κοινό πρόγραμμα ΣΚΑΪ-Action24, το βράδυ του δεύτερου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών). Ο Ν. Παπάς δήλωσε στη Βουλή πως αυτό δεν επιτρέπεται από το νόμο που ψηφίστηκε, αλλά για τα περαιτέρω παρέπεμψε στο ΕΣΡ. Δηλαδή, αν και ο νόμος δεν ακυρώθηκε στο σύνολό του, αν δεν κινηθεί το ΕΣΡ, είναι σαν να μην υπάρχει.
Οι αιχμάλωτοι εργαζόμενοι
Κοντολογίς, το ντέρμπι της διαπλοκής στα ΜΜΕ συνεχίζεται. Με μαχαιρώματα (συμβολικά ή κυριολεκτικά, όπως στον τελικό Κυπέλλου), με κινήσεις κορυφής, με ελιγμούς, συμμαχίες και καθυστερήσεις, είτε μέσω αποφάσεων δικαστηρίων, είτε με την ολιγωρία του ΕΣΡ.
Οι εργαζόμενοι παραμένουν θεατές, αιχμάλωτοι της εσκεμμένης αδράνειας των συνδικαλιστικών τους φορέων. Η κυβέρνηση αδυνατεί να στηρίξει στον απαιτούμενο βαθμό το αντίπαλο δέος (τη δημόσια ραδιοτηλεόραση -γι’ αυτήν θα τα πούμε μια άλλη φορά), ενώ δεν φαίνεται να συζητά το ενδεχόμενο να ανοίξει το νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να διευκολύνει την ανάπτυξη διαφορετικών -συνεταιριστικού τύπου- εγχειρημάτων.
•