Η αμερικάνικη κυβέρνηση προεγκρίνει τα άρθρα της New York Times

new-york-times-propaganda_0Οι «New York Times» παραδέχτηκαν ότι υποβάλλουν προς έγκριση άρθρα και ρεπορτάζ στην αμερικανική κυβέρνηση πριν από τη δημοσίευσή τους

Aναδημοσίευση από το insideoutborders.com

«Αυτοί οι αποτυχημένοι των New York Times δημιουργούν ιστορίες λέγοντας πως οι Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνουν σημαντικά τις κυβερνοεπιθέσεις τους εναντίον της Ρωσίας. Αυτό είναι πιθανή πράξη προδοσίας» έγραψε ο Τραμπ, στις 16 Ιουνίου στο Twitter για να λάβει ως απάντηση από την εφημερίδα ότι «να κατηγορεί κάποιος τον Τύπο για προδοσία είναι επικίνδυνο. Εμείς περιγράψαμε το άρθρο μας στην κυβέρνηση πριν από τη δημοσίευση»!

Αυτό επιβεβαιώνει τα όσα έχουν πει αρκετοί βετεράνοι ανταποκριτές των «New York Times», όπως ο James Risen: «Η αμερικανική εφημερίδα των ρεκόρ, συνεργάζεται τακτικά με την αμερικανική κυβέρνηση, εξαφανίζοντας κάθε αναφορά ή στοιχεία που οι κορυφαίοι αξιωματούχοι δεν θέλουν να δημοσιοποιηθούν».

Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι πολλοί Αμερικανοί δημοσιογράφοι θεωρούν την υποβολή στην κυβέρνηση για έγκριση ως κανονικότητα αν όχι αναγκαία συνθήκη.

Μερικοί εξέχοντες Αμερικανοί ειδήμονες του Τύπου έχουν φτάσει, μάλιστα στο σημείο μέχρι και να επιμένουν ότι αυτή η συμβιωτική σχέση με την εξουσία είναι ακριβώς αυτό που κάνει κάποιον δημοσιογράφο.

Τον περασμένο Μάιο, ο δημοσιογράφος της «Washington Post» Marc Thiessen – πρώην λογογράφος του πρόεδρου Τζορτζ Μπους – δήλωσε ότι ο εκδότης και πολιτικός κρατούμενος των WikiLeaks, Julian Assange δεν είναι «δημοσιογράφος». «Αντίθετα» είπε «είναι ένας «κατάσκοπος» που «αξίζει τη φυλακή» (ο Thiessen κάποτε μάλιστα αποκάλεσε τον Assange «τον διάβολο.»)

Ποιος ήταν όμως ο λόγος του αρθρογράφου της Post για τον οποίο αμφισβήτησε τα δημοσιογραφικά διαπιστευτήρια του Ασάνζ;

Κατά τη γνώμη του σε αντίθεση με τους «αξιόλογους οργανισμούς ειδήσεων, ο Assange δεν έδωσε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ την ευκαιρία να δουν και να αναθεωρήσουν τις διαβαθμισμένες πληροφορίες που σχεδίαζαν να δώσουν στη δημοσιότητα οι WikiLeaks, ώστε να μπορούν να εγείρουν αντιρρήσεις σχετικά με την εθνική ασφάλεια». Αυτό έγραψε ο Thiessen καταλήγοντας πως: «Έτσι οι υπεύθυνοι δημοσιογράφοι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν»!

Με άλλα λόγια, αυτός ο πρώην λογογράφος της αμερικανικής κυβέρνησης, που λανσάρεται ως ειδήμων των μέσων μαζικής ενημέρωσης, επιμένει ότι η συνεργασία με την κυβέρνηση και η λογοκρισία των άρθρων και των ρεπορτάζ για την προστασία της αποκαλούμενης «εθνικής ασφάλειας» είναι οριστικά αυτό κάνει κάποιον σωστό και υπεύθυνο δημοσιογράφο.

Η συμβιωτική σχέση μεταξύ των συστημικών ΜΜΕ των ΗΠΑ και της κυβέρνησης είναι γνωστή, εδώ και αρκετό καιρό. Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών παίζουν τον Τύπο σαν ένα μουσικό όργανο, χρησιμοποιώντας τον για να διαρρέουν επιλεκτικά πληροφορίες σε κατάλληλες στιγμές για να προωθήσουν τα συμφέροντα της Ουάσινγκτον.

Αλλά σπάνια αυτή η συμβιωτική σχέση είναι τόσο έκδηλη και δημόσια αναγνωρισμένη.

Το 2018, ο πρώην δημοσιογράφος των «New York Times», James Risen, δημοσίευσε ένα άρθρο 15.000 λέξεων στο «The Intercept», παρέχοντας μια περαιτέρω εικόνα για το πώς λειτουργεί αυτή η ανίερη συμμαχία.

Κατά την περίοδο που οι ΗΠΑ είχαν χαράξει την πορεία για πόλεμο στο Ιράκ, ο Ράιζεν συχνά «συγκρουόταν» με τους εκδότες των Times, επειδή έθετε ερωτήματα σχετικά με τα ψέματα της αμερικανικής κυβέρνησης. Αλλά τα ρεπορτάζ και τα άρθρα του «που έθεταν ερωτήματα σχετικά με τις υπηρεσίες πληροφοριών, ιδιαίτερα για τους ισχυρισμούς για μια σύνδεση μεταξύ του Ιράκ και της Αλ Κάιντα, κόβονταν, θάβονταν ή δεν δημοσιεύονταν».

«Ο τότε αρχισυντάκτης των Times, Howell Raines, πίστευε πως το κοινό προτιμούσε ιστορίες που υποστήριζαν την υπόθεση του πολέμου» λέει ο Risen.

Ο πρώην δημοσιογράφος των Times διηγήθηκε και μια ιστορία όταν η κυβέρνηση Μπους, τον κάλεσε στο Λευκό Οίκο, όπου η τότε σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Κοντολίζα Ράις, διέταξε τους «Times» να θάψουν την ιστορία του για την εμπλοκή της CIA στο Ιράκ.

Όπως είπε ότι η Ράις του ζήτησε «να ξεχάσουμε όλη την ιστορία, να καταστρέψω τις σημειώσεις μου και να μην τηλεφωνήσω ποτέ σε κανέναν ή να σκεφτώ να συζητήσω το θέμα με κανέναν».

Σύμφωνα με τον Risen η κυβέρνηση Μπους κατάφερε με επιτυχία να χειραγωγήσει τον Τύπο στις ΗΠΑ και η κυβέρνηση Ομπάμα επιτάχυνε στη συνέχεια τον «πόλεμο κατά της ανεξαρτησίας του Τύπου».

Κάπως έτσι έφτασε το επιτελείο του Λευκού Οίκου να διαδραματίζει σήμερα το ρόλο του αρχισυντάκτη των μεγάλων αμερικανικών εφημερίδων. Ρόλο που οι «New York Times» δεν διστάζουν να αναγνωρίσουν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *